Ομάδα Ευρωπαίων αστρονόμων ανακοίνωσε σε συνέδριο αστρονομίας, που πραγματοποιείται αυτές τις ημέρες στη Βαρκελώνη ότι εντοπίστηκε ο πρώτος βραχώδης πλανήτης έξω από ηλιακό σύστημα. Η ανακάλυψη των επιστημόνων του Ευρωπαϊκού Νοτίου Παρατηρητηρίου, στο Γκάρσινγκ της Γερμανίας, θεωρείται σημαντικό βήμα στην προσπάθεια να δοθούν απαντήσεις στο ερώτημα εάν οι άνθρωποι είναι τα μόνα όντα στο σύμπαν, δεδομένου ότι είναι ο πρώτος πλανήτης από τους περίπου 300 γνωστούς εξωπλανήτες που δεν είναι μεγάλος και δεν καλύπτεται από αέρια.

Ομάδα Ευρωπαίων αστρονόμων ανακοίνωσε σε συνέδριο αστρονομίας, που πραγματοποιείται αυτές τις ημέρες στη Βαρκελώνη ότι εντοπίστηκε ο πρώτος βραχώδης πλανήτης έξω από ηλιακό σύστημα. Η ανακάλυψη των επιστημόνων του Ευρωπαϊκού Νοτίου Παρατηρητηρίου, στο Γκάρσινγκ της Γερμανίας, θεωρείται σημαντικό βήμα στην προσπάθεια να δοθούν απαντήσεις στο ερώτημα εάν οι άνθρωποι είναι τα μόνα όντα στο σύμπαν, δεδομένου ότι είναι ο πρώτος πλανήτης από τους περίπου 300 γνωστούς εξωπλανήτες που δεν είναι μεγάλος και δεν καλύπτεται από αέρια.

Ο πλανήτης, που ονομάσθηκε Corot-Exo-7b, προς τιμήν του δορυφόρου Κορό που τον εντόπισε τον περασμένο Φεβρουάριο, είναι ο μικρότερος εξωπλανήτης που έχει βρεθεί ποτέ, με περιφέρεια 1,7 φορές εκείνης της Γης. Ο πλανήτης CoRoT-7b ανήκει στον αστερισμό του Μονόκερου και βρίσκεται σε απόσταση 500 ετών φωτός από τη Γη, πραγματοποιεί μία πλήρη περιστροφή γύρω από το άστρο του σε 20 ώρες. Η τεράστια έλξη που του ασκεί, όμως, το άστρο σημαίνει ότι η περιστροφή του CoRoT-7b γύρω από τον εαυτό του έχει «παγώσει». Για το λόγο αυτό, η μία πλευρά του πλανήτη είναι διαρκώς στραμμένη προς το άστρο και η άλλη βρίσκεται συνέχεια υπό σκιά, όπως συμβαίνει και με τη Σελήνη της Γης. Ο ήλιος του Κορό, στο μεταξύ, είναι παρόμοιος με το δικό μας, αν και νεότερος, με ηλικία δύο δισεκατομμυρίων ετών.

Ο πλανήτης CoRoT-7b έχει πυκνότητα ανάλογη με τη Γη.

Παρόλο που ο μικρός εξωπλανήτης CoRoT-7b, μοιάζει με τη Γη σε αρκετά χαρακτηριστικά, είναι πάρα πολύ ζεστός για να υποστηρίξει κάποια μορφή ζωής. Βρίσκεται πολύ κοντά στον ήλιο του και έτσι οι θερμοκρασίες στην επιφάνεια του πλανήτη φτάνουν στους 2.000 βαθμούς Κελσίου, στη διάρκεια της ημέρας και πέφτουν στους 200 βαθμούς κάτω από το μηδέν, τη νύχτα, όπως δήλωσε ο Ντιντιέ Κελόζ, Ελβετός επιστήμονας που συμμετείχε στις έρευνες.

Η επιστημονική ομάδα προειδοποίησε, όμως, ότι τα συμπεράσματά της δεν συνεπάγονται την ανακάλυψη πλανήτη παρόμοιου με τη Γη, που θα μπορούσε να φιλοξενήσει ζωή. Η κοντινή απόσταση του Κορό από το άστρο του σημαίνει ότι στην πλευρά του πλανήτη που «κοιτάει» το άστρο επικρατούν θερμοκρασίες 2.300 βαθμών Κελσίου. Η μικρή απόσταση της τροχιάς, στο μεταξύ, προκαλεί γιγάντια παλιρροϊκά φαινόμενα στην επιφάνειά του, που με τη σειρά τους «κλείδωσαν» την περιστροφή του Κορό γύρω από τον άξονά του.

Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η «σκοτεινή» πλευρά του Κορό είναι παγωμένη, «πιο κρύα και από μπάνιο σε υγρό άζωτο», όπως χαρακτηριστικά λέει ο Αλέν Λεζέ του Αστροφυσικού Ινστιτούτου του Ορσέ στο περιοδικό «Sciences et Avenir». Μεταξύ των δύο πλευρών του πλανήτη, η μία στους 2.300 βαθμούς και η άλλη στους -200, ίσως υπάρχει «εύκρατη» ζώνη. «Η περιοχή αυτή δεν θα είναι κατοικήσιμη, καθώς απουσιάζει το νερό. Ακόμη κι αν υπάρχει νερό στην ατμόσφαιρα, θα έχει συμπυκνωθεί υπό μορφή πάγου στην ψυχρή πλευρά του πλανήτη. Αυτός ο διχασμένος κόσμος δεν έχει αντίστοιχό του στο ηλιακό μας σύστημα και γι’ αυτό προκαλεί τον ενθουσιασμό της επιστημονικής κοινότητας. Ο Κορό είναι πιο ζεστός από τον Ερμή και πιο ψυχρός από τον Δία και τον Κρόνο», λέει ο δρ Λεζέ.

«Ο πλανήτης αυτός μας αποκαλύπτει νέα οικογένεια πλανητών, ενώ είμαστε πλέον βέβαιοι ότι υπάρχουν βραχώδεις πλανήτες πολύ κοντά στα άστρα τους», λέει ο δρ Κελόζ.

Την περασμένη εβδομάδα, το άρτι επισκευασθέν διαστημικό τηλεσκόπιο «Χαμπλ» εντόπισε νέο σπειρωειδή γαλαξία και νέφος αστρικής σκόνης, που περιέχουν ίχνη ζωής, που ανακυκλώνονται για να δημιουργήσουν νέους γαλαξίες.«Το τηλεσκόπιο είναι σήμερα ισχυρότερο από ποτέ, ενώ ο σύγχρονος εξοπλισμός του είναι ικανός να επεκτείνει τη ζωή του πέρα από την ερχόμενη δεκαετία», είπε ο Εντ Ουάιλερ, υπεύθυνος του προγράμματος Χαμπλ στη NASA.