Πρωτοδικείο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: Συμβατά τα Σχέδια Πολωνίας και Εσθονίας για τα Δικαιώματα Ρύπων

Πρωτοδικείο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: Συμβατά τα Σχέδια Πολωνίας και Εσθονίας για τα Δικαιώματα Ρύπων
energia.gr
Πεμ, 24 Σεπτεμβρίου 2009 - 19:54
Το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΠΕΚ) ακύρωσε τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τις οποίες η Επιτροπή διαπίστωνε ότι τα Εθνικά Σχέδια Κατανομής (ΕΣΚ) δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της Πολωνίας και της Εσθονίας δεν ήταν συμβατά προς την οδηγία του 2003 που καθιερώνει ένα κοινοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων αερίων θερμοκηπίου εντός της EE.

Το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΠΕΚ) ακύρωσε τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τις οποίες η Επιτροπή διαπίστωνε ότι τα Εθνικά Σχέδια Κατανομής (ΕΣΚ) δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της Πολωνίας και της Εσθονίας δεν ήταν συμβατά προς την οδηγία του 2003 που καθιερώνει ένα κοινοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων αερίων θερμοκηπίου εντός της EE.

 

Σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση του Δικαστηρίου, το 2006, η Πολωνία και η Εσθονία κοινοποίησαν στην Επιτροπή τα ΕΣΚ για την περίοδο μεταξύ 2008 και 2012. Με δύο αποφάσεις του 2007, η Επιτροπή διαπίστωσε την ασυμβατότητα αυτών των ΕΣΚ προς τα κριτήρια της οδηγίας και αποφάσισε ότι έπρεπε να μειωθούν, κατά 23.7% και κατά 47.8%, αντίστοιχα, οι συνολικές ετήσιες ποσότητες των δικαιωμάτων εκπομπής σε σχέση με τις ποσότητες που τα δύο αυτά κράτη είχαν την πρόθεση να εκπέμψουν.

Στη συνέχεια αφενός, η Πολωνία, υποστηριζόμενη από την Ουγγαρία, τη Λιθουανία και τη Σλοβακία, και, αφετέρου, η Εσθονία, υποστηριζόμενη από τη Λιθουανία και τη Σλοβακία, άσκησαν προσφυγές ακύρωσης κατά των αποφάσεων της Επιτροπής, την οποία υποστήριζε το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Πρωτοδικείο με την αποφασή του διαπιστώνει, κατ’ αρχήν, ότι κάθε κράτος μέλος διαθέτει αποκλειστική αρμοδιότητα, αφενός, για την κατάρτιση του ΕΣΚ που κοινοποιεί στην Επιτροπή, με το οποίο προτίθεται να επιτύχει τους επιδιωκόμενους από την οδηγία σκοπούς αναφορικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και, αφετέρου, για τον τελικό καθορισμό της συνολικής ποσότητας των δικαιωμάτων που πρόκειται να κατανείμει για κάθε πενταετή περίοδο και της κατανομής της ποσότητας αυτής μεταξύ των οικονομικών φορέων. Το Πρωτοδικείο υπογραμμίζει, ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια ως προς τον καθορισμό της υιοθετούμενης μεθόδου για την κατάρτιση του ΕΣΚ δικαιωμάτων.

Στην Επιτροπή παρέχεται εξουσία ελέγχου του ΕΣΚ, εξουσία η οποία όμως είναι σαφώς οριοθετημένη. Ειδικότερα, η Επιτροπή είναι αρμόδια να διαπιστώνει τη συμβατότητα ενός κοινοποιηθέντος από κράτος μέλος ΕΣΚ με τα αναφερόμενα στην οδηγία κριτήρια και να το απορρίπτει λόγω ασυμβατότητας προς αυτά τα κριτήρια και διατάξεις, με αιτιολογημένη απόφαση.

Επίσης, το Πρωτοδικείο κρίνει, επί της ουσίας, ότι με την απόρριψη του ΕΣΚ με αιτιολογία σχετικά με την έκφραση αμφιβολιών ως προς τον αξιόπιστο ή μη χαρακτήρα των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν από την Εσθονία και την Πολωνία, η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο. Ακόμη, όταν η Επιτροπή αποφασίζει την απόρριψη κοινοποιηθέντος ΕΣΚ, δεν μπορεί να απορρίψει τα περιεχόμενα στο ΕΣΚ δεδομένα και να τα υποκαταστήσει, εξαρχής, με δεδομένα που προέκυψαν από την εφαρμογή της δικής της μεθόδου. Υποστηρίζοντας ότι σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης οφείλει να χρησιμοποιεί και να εφαρμόζει την ίδια μέθοδο αξιολόγησης των ΕΣΚ για όλα τα κράτη μέλη προκειμένου να επιτύχει τους επιδιωκόμενους από την οδηγία σκοπούς, η Επιτροπή υπερέβη το περιθώριο εκτίμησης που της απονέμει η οδηγία, επισημαίνει το ΠΕΚ.

Το Πρωτοδικείο παρατηρεί στη σχετική αποφασή του, ότι η χρησιμοποίηση εκ μέρους της Επιτροπής της ίδιας μεθόδου αξιολόγησης των ΕΣΚ για όλα τα κράτη μέλη θα ισοδυναμούσε με την παραδοχή ότι έχει, πράγματι, όχι μόνον την εξουσία ομοιόμορφης εφαρμογής του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων, αλλά και ότι δύναται να παρεμβαίνει καθοριστικά στην κατάρτιση των ΕΣΚ. Ο νομοθέτης, όμως, ως προς την εξουσία ελέγχου των ΕΣΚ, δεν απένειμε στην Επιτροπή με την οδηγία ούτε τέτοιου είδους εξουσία ούτε τέτοιου είδους δυνατότητα καθοριστικής παρέμβασης.

Ομοίως, επισημαίνει σε κάθε κράτος μέλος, και όχι στην Επιτροπή, εναπόκειται να καθορίσει, με βάση το ΕΣΚ αυτού, το οποίο έχει καταρτίσει σύμφωνα με την οδηγία, τη συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων που θα κατανείμει τη συγκεκριμένη περίοδο, να κινήσει τη διαδικασία κατανομής των δικαιωμάτων στον φορέα εκμετάλλευσης κάθε εγκατάστασης, όπως και να αποφανθεί περί της κατανομής των δικαιωμάτων αυτών. Συνεπώς, επιβάλλοντας στις προσβαλλόμενες αποφάσεις ανώτατα όρια δικαιωμάτων πέραν των οποίων τα ΕΣΚ θα θεωρούνταν ασύμβατα προς τα κριτήρια αξιολόγησης, η Επιτροπή, στην πράξη, υποκατέστησε τα οικεία κράτη μέλη.

Εξάλλου, τέτοιου είδους αποφάσεις θίγουν την αποκλειστική αρμοδιότητα που η οδηγία απονέμει στα κράτη μέλη προκειμένου να αποφασίζουν περί της συνολικής ποσότητας δικαιωμάτων που θα κατανέμουν ανά πενταετία, αρχής γενομένης από της 1ης Ιανουαρίου 2008.

Η Οδηγία

Η οδηγία ορίζει ότι, για κάθε πενταετή περίοδο, τα κράτη μέλη καταρτίζουν εθνικά σχέδια κατανομής (ΕΣΚ) όπου ορίζουν τη συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων την οποία προτίθενται να κατανείμουν τη συγκεκριμένη περίοδο, καθώς και τον προτεινόμενο τρόπο κατανομής αυτών. Το σχέδιο καταρτίζεται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων που απαριθμεί η οδηγία και λαμβανομένων υπόψη των τυχόν παρατηρήσεων του κοινού.

Το ΕΣΚ δημοσιεύεται και κοινοποιείται στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη. Σε περίπτωση ασυμβατότητας προς τα αναφερόμενα στην οδηγία κριτήρια, η Επιτροπή μπορεί να απορρίψει το ΕΣΚ ή οποιαδήποτε πτυχή αυτού. Τα κράτη μέλη αποφασίζουν επί της συνολικής ποσότητας των δικαιωμάτων που θα κατανείμουν κατά την οικεία περίοδο και κινούν τη διαδικασία κατανομής των δικαιωμάτων αυτών προς τους φορείς εκμετάλλευσης κάθε εγκατάστασης, μόνο κατόπιν αποδοχής από την Επιτροπή των προτεινόμενων τροποποιήσεων