Ποιοι Διόγκωσαν το Δημόσιο Χρέος

Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και κάποιοι πολιτικοί άρχισαν ξαφνικά την προεκλογική περίοδο να ασχολούνται με το ελληνικό δημόσιο χρέος. Το οποίο, εν τούτοις, είναι τόσο παλαιό όσο και το μετά το 1821 ελληνικό κράτος. Το γεγονός αυτό μάς προκάλεσε εντύπωση, διότι στα σαράντα χρόνια οικονομικής δημοσιογραφίας ποτέ δεν ακούσαμε και δεν διαβάσαμε τόσα πολλά για το ελληνικό δημόσιο χρέος. Γιατί, όμως;
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Παρ, 2 Οκτωβρίου 2009 - 11:43
Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και κάποιοι πολιτικοί άρχισαν ξαφνικά την προεκλογική περίοδο να ασχολούνται με το ελληνικό δημόσιο χρέος. Το οποίο, εν τούτοις, είναι τόσο παλαιό όσο και το μετά το 1821 ελληνικό κράτος. Το γεγονός αυτό μάς προκάλεσε εντύπωση, διότι στα σαράντα χρόνια οικονομικής δημοσιογραφίας ποτέ δεν ακούσαμε και δεν διαβάσαμε τόσα πολλά για το ελληνικό δημόσιο χρέος. Γιατί, όμως;

Πιστεύουμε ότι την απάντηση στην απορία μας την έδωσε πολύ έντιμα και αποκαλυπτικά μία κορυφαία προσωπικότητα του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), η οποία, αν και σήμερα βρίσκεται στην ναφθαλίνη, δεν παύει ωστόσο να γνωρίζει εκ των ένδον πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα για την ιστορία της χώρας μας.

Ο άνθρωπός μας μάς είπε ότι, κατά την εκτίμησή του, η νέα κυβέρνηση θα παραλάβει δημόσιο χρέος πάνω με 300 δισεκατ. ευρώ. Θα συμβεί δηλαδή ό,τι συνέβη όταν το 1989 το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε την εξουσία, έχοντας υποθηκεύσει (κατά τα λεγόμενα του τότε Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Δημ. Χαλικιά) την οικονομική πολιτική των διαδόχων του.

Στο μεταξύ, όμως, στην χώρα είχε πραγματοποιηθεί ένα σοβαρό οικονομικό έγκλημα. Ιδού ποιο. Όταν τον Οκτώβριο του 1981 ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης παρέδωσε την εξουσία στον Ανδρέα Παπανδρέου και το οικονομικό του επιτελείο (Απ. Λάζαρης, Γερ. Αρσένης, Κ. Βαΐτσος, Γ. Ποττάκης, Βασ. Κεδίκογλου και άλλοι), η Ελλάς χρωστούσε 700 δισεκατ. δραχμές και είχε έλλειμμα προϋπολογισμού 201 δισεκατ. δραχμές. Σε ποσοστά, το δημόσιο χρέος αντιπροσώπευε το 36% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος μας και το δημοσιονομικό έλλειμμα το 10,8%.

Στα τέλη του 1989, η πολυκομματική κυβέρνηση Ξεν. Ζολώτα παρελάμβανε δημόσιο χρέος 9,6 τρισεκατ. δραχμές και δημοσιονομικό έλλειμμα 2,6 τρισεκατ. δραχμές. Το δημόσιο χρέος αντιπροσώπευε το 102% του ΑΕΠ και το δημοσιονομικό έλλειμμα το 25%, χωρίς να συνυπολογίζονται κάποιες «άϋλες» δαπάνες. Όμως, πέρα από τα ανωτέρω επιβαρυντικά για την οικονομία μεγέθη, η κυβέρνηση Κων. Μητσοτάκη κληρονομούσε και μία οκταετία αρνητικής αναπτύξεως, γεγονός που είχε κλονίσει στο έπακρο τους παραγωγικούς μηχανισμούς της χώρας. Παράλληλα, η επί μία δεκαετία ενίσχυση της ζητήσεως με δανεισμό και αρνητική παραγωγή, είχε ενδυναμώσει τις εξουσίες, τα προνόμια και την ασυδοσία των συνδικαλιστικών συντεχνιών, με αποτέλεσμα η χώρα να θεωρείται μαύρο πρόβατο από όλους τους ξένους επενδυτές.
 
Έτσι, η τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα άρχιζε με τις πλέον ζοφερές προοπτικές για την Ελλάδα, η οποία είχε επιπλέον και μία θνησιγενή κυβέρνηση που αδυνατούσε να κυβερνήσει. Βεβαίως, σημαντικό ρόλο στην κατάσταση αυτή έπαιξαν και οι υπονομευτές του Κων. Μητσοτάκη, εντός της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι τελικώς τον οδήγησαν στην ήττα.

Στα τέλη του 1993, λοιπόν, επανήλθε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά με διαφορετικές ιδέες και άλλες επιδιώξεις, οι οποίες υπαγορεύονταν από την κατάρρευση του κομματισμού στην σοβιετοκρατούμενη Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Πιο φιλοευρωπαϊκό εξ ανάγκης την περίοδο 1993-1996, το ΠΑΣΟΚ κράτησε το δημόσιο χρέος στα επίπεδα των 10,6 τρισεκατ. δραχμών και το δημοσιονομικό έλλειμμα στα 4,9 τρισεκατ. δραχμές –ποσά τα οποία αντιστοιχούσαν σε 120% και 29% του ΑΕΠ αντιστοίχως.

Όμως, από το 1995 και μετά, η κατάσταση αλλάζει. Η κυβέρνηση Κώστα Σημίτη θέτει ως στόχο της την είσοδό μας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) και καταθέτει στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αναθεωρημένο το Πρόγραμμα Συγκλίσεως που είχε καταθέσει η Νέα Δημοκρατία τον Μάρτιο του 1993. Τελικώς, για πολιτικούς λόγους –όπως συνέβη και το 1979, όταν υπεγράφη η συμφωνία εντάξεώς μας στην ΕΟΚ– η Ελλάδα γίνεται μέλος της ευρωζώνης, τον Ιούνιο του 2000, στο Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ που συνεδρίασε στην Σάντα Μαρία ντα Φέϊρα στην Πορτογαλία. Η ένταξη αυτή έγινε πράξη από την 1η Ιανουαρίου 2001.

Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστα είχαν αλλάξει στην ελληνική οικονομία και στις αγκυλωμένες δομές της. Κάποιες προσπάθειες, όπως αυτές του κ. Τ.  Γιαννίτση, απέτυχαν οικτρά υπό την πίεση των λυμεώνων του δημοσίου χρήματος, οι οποίοι, ως συνήθως, επικαλούνταν «κεκτημένα δικαιώματα». Με δανεικά, βέβαια…

Τίποτε δεν άλλαξε, ωστόσο, και κατά την περίοδο διακυβερνήσεως της Νέας Δημοκρατίας, με κάποιες εξαιρέσεις (π.χ. Ολυμπιακή Αεροπορία), οι οποίες επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Γι’ αυτό η «προοδευτική» προπαγάνδα χύνει σήμερα κροκοδείλια δάκρυα για το χρέος. Γνωρίζει τί θα παραλάβει, σε μία εποχή κατά την οποία δύσκολα δανείζει κανείς σε χώρες όπως η Ελλάδα.

Τώρα, λοιπόν, ο κ. Γ. Παπανδρέου τροφοδοτεί την περί δημοσίου χρέους καταστροφολογία.  Έτσι, για να γίνεται λόγος. Χωρίς βέβαια να αναφέρει ποιος ευθύνεται για την υπέρμετρη διόγκωση του δημοσίου χρέους.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 28/09/2009)