Πολίτης, Κράτος, Ενέργεια

Το νεοσύστατο υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής αναλαμβάνει πλέον να ρυθμίσει πολλά σημαντικά θέματα με μια νέα και φιλική προς το περιβάλλον αντίληψη. Η νέα αυτή δομή μετουσιώνει τη διεθνή και ευρωπαϊκή πρακτική που είχε προ δεκαετιών διαχωρίσει τα θέματα του περιβάλλοντος από τα δημόσια έργα αλλά και πιο πρόσφατες προσεγγίσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Των Παύλου Σπυράκη και Βασίλη Κωστόπουλου
Πεμ, 29 Οκτωβρίου 2009 - 11:00
Το νεοσύστατο υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής αναλαμβάνει πλέον να ρυθμίσει πολλά σημαντικά θέματα με μια νέα και φιλική προς το περιβάλλον αντίληψη. Η νέα αυτή δομή μετουσιώνει τη διεθνή και ευρωπαϊκή πρακτική που είχε προ δεκαετιών διαχωρίσει τα θέματα του περιβάλλοντος από τα δημόσια έργα αλλά και πιο πρόσφατες προσεγγίσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία θεωρεί ότι τα θέματα της ενέργειας και των κλιματικών αλλαγών είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους με κοινούς ποσοτικούς στόχους, κοινές πρακτικές και τεχνολογίες. Η χώρα χρειάζεται με ταχείς ρυθμούς και αποφασιστικότητα να συμπληρώσει τα κενά σε υποδομές αλλά και σε αντιλήψεις για κρίσιμα ζητήματα στα οποία οι κρατικοί φορείς έχουν επιδείξει αξιοθαύμαστη ασυνεννοησία και συντονιστική ασυνέπεια τις τελευταίες δεκαετίες. Εδώ κάνουμε μια προσέγγιση ομαδοποίησης των αδύναμων σημείων που παρουσιάζουμε ως χώρα κυρίως σε σχέση με τον πολίτη και ελπίζουμε ότι ο προβληματισμός μας θα βοηθήσει.

1. Η ποιοτική διαπίστευση των πολυάριθμων εισαγομένων εμπορικών ενεργειακών τεχνολογιών ευρείας σχετικά χρήσης (φωτοβολταϊκά συστήματα, λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας, ηλεκτρικές συσκευές οικιακής χρήσης κ.ά.) είναι κάτι που απουσιάζει από τη χώρα μας. Ο πολίτης προμηθεύεται τις τεχνολογίες αυτές με βάση τους κανόνες της αγοράς (σε τιμές αρκετά μεγαλύτερες από άλλα Ευρωπαϊκά Κράτη και τις ΗΠΑ) και όχι με βάση τα διεθνή κριτήρια τεκμηρίωσης ποιότητας, τα οποία άλλωστε δεν είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει. Δεν προστατεύονται οι πολίτες από τη διαφορετικότητα στην απόδοση και στον χρόνο ζωής των τεχνολογιών που προμηθεύονται. Δεν είναι όλα ίδια και η πιστοποίηση-διαπίστευση είναι κυρίες ασχολίες ενός σύγχρονου κράτους.

2. Η διείσδυση των τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις κατασκευές είναι πολύ πίσω στη χώρα μας, αφού εμπλέκεται ένας πολυδαίδαλος γραφειοκρατικός μηχανισμός σε μια απλή διαδικασία (παράγω ενέργεια που τη διοχετεύω στο δίκτυο και αγοράζω ενέργεια από το ίδιο δίκτυο όταν τη χρειάζομαι). Πριν από περίπου 8 χρόνια στη Γερμανία με μια απλή στρατηγική ενσωμάτωσαν 100.000 φωτοβολταϊκά συστήματα στις κατασκευές κατοικιών και στο τοπικό δίκτυο με βασικό έγγραφο το τιμολόγιο αγοράς και εγκατάστασης του φωτοβολταϊκού συστήματος (από διαπιστευμένες εταιρείες). Τα σχετικά πιστοποιητικά έγγραφα κατατίθεντο σε μια γερμανική τράπεζα και οι πολίτες είχαν επιστροφή το 50% του συνολικού κόστους χωρίς καμιά περαιτέρω συναλλαγή ή ευνοϊκή τιμολογιακή μεταχείριση από τους φορείς ενέργειας. Η πράσινη αυτή απελευθέρωση της ενέργειας έλαβε χώρα στην περιοχή του Βερολίνου, όπου η εισερχόμενη ηλιακή ενέργεια εκτιμάται στο 30% της εισερχόμενης στις νότιες περιοχές της χώρας μας. Πριν από περίπου 15 χρόνια υβριδικά συστήματα που συνδυάζουν ηλιακή και αιολική ενέργεια εγκαθίσταντο σε απομονωμένες κατοικίες στις ΗΠΑ, ενώ στη χώρα μας μπορεί ακόμη να αποτελούν πιλοτικό πρόγραμμα. Πριν από μερικά χρόνια η Ισπανία ενσωμάτωσε υποχρεωτικά τα ηλιακά συστήματα στις κατασκευές με αλλαγές στον οικοδομικό της κανονισμό.

3. Η έλλειψη στοχευμένης έρευνας στο τομέα της τεχνολογίας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) αλλά και των νέων τεχνολογιών ενέργειας που προωθούνται σε διεθνές επίπεδο είναι ένα μεγάλο πλήγμα στην οικονομία μας. Τις μέρες μας αλλά και μεσο-μακροπρόθεσμα θα συνεχίσουμε να εισάγουμε τεχνολογικά προϊόντα για τον ενεργειακό τομέα και δεν θα έχουμε αναπτύξει δική μας τεχνολογία ή έστω μέρος διεθνούς εμπορικής τεχνολογίας ευρείας χρήσης. Η καινοτομία στις νέες τεχνολογίες δεν έχει εξαντληθεί και υπάρχει χώρος για στοχευμένη δράση.

4. Ολες οι πρωτοπόρες σε εκμετάλλευση αιολικής ενέργειας χώρες έχουν προ πολλού οριοθετήσει με σύγχρονα ψηφιακά μέσα και σύγχρονες μεθοδολογίες εκτίμησης του αιολικού δυναμικού τις γεωγραφικές περιοχές ισχυρού/ βιώσιμου αιολικού δυναμικού, με ταυτόχρονη ενσωμάτωση στη γεωγραφική τους οριοθέτηση των ειδικών περιοχών στις οποίες δεν επιτρέπεται η ανάπτυξη υποδομών (περιοχές ιδιαίτερου ενδιαφέροντος όπως αρχαιολογικοί χώροι, σπάνια οικοσυστήματα κτλ.). Ο υποψήφιος επενδυτής «βλέπει και επιλέγει» τις περιοχές εγκατάστασης υποδομών σε όλη τη χώρα ή σε έναν νομό και επενδύει με ευθύνη του κράτους. Ο επενδυτής των προαναφερόμενων χωρών δεν υποχρεούται στο επιχειρηματικό του σχέδιο να συμπεριλαμβάνει εκτεταμένη μελέτη βιωσιμότητας που εξαρτάται: Από το τοπικό αιολικό δυναμικό (που στη χώρα μας το υπολογίζει με δικό του κόστος), από τη μελέτη αποφυγής περιοχών με απαγορευτικά κριτήρια εγκατάστασης, από έναν σημαντικό αριθμό αδειοδοτήσεων από τοπικούς και κεντρικούς φορείς.

Στην υδροηλεκτρική ενέργεια και στη βροχή γενικότερα τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής στα πρότυπα του καιρού και στη νεφοκάλυψη του ουρανού θα μεταβάλλουν τα κλιματολογικά στοιχεία της βροχόπτωσης στις υδρολογικές λεκάνες. Η μεθοδολογία για τον στρατηγικό σχεδιασμό των υποδομών οφείλει να ακολουθήσει πιο σύγχρονες μεθόδους μετρήσεων της βροχής από τη νέα τεχνολογία παρατήρησης των μετεωρολογικών radars (Weather Radar) που πρόσφατα εγκαταστάθηκαν στην ΕΜΥ. Οι μετρήσεις από τα radars αποτυπώνουν το ύψος βροχής σε όλη την επικράτεια. Η σύγχρονη αυτή μεθοδολογία της κλιματολογίας του φαινόμενου της βροχής είναι χρήσιμη και για τον προσδιορισμό της ετήσιας απόδοσης των υφιστάμενων υδροηλεκτρικών υποδομών. Τα δεδομένα των radars μαζί με δορυφορικά δεδομένα της χιονόπτωσης παρέχουν μια πολύ καλύτερη εκτίμηση του νερού που διατίθεται από την ατμόσφαιρα για τις ανάγκες κάθε χώρας σε σχέση με τις σημειακές μετρήσεις των παραδοσιακών μετεωρολογικών σταθμών. Τα επόμενα χρόνια η εντατικοποίηση της μελέτης των κλιματολογικών συστημάτων του καιρού και η σταδιακά μεγαλύτερη διαλειτουργικότητα της αριθμητικής προσομοίωσης (πρόγνωσης) του καιρού και του κλίματος με τα τοπικά υδρολογικά μοντέλα θα βελτιώσουν την ακρίβεια της ετήσιας πρόγνωσης του δυναμικού υδροηλεκτρικής ενέργειας.

Ο κ. Π. Σπυράκης είναι καθηγητής Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών και διευθυντής στο ΕρευνητικόΑκαδημαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών (ΕΑΙΤΥ) και ο κ. Β. Κωστόπουλος μετεωρολόγος (σμήναρχος ε.α.), σύμβουλος Στρατηγικής στο ΕΑΙΤΥ.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 27/10/2009)