Περισσότερα από έξι χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου του Ιράκ, οι μεγάλες πετρελαϊκές αποκτούν πλέον πρόσβαση στα κοιτάσματα πετρελαίου της χώρας. Παρόλα αυτά, οι όροι με τους οποίους θα αποκτήσουν το δικαίωμα αυτό δεν είναι όσο ευνοϊκοί θα επιθυμούσαν, δείγμα των δύσκολων ημερών που περνούν και του έντονου ανταγωνισμού που επικρατεί.

Περισσότερα από έξι χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου του Ιράκ, οι μεγάλες πετρελαϊκές αποκτούν πλέον πρόσβαση στα κοιτάσματα πετρελαίου της χώρας. Παρόλα αυτά, οι όροι με τους οποίους θα αποκτήσουν το δικαίωμα αυτό δεν είναι όσο ευνοϊκοί θα επιθυμούσαν, δείγμα των δύσκολων ημερών που περνούν και του έντονου ανταγωνισμού που επικρατεί.

 

Οι αναλυτές τονίζουν ότι οι πετρελαϊκές προτιμούν να συμμετέχουν σε συμφωνίες με μειωμένα περιθώρια κέρδους σήμερα, ώστε να μπορέσουν στο μέλλον να αποκτήσουν ευνοϊκότερα συμβόλαια εκμετάλλευσης. Όπως αναφέρει η ΙΗΤ σε άρθρο της, το νορβηγικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων σχολιάζει πως «η ελκυστικότητα αυτών των κοιτασμάτων για τις εταιρείες δεν έχει σχέση με το κέρδος ανά βαρέλι, το οποίο είναι χαμηλό, αλλά με την αξία τους ως εισιτήρια στον χώρο του νοτίου Ιράκ». Υπογραμμίζει ότι «σε όρους μεγέθους και δυνατοτήτων, η περιοχή της Βασόρας παραμένει ψηλά στο ενδιαφέρον για την μελλοντική ανάπτυξη των πετρελαϊκών».

 

Είχε προηγηθεί τον Ιούνιο ένας αποτυχημένος γύρος δημοπράτησης από τον οποίο προέκυψε μόλις μια συμφωνία εκμετάλλευσης. Τον τελευταίο μήνα όμως, υπέγραψαν συμβόλαια οι αμερικανικές ExxonMobil και Occidental Petroleum, με περίπου τους ίδιους όρους που απέρριψαν το καλοκαίρι. Εκτιμάται ότι οι συμφωνίες για τα τρία μεγαλύτερα κοιτάσματα είναι σε θέση να τοποθετήσουν και πάλι τη χώρα στην κορυφή των παραγωγών πετρελαίου παγκοσμίως, κάτι που θα μεταβάλει τις ισορροπίες στον OPEC και θα αυξήσει τις εντάσεις με τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Στις 11 Δεκεμβρίου αναμένεται ότι θα προσφερθούν άλλα δέκα συμβόλαια προς δημοπράτηση στη Βαγδάτη.

 

Στοιχείο-κλειδί στις εξελίξεις είναι οι επερχόμενες εκλογές στο Ιράκ, καθώς η νέα κυβέρνηση θα μπορούσε να ακυρώσει τις υπάρχουσες συμφωνίες. Με βάση αυτές, οι πετρελαϊκές έχουν συμφωνήσει να παρέχουν υπηρεσίες, αποκομίζοντας ένα συγκεκριμένο ποσό για κάθε βαρέλι που παράγεται. Οι εταιρείες πάντως προτιμούν ένα καθεστώς με το οποίο θα διαθέτουν μερίδιο επί της διαθέσιμης ποσότητας του ίδιου του πετρελαίου.

 

Οι συμφωνίες αυτού του είδους όμως θυμίζουν στους ιρακινούς την εποχή της αποικιοκρατίας, όταν οι πετρελαϊκές ήλεγχαν τους φυσικούς πόρους της χώρας τους. Ο υπουργός Πετρελαίου, Χουσείν αλ-Σαριστάνι, δήλωσε σχετικά:

 

«Έχουμε δείξει ότι μπορούμε να προσελκύσουμε τις ξένες πετρελαϊκές να επενδύσουν στο Ιράκ και να αυξήσουν την παραγωγή μέσω συμβολαίων παροχής υπηρεσιών. Δεν θα διαθέτουν μερίδιο επί του πετρελαίου και η χώρα μας θα διαθέτει τον πλήρη έλεγχο της παραγωγής».

 

Παράλληλα όμως, η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι έχει ανάγκη την τεχνογνωσία των εταιρειών αυτών, καθώς και τους πόρους τους. Ανακοίνωσε πρόσφατα την ολοκλήρωση τριών συνολικά συμφωνιών. Κοινοπραξία της ιταλικής Eni, της Occidental και της Korea Gas υπέγραψαν προσύμφωνο για το κοίτασμα Ζουμπαίρ, το οποίο υπολογίζεται στα 4,1 δις βαρέλια. Επίσης, εγκρίθηκε η συμφωνία της ΒΡ και της China National Petroleum για το κοίτασμα Ρουμάιλα, το οποίο είναι από τα μεγαλύτερα του πλανήτη και διαθέτει 17,8 δις βαρέλια. Πρόσφατα, η ExxonMobil και η Shell συμφώνησαν για την εκμετάλλευση του West Qurna, το οποίο εκτιμάται στα 8,6 δις βαρέλια.

 

Η κυβέρνηση αναμένει ότι η παραγωγή των τριών αυτών κοιτασμάτων θα φτάσει τα 7 εκατ. βαρέλια ημερησίως μέσα σε έξι χρόνια, από 2,5 εκατ. που είναι σήμερα. Η αύξηση αυτή θα φέρει το Ιράκ στην τέταρτη θέση των μεγαλύτερων παραγωγών διεθνώς από την 13η που καταλαμβάνει αυτή τη στιγμή.

 

Οι μεγάλες πετρελαϊκές φαίνεται πως αναγκάζονται να υιοθετήσουν μια διαλλακτική στάση, καθώς οι νέες ανακαλύψεις κοιτασμάτων τείνουν να μειώνονται την τελευταία δεκαετία και οι κυβερνήσεις στρέφονται πλέον προς τον περιορισμό της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Στην περίπτωση του West Qurna, οι δύο εταιρείες δέχτηκαν να πληρώνονται 1,90 δολάρια για κάθε βαρέλι, αντί για 4 δολάρια που είχαν προτείνει το καλοκαίρι.

 

Τέλος, η άνοδος της παραγωγής του Ιράκ θα προκαλέσει τριβή με τον OPEC, ο οποίος επιβάλει περιορισμούς στα επίπεδα που παράγουν τα μέλη του. Το Ιράκ εξαιρείται από τους κανόνες αυτούς από το 1990, όταν επιβλήθηκαν μέτρα εναντίον του, ενώ οι Ιρακινοί αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι θα πρέπει να τους επιτραπεί η αύξηση αυτή, διότι τα προηγούμενα χρόνια οι υπόλοιποι παραγωγοί επωφελήθηκαν από τη μειωμένη παραγωγική ικανότητα του ίδιου.


(η εικόνα προέρχεται από το BBC)