Η πρόταση που υπέβαλαν στις αρχές της εβδομάδας πετρελαϊκές εταιρείες της Κίνας για αγορά έξι δισ. βαρελιών πετρελαίου της Νιγηρίας έναντι 50 δισ. δολαρίων ήταν η τελευταία κρούση του ενεργοβόρου ασιατικού γίγαντα στη δεύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα της Αφρικής. Eχουν προηγηθεί οι αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις του φθινοπώρου ανάμεσα στις νιγηριανές αρχές και την κινεζική CNOOC για την εκμετάλλευση των πετρελαϊκών αποθεμάτων της Νιγηρίας.
Η πρόταση που υπέβαλαν στις αρχές της εβδομάδας πετρελαϊκές εταιρείες της Κίνας για αγορά έξι δισ. βαρελιών πετρελαίου της Νιγηρίας έναντι 50 δισ. δολαρίων ήταν η τελευταία κρούση του ενεργοβόρου ασιατικού γίγαντα στη δεύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα της Αφρικής. Eχουν προηγηθεί οι αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις του φθινοπώρου ανάμεσα στις νιγηριανές αρχές και την κινεζική CNOOC για την εκμετάλλευση των πετρελαϊκών αποθεμάτων της Νιγηρίας.

Προσέκρουσαν όμως στην πολιτική αστάθεια της αφρικανικής χώρας και την κωλυσιεργία που προκαλούν οι αντιδράσεις δυτικών εταιρειών που, με προεξάρχουσα τη Royal Dutch Shell, έχουν κηρύξει τον πόλεμο στις κινεζικές εταιρείες. Επίκειται, όμως, σε διάστημα δύο-τριών εβδομάδων ψήφισμα της Νιγηρίας, επί του Νομοσχεδίου για τις Βιομηχανίες Πετρελαίου, που καλύπτει τόσο την άντληση όσο και τη διύλιση του μαύρου χρυσού και καθορίζει το νέο καθεστώς των συμφωνιών ανάμεσα στην κυβέρνηση και τις διεθνείς πετρελαϊκές. Πρόθεση της νιγηριανής κυβέρνησης είναι προφανώς να επωφεληθεί από τον ανταγωνισμό μεταξύ ξένων πετρελαϊκών εταιρειών αλλά και μεταξύ των πλέον ενεργοβόρων οικονομιών, κυρίως της Κίνας και των ΗΠΑ, που αγωνίζονται να διασφαλίσουν τη μερίδα του λέοντος στα πετρέλαια της μαύρης ηπείρου. Το φθινόπωρο, κι ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις της κινεζικής εταιρείας με τις νιγηριανές αρχές, η Royal Dutch Shell δήλωσε αποφασισμένη να εμποδίσει με κάθε τρόπο την κυβέρνηση να εκχωρήσει τον έλεγχο των πετρελαιοπηγών της χώρας σε κινεζικές ανταγωνίστριές της.

Σημειωτέον ότι η Shell έχει σαφώς την πρωτοκαθεδρία στην Αφρική και το 2005 η παραγωγή της αντιπροσώπευε το 40% του συνόλου της παραγωγής στη χώρα. Εχει, ωστόσο, περιορισθεί στο ήμισυ εξαιτίας του εμφυλίου και των επιθέσεων που δέχονται οι εγκαταστάσεις της από ισλαμιστές αντάρτες με αποτέλεσμα συχνές διακοπές στη λειτουργία τους.

Παρά την ισχυρή παρουσία που έχει διασφαλίσει στην ήπειρο τα τελευταία πέντε χρόνια, η Κίνα τελευταία αντιμετωπίζει αντιξοότητες και σε άλλες αφρικανικές χώρες, όπως την Ανγκόλα, τη Λιβύη και την Αλγερία. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Λιβύη προέβαλε βέτο στην προσφορά που υπέβαλε η κινεζική China National Petroleum Corp. για την εξαγορά της Venerex Energy Inc. έναντι 462 δισ. δολαρίων.

Λίγες ημέρες αργότερα η Sonangol, κρατική εταιρεία της Ανγκόλας, εξέφρασε την πρόθεση να εμποδίσει την εξαγορά του 20% των πετρελαιοπηγών της Marathon Oil Corp. από την China PetroChemical Corp. με το επιχείρημα ότι δεν επιθυμεί τόσο μεγάλο βαθμό εξάρτησης από έναν και μόνο πελάτη.

Οι εξελίξεις αλλάζουν το τοπίο για την Κίνα, που τα τελευταία χρόνια είχε κατορθώσει να υπερισχύσει των ΗΠΑ σε αυτό τον αγώνα δρόμου για τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων της Αφρικής. Από το 2006, και το πρώτο σινο-αφρικανικό φόρουμ που πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο, η Ασία ανέλαβε μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου και των επενδύσεων στην Αφρική από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που κυριαρχούσαν ώς τότε. Οχημα για την κυριαρχία της Κίνας ήταν οι κολοσσιαίες επενδύσεις της σε έργα υποδομής που έχουν μεταμορφώσει ορισμένες από τις πλέον φτωχές χώρες της Μαύρης Ηπείρου. Η οικονομική βοήθεια προς τη μαύρη ήπειρο ξέφυγε έκτοτε από τα στενά όρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το σύνολο των δανείων, επενδύσεων, χορηγιών και οικονομικών επενδύσεων της Κίνας στην Αφρική υπολογίζεται ότι αγγίζει τα 50 δισ. δολάρια.

Οι εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στην Αφρική και την Κίνα αυξάνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια, με ετήσιο ρυθμό τουλάχιστον 30%. Το 2008 έφθασαν στα 107 δισ. δολάρια εκτοπίζοντας για πρώτη φορά τον έως τότε σημαντικότερο εμπορικό εταίρο της Αφρικής, τις ΗΠΑ. Εχουν, άλλωστε, δεκαπλασιασθεί από το 2001, ενώ οι επενδύσεις της σε όλη τη μαύρη ήπειρο υπερβαίνουν τα έξι δισ. δολάρια, με περισσότερα από 200 προγράμματα σε οδικά δίκτυα, μονάδες παραγωγής ενέργειας και τηλεπικοινωνίες. Ο ασιατικός γίγαντας επιστράτευσε αυτήν τη μακρόπνοη στρατηγική για να ανταγωνιστεί με αξιώσεις τις μεγάλες πετρελαϊκές της Δύσης, τις Chevron, Royal Dutch Shell, Total και Exxon Mobil, που διατηρούν μακροχρόνιες σχέσεις συνεργασίας με τις δύο σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της Αφρικής, τη Νιγηρία και την Ανγκόλα.

Ο επεκτατισμός της Κίνας στην Αφρική έχει, άλλωστε, προκαλέσει, μάλλον εκ του πονηρού, δριμύτατες επικρίσεις από πλευράς των Δυτικών που κατηγορούν τον «δράκο» της Ασίας για τη συνεργασία του και την αρωγή που προσφέρει σε ολοκληρωτικά και αιμοσταγή καθεστώτα της Αφρικής.

Σύμφωνα, όμως, με σχετικό δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal, η κινεζική στρατηγική αρχίζει πλέον να μην αποδίδει, καθώς οι κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις αφρικανικές χώρες επιστρατεύουν εργατικό δυναμικό από την Κίνα, ενσπείροντας πικρία στους ντόπιους πληθυσμούς. Ενδεικτικά η εφημερίδα επικαλείται τις ταραχές που ξέσπασαν τον περασμένο Αύγουστο στην πρωτεύουσα της Αλγερίας, όταν οι ντόπιοι κατηγόρησαν τους Κινέζους μετανάστες πως δεν σέβονταν τα τοπικά μουσουλμανικά ήθη αλλά και πως έκλεβαν θέσεις εργασίας από τους Αλγερινούς. Τον Σεπτέμβριο, άλλωστε, οικονομικός σύμβουλος του Νιγηριανού προέδρου δήλωσε στη βρετανική εφημερίδα Financial Times πως ίσως να μην ευοδωθούν αυτή τη φορά τα σχέδια της κινεζικής εταιρείας στη Νιγηρία, καθώς η κυβέρνηση «ενδιαφέρεται να διατηρήσει τους παραδοσιακούς της φίλους».

Αλλαγή συσχετισμών στην Ανγκόλα

Σε ό,τι αφορά την Ανγκόλα, δεν είναι σαφές αν η Κίνα θα κατορθώσει τελικά να πείσει την κυβέρνηση της χώρας να της πουλήσει μερίδιο της εταιρείας Marathon. Οποια κι αν είναι, πάντως, η τύχη των άμεσων σχεδίων της Κίνας για την Ανγκόλα, είναι σαφής η αλλαγή στάσης της αφρικανικής χώρας. Φαίνεται ότι δεν έχει ανάγκη την Κίνα τόσο όσο στο παρελθόν και δεν σκοπεύει να συνεχίσει να της παραχωρεί το προνομιακό καθεστώς που είχε εξασφαλίσει στις διμερείς τους σχέσεις τα τελευταία πέντε χρόνια. Ενώ η Κίνα ήταν εκείνη που προσέφερε στην Ανγκόλα εναλλακτική λύση δανεισμού έναντι των πιεστικών όρων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι όροι φαίνεται να έχουν αντιστραφεί. Το φθινόπωρο, το ΔΝΤ υπέγραψε με την Ανγκόλα σχέδιο συμφωνίας που ενδέχεται να προλειάνει το έδαφος για μια σειρά δανείων από δυτικές τράπεζες.

Δεδομένου ότι έλαβε και από την Χίλαρι Κλίντον υποσχέσεις για επενδύσεις των ΗΠΑ μέσω της Chevron, ίσως η αφρικανική χώρα χαλαρώσει τον σφικτό εναγκαλισμό της Κίνας. Σε αυτήν την περίπτωση, η Κίνα θα πρέπει μάλλον να καταβάλει υψηλότερο τίμημα για να προωθήσει τις βλέψεις της στο πετρέλαιο της Αφρικής...

Οι σχέσεις με ΗΠΑ

Στο μεταξύ, εντείνεται το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Μαύρη Ηπειρο, όπως κατέδειξε η επίσκεψη του προέδρου Ομπάμα το καλοκαίρι και η περιοδεία της υπουργού εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον. H Αφρική διαθέτει μια συγκριτικά μικρή μερίδα των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου, μόλις 9%, όταν στη Μέση Ανατολή βρίσκεται σχεδόν το 62%. Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ είναι ευθέως ανάλογο με την εξάρτησή τους από τους ενεργειακούς πόρους της Αφρικής. Σύμφωνα με την Bank of America, τα τελευταία χρόνια οι ΗΠΑ καλύπτουν σαφώς μεγαλύτερη μερίδα των ενεργειακών τους αναγκών από την Αφρική παρά από τη Μέση Ανατολή. Τα αίτια του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για τα πετρέλαια της Αφρικής είναι, πάντως, πιο σύνθετα. Το αφρικανικό πετρέλαιο είναι υψηλής ποιότητας και απαιτεί πολύ μικρότερο κόστος διύλισης και επεξεργασίας. Οπως, άλλωστε, επισημαίνει σχετικό δημοσίευμα του περιοδικού ΤΙΜΕ, σε ό, τι αφορά ειδικότερα τις ΗΠΑ, η Δυτική Αφρική είναι πλησιέστερα στις αμερικανικές ακτές από τις χώρες της Μέσης Ανατολής.

Εξάλλου, μεγάλο μέρος των ενεργειακών τους αποθεμάτων βρίσκεται στη θάλασσα και δεν είναι αναγκαία η κατασκευή αγωγών για τη μεταφορά του από τη μια χώρα στην άλλη. Η ιδιαιτερότητα αυτή έχει ώς ένα βαθμό περιφρουρήσει την άντληση του πετρελαίου από την πολιτική συγκυρία, σε αντίθεση με άλλες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, από το Μεξικό μέχρι τη Ρωσία. Ακόμη και στη Νιγηρία, η κατάσταση είναι πολύ πιο ελεγχόμενη από εκείνη που επικρατεί στο Ιράκ. Συμβουλευτικοί φορείς της αμερικανικής κυβέρνησης προεξοφλούν πως και μόνον ο Κόλπος της Γουινέας στη Δυτική Αφρική θα προμηθεύει τις ΗΠΑ με το 20% έως 25% των εισαγωγών τους μέχρι το 2020.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 12/12/2009)