Το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος γίνεται πιο αυστηρό σε σχέση με το παρελθόν, καθώς οι ηγέτες της Ευρώπης θέλουν να αποφύγουν τις υπερβολές του παρελθόντος που οδήγησαν στη σημερινή οικονομική κρίση, τη μεγαλύτερη στη μεταπολεμική περίοδο.
Το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος γίνεται πιο αυστηρό σε σχέση με το παρελθόν, καθώς οι ηγέτες της Ευρώπης θέλουν να αποφύγουν τις υπερβολές του παρελθόντος που οδήγησαν στη σημερινή οικονομική κρίση, τη μεγαλύτερη στη μεταπολεμική περίοδο. Μετά την απόφαση του Συμβουλίου Ecofin την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες για τη σύσταση των τριών νέων πανευρωπαϊκών αρχών εποπτείας - των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιριών και των χρηματιστηριακών αγορών - τη σκυτάλη πήρε η βρετανική Κυβέρνηση με την ανακοίνωση ενός ειδικού φόρου 50% στα μπόνους που δίνουν οι τράπεζες του Σίτι του Λονδίνου στα ανώτατα στελέχη τους, για ποσά που υπερβαίνουν τις 25.000 λίρες.

Ο βρετανός Πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν διευκρίνισε ότι τον φόρο αυτό θα πρέπει να πληρώνουν οι τράπεζες, έτσι ώστε να λειτουργεί ως αντικίνητρο στην προσφυγή σε ριψοκίνδυνες για τη σταθερότητα του συστήματος επιλογές και ταυτόχρονα να συνεισφέρουν σεβαστό ποσό στο πλαίσιο της κοινωνικής τους ευθύνης (από το φόρο στα μπόνους υπολογίζεται ότι θα υπάρξει ένα έξτρα ποσό της τάξης των 500 εκατ. λιρών στον βρετανικό προϋπολογισμό). Το φόρο 50% στα μπόνους έσπευσε να υιοθετήσει ο Πρόεδρος της Γαλλίας κ. Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία για τις υπερβολές των τραπεζών, θέτοντας μάλιστα ως όριο τις 27.000 ευρώ, δηλαδή το ισοδύναμο των 25.000 λιρών. Ακολούθησε η ανακοίνωση από τη μεγάλη αμερικανική επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs ότι ανακαλεί την απόφασή της να μοιράσει μπόνους σε μετρητά στα 30 ανώτατα στελέχη της. Στην ανακοίνωσή της, η επενδυτική τράπεζα ανέφερε ότι έλαβε υπόψη της στην απόφασή της αυτή την αντίδραση της κοινής γνώμης.

Ο κ. Μπράουν παίρνει συνεχώς πρωτοβουλίες για τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αν και η Μεγάλη Βρετανία ήταν μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες οι στυλοβάτες του μικρότερου δυνατού ελέγχου και της αυτορρύθμισης των αγορών που οδήγησαν στα σημερινά προβλήματα. Το τελευταίο διάστημα υποστηρίζει φανατικά την επιβολή σε παγκόσμιο επίπεδο του λεγόμενου φόρου Τόμπιν στις συναλλαγές που αφορούν κινήσεις κεφαλαίων μεταξύ νομισμάτων, ο οποίος αποσκοπεί στο να περιορίσει τις βραχυπρόθεσμες κερδοσκοπικές κινήσεις κεφαλαίων. Ωστόσο, στην επιβολή του φόρου Τόμπιν δεν είναι έτοιμες να συναινέσουν οι ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι τον θέλουν και η Γαλλία και η Γερμανία.

Παρά την κοινή δήλωση της Ομάδας των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου να προχωρήσουν σε μία νέα αρχιτεκτονική στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, είναι εμφανής η δυσκολία να υπάρξουν συναινέσεις σε επιμέρους ζητήματα. Ούτε ο φόρος 50% στα μπόνους των τραπεζών βρήκε αποδοχή, τουλάχιστον μέχρι τώρα, από μεγάλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία. Στην Αμερική, το ζήτημα των μπόνους των τραπεζών που έχουν ενταχθεί στο σχέδιο διάσωσής τους μελετάται ακόμη εκ μέρους της Κυβέρνησης, ενώ στη Γερμανία η Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ χαρακτήρισε ελκυστική την ιδέα του φόρου, αλλά απέφυγε να πει, όπως ο κ. Σαρκοζί, ότι θα προχωρήσει στην εφαρμογή του.

(ΠΗΓΗ: ΑΠΕ)