Οι τιμές του σιδήρου έχουν αυξηθεί στα υψηλότερά τους επίπεδα του τελευταίου ενάμισι έτους, μετά την απόφαση της Ινδίας να επιβάλει δασμό 5% στις εξαγωγές της. Την ίδια στιγμή, η ισχυρή διεθνής ζήτηση και η μειωμένη κινεζική παραγωγή οδήγησαν τις τιμές σε αύξηση 30% τον τελευταίο μήνα.

Οι τιμές του σιδήρου έχουν αυξηθεί στα υψηλότερά τους επίπεδα του τελευταίου ενάμισι έτους, μετά την απόφαση της Ινδίας να επιβάλει δασμό 5% στις εξαγωγές της. Την ίδια στιγμή, η ισχυρή διεθνής ζήτηση και η μειωμένη κινεζική παραγωγή οδήγησαν τις τιμές σε αύξηση 30% τον τελευταίο μήνα.

 

Η τιμή του αυστραλιανού σιδηρομεταλλεύματος, το οποίο αποτελεί και δείκτη, έφτασε χθες τα 124,80 δολάρια ανά τόνο (συμπεριλαμβανομένου του κόστους μεταφοράς) στο χρηματιστήριο της Σιγκαπούρης. Πρόκειται για την υψηλότερη τιμή από τον Σεπτέμβριο του 2008, όπως αναφέρουν οι FT.

 

Η εισαγωγή του δασμού στην Ινδία υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο σίδηρος που μέχρι πρότινος θεωρείτο ένα σταθερό εμπόρευμα, πλέον αρχίζει να εξελίσσεται σε μια πρώτη ύλη γεωπολιτικής σημασίας. Οι αναλυτές τονίζουν πως η απόφαση της ινδικής κυβέρνησης έχει ως στόχο τον περιορισμό των εξαγωγών και την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής χάλυβα. Παράλληλα, η ανάπτυξη των πόλεων στις αναπτυσσόμενες χώρες απαιτεί μεγάλες ποσότητες και τοποθετεί τον σίδηρο στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, μαζί με το πετρέλαιο.

 

Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας παγκοσμίως και το ένα πέμπτο των ποσοτήτων που αγοράζει προέρχονται από την Ινδία, τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα. Το ράλι της τιμής του σιδήρου έρχεται σε ένα χρονικό σημείο στο οποίο οι μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, όπως η Rio Tinto και η BHP Billiton διαπραγματεύονται τα συμβόλαιά τους για την περίοδο 2010-2011.

 

Χωρίς τα κόστη μεταφοράς, οι τωρινές τιμές spot είναι 80% αυξημένες σε σχέση με τα 61 δολάρια ανά τόνο τα οποία ίσχυαν κατά μέσο όρο για τα ετήσια συμβόλαια του 2009-2010. Η Macquarie εκτιμά πως οι τιμές πρόκειται να αυξηθούν φέτος κατά 30%, ως αποτέλεσμα της μικρότερης του αναμενομένου ανάκαμψης της κινεζικής παραγωγής και της εξαγωγής μεγαλύτερων ποσοτήτων προς τις άλλες χώρες της περιοχής της νοτιοανατολικής Ασίας.