Η διαστημική πτήση βρίσκεται και πάλι σε ένα κομβικό σημείο. Τον προσεχή Σεπτέμβριο, μετά από 29 χρόνια επανδρωμένων αποστολών, το διαστημικό λεωφορείο πρόκειται να πετάξει για τελευταία φορά. Το μέλλον των αμερικανικών αποστολών αναλύεται στα υψηλότερα κυβερνητικά κλιμάκια, ενώ η σχετική απόφαση αναμένεται στις αρχές Φεβρουαρίου.

Η διαστημική πτήση βρίσκεται και πάλι σε ένα κομβικό σημείο. Τον προσεχή Σεπτέμβριο, μετά από 29 χρόνια επανδρωμένων αποστολών, το διαστημικό λεωφορείο πρόκειται να πετάξει για τελευταία φορά. Το μέλλον των αμερικανικών αποστολών αναλύεται στα υψηλότερα κυβερνητικά κλιμάκια, ενώ η σχετική απόφαση αναμένεται στις αρχές Φεβρουαρίου.

Τον Οκτώβριο, ειδική επιτροπή είχε εκφράσει την άποψη ότι χωρίς αύξηση των δαπανών, οι αμερικανικές επανδρωμένες αποστολές «βρίσκονται σε μια ασταθή τροχιά». Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, δηλαδή ο ηγέτης στην εξερεύνηση του διαστήματος, θα πάψει να στέλνει αστροναύτες. Αλλά προκειμένου να ανανεωθεί το ενδιαφέρον, η κυβέρνηση Ομπάμα πρέπει να υλοποιήσει ένα τολμηρό όραμα, ικανό να πραγματοποιήσει και πάλι τις επανδρωμένες πτήσεις και να τις χρηματοδοτήσει.

Ο μόνος πραγματικός λόγος για τη συνέχισή τους είναι το να κάνουμε τους αστροναύτες εξερευνητές και πάλι. Ένα ανανεωμένο πρόγραμμα μπορεί να τους στείλει βαθιά στο διάστημα για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες και θα πρέπει να συμπεριλάβει και τη διεθνή υποστήριξη, ώστε να διαμοιραστεί το κόστος.

Στα 40 χρόνια από την επιστροφή του Απόλλων 17 από τη Σελήνη (Δεκέμβριος του 1972), κανείς δεν έχει ταξιδέψει μακρύτερα από τη Γη, παρά μόνο σε αποστάσεις που διανύει κάποιος με το αυτοκίνητό του καθημερινά. Η υψηλότερη τροχιά στην οποία κινήθηκε ποτέ το διαστημικό λεωφορείο ήταν μόλις 500-600 χιλιόμετρα. Αντιθέτως, στη δεκαετία του 1960, τα σχετικά πρωτόγονα Gemini έφταναν τα 1.300 χιλιόμετρα στις αποστολές τους.

Ο Διεθνής Διαστημικός Σταθμός ( ISS) βρίσκεται κοντά στα 300χμ από τη Γη, τόσο χαμηλά ώστε συχνά χρειάζεται ώθηση προς τα πάνω για να αντισταθμίσει την τριβή από την ατμόσφαιρα η οποία τον χαμηλώνει. Επίσης, διαγράφει τροχιά δίχως έναν προορισμό συγκεκριμένο.

Παρά την αξιόλογη τεχνογνωσία και τις ικανότητες των αστροναυτών, δεν μπορεί κανείς να βαπτίσει τις αποστολές αυτές που δεν «ανοίγονται» πέρα από το λιμάνι ως πραγματική εξερεύνηση. Επίσης, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης έχει εξασθενήσει σημαντικά από την εποχή του Απόλλων.

Βεβαίως, οι αποστάσεις και οι δύσκολοι προορισμοί δεν χρειάζεται να αποτελούν αυτοσκοπό – ο Διαστημικός Σταθμός άλλωστε είναι χρήσιμος και για τη διεθνή συνεργασία και για την έρευνα στην ανθρώπινη διαστημική πτήση μεγάλης διάρκειας. Το τέλος του διαστημικού λεωφορείου παρέχει μια ξεκάθαρη ευκαιρία για νέες επανδρωμένες αποστολές πέρα από τη Γη.

Μια από τις τρεις επιλογές που εξέτασε η επιτροπή προβλέπει μια «ευέλικτη οδό» προς τον Άρη. Στο σενάριο αυτό, μια σειρά από όλο και πιο τολμηρές αποστολές σε ενδιάμεσους προορισμούς θα επιτρέψουν την ανάπτυξη εκείνων των τεχνολογιών και ικανοτήτων που θα οδηγήσουν σε μια προσγείωση στον Κόκκινο Πλανήτη αργότερα στον αιώνα αυτό. Επίσης, δεν αποκλείεται και μια επιστροφή στη Σελήνη. Τα οχήματα που προορίζονται για τον Άρη μπορούν να δοκιμαστούν εκεί, αλλά το φεγγάρι δεν θα είναι ο βασικός στόχος.

Όσο η εξερεύνηση του Άρη παραμένει ένας σαφής στόχος, η προσέγγιση αυτή έχει αρκετά πλεονεκτήματα. Αρχικά αποφεύγει το υψηλό κόστος και παραμένει εντός του προϋπολογισμού της NASA, ο οποίος αυξάνεται με ρυθμό 3 δις δολάρια ετησίως. Επιτρέπει τη βαθμιαία ανάπτυξη καλύτερων τεχνολογιών, παρά την υλοποίηση ενός τεράστιου σχεδίου για τον Άρη εκ του μηδενός. Επίσης, επωφελείται από τη διεθνή συνεργασία, η οποία έχει αποδειχθεί χρήσιμη στην περίπτωση του ISS. Το βασικότερο όμως, επιτρέπει στους αστροναύτες να «βαδίσουν τολμηρά εκεί όπου δεν βάδισε κανείς», μια ρήση από τη σειρά Star Trek, την οποία δεν κατανοούσε πάντοτε η NASA.

Πέρα από τον ενθουσιασμό για τις μακρινές αποστολές, υπάρχουν και άλλα οφέλη από την εξερεύνηση των αστεροειδών κοντά στη Γη. Στις πρόσφατες δεκαετίες, ο κόσμος αντιλαμβάνεται όλο και περισσότερο τον κίνδυνο να μας χτυπήσει ένας από αυτούς. Όπως ανακάλυψαν οι δεινόσαυροι 65 εκατ. χρόνια πριν, η επίδραση ενός αστεροειδούς διαμέτρου ενός χιλιομέτρου θα ήταν καταστροφική. Μέχρι στιγμής, σχεδόν χίλια τέτοια αντικείμενα έχουν καταγραφεί, ένας αριθμός πολύ χαμηλός σε σχέση με όσα πιθανολογείται ότι υπάρχουν γύρω μας.

Μια επανδρωμένη αποστολή για τη διερεύνηση τους θα προωθούσε τις γνώσεις μας και θα οδηγούσε σε τρόπους αντιμετώπισης. Καθώς οι αστεροειδείς έχουν μικρά βαρυτικά πεδία, η προσεδάφιση σε αυτούς δεν απαιτεί ακριβά σκάφη. Αντιθέτως, οι αστροναύτες θα μπορούσαν να φτάσουν σε εκείνους φορώντας ειδικό εξοπλισμό στη στολή τους, κάτι που η NASA έχει αποδείξει ότι είναι εφικτό.

Οι αστεροειδείς αποτελούν έναν καλό ενδιάμεσο στόχο και για έναν ακόμη λόγο: Είναι αληθινά χρυσωρυχεία. Ο Έρως 433 για παράδειγμα, πιθανολογείται ότι διαθέτει περισσότερο χρυσό, ασήμι, ψευδάργυρο και άλλα μέταλλα από ότι μπορούμε να εξορύξουμε σε ολόκληρη τη Γη και είναι διαστάσεων μόλις 34,4 Χ 11,2 Χ 11,2 χμ.

Το ενδιαφέρον από τη διεθνή κοινότητα είναι υπαρκτό. Η Κίνα άλλωστε, η οποία τώρα ανοίγεται προς το διάστημα, έχει ζητήσει επανειλημμένα να συμμετάσχει στον Διαστημικό Σταθμό. Μια σειρά αποστολών με τη συμμετοχή του Καναδά, της Ευρώπης και της Ιαπωνίας θα σήμαινε πολλά για τη συνεργασία και θα αποτελούσε αντίδοτο για τις κεντρομόλες πολιτικές δυνάμεις στη Γη.

Φαίνεται πως το μονοπάτι προς τους πλανήτες περιέχει κινδύνους και ευκαιρίες. Πρέπει να το ακολουθήσουμε και για τους δύο αυτούς λόγους.

(από τους New York Times, 27/1/2010 )