Η έρευνα και εκμετάλλευση εγχώριων κοιτασμάτων δεν αποτελεί πολυτελή λύση, αλλά επιταγή μεγάλης γεωπολιτικής και οικονομικής σημασίας, ιδιαίτερα τώρα που η χώρα έχει και την ανάγκη περισσότερων άμεσων ξένων επενδύσεων.

Η έρευνα και εκμετάλλευση εγχώριων κοιτασμάτων δεν αποτελεί πολυτελή λύση, αλλά επιταγή μεγάλης γεωπολιτικής και οικονομικής σημασίας, ιδιαίτερα τώρα που η χώρα έχει και την ανάγκη περισσότερων άμεσων ξένων επενδύσεων.

Παρά τις όποιες, κατά καιρούς, μεμονωμένες επιτυχίες στην αναζήτηση και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, με κυρίαρχη την περίπτωση του Πρίνου, το υφιστάμενο θεσμικό και επιχειρησιακό πλαίσιο δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα.

Η αποτελεσματικότητα της προσπάθειας είναι, βεβαίως, συνάρτηση της κατάλληλης τεχνικής, οργανωτικής και επιχειρησιακής προετοιμασίας αλλά και του κατάλληλου χρονικού προγραμματισμού της σε συνάρτηση με τις διεθνείς προοπτικές και συγκυρίες, διότι αυτές τελικά καθορίζουν την επιτυχία μιας εκμετάλλευσης.

Στο πλαίσιο αυτό πήραμε, ως κυβέρνηση, σημαντικές πρωτοβουλίες:

Πρώτον, η αυτοδίκαιη επαναφορά στο Δημόσιο των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης επί χερσαίων και υποθαλασσίων περιοχών που είχαν παραχωρηθεί στις τότε ΔΕΠ και ΔΕΠ-ΕΚΥ (Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίου - Ερευνα και Εκμετάλλευση Υδρογονανθράκων), οι οποίες συγχωνεύθηκαν με απορρόφηση στην εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε. (ΕΛ.ΠΕ. Α.Ε.).

Δεύτερον, η ανάκτηση ενός πολύτιμου αρχείου με στοιχεία της 55ετούς εξέλιξης των ερευνών στη χώρα μας, το οποίο φυλάσσεται σήμερα υπό την απόλυτη ευθύνη του κράτους σε χώρο της ΕΛ.ΠΕ. Α.Ε. στο πλαίσιο σύμβασης παροχής υπηρεσιών που υπογράψαμε με την εταιρεία.

Τρίτον, η συγκρότηση Ειδικής Τεχνικής Επιτροπής, η οποία μελέτησε και εισηγήθηκε τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, προκειμένου να προωθηθεί και να αναβαθμισθεί η αναζήτηση, η έρευνα και η εκμετάλλευση εγχωρίων υδρογονανθράκων.

Τέταρτον, η εκπόνηση νομοθετικής ρύθμισης για τη δημιουργία δομής υψηλού επιπέδου στο Συμβούλιο Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής (ΣΕΕΣ), ένα θεσμοθετημένο κρατικό όργανο. Η δομή αυτή με τη μορφή μιας νέας Διεύθυνσης Ερευνας και Ανάπτυξης και υπό την προϋπόθεση της παροχής σε αυτήν των αναγκαίων θεσμικών, οικονομικών και ανθρώπινων μέσων, θα μπορούσε να παρέχει τεχνοκρατική υποστήριξη, να διαμορφώνει προτάσεις για την ανάπτυξη των ερευνών, να τις συντονίζει, να ασκεί έλεγχο και εποπτεία υφιστάμενων (Πρίνος) αλλά και νέων παραχωρήσεων κ.λπ. Στην ίδια ρύθμιση προβλέψαμε ότι τις αποφάσεις σχετικά με το πού και πότε θα γίνονται έρευνες θα τις λαμβάνει, κατόπιν εισήγησης του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής, Διυπουργική Επιτροπή. Παράλληλα, κάναμε τα πρώτα βήματα για τη δημιουργία νέου θεσμικού πλαισίου, συμβατού με τα διεθνή δεδομένα.

Το πρώτο βήμα είναι η προώθηση των αναγκαίων νομοθετικών αλλαγών και συγκεκριμένα: Ενσωμάτωση των οδηγιών σχετικά με την κατοχύρωση της διαφάνειας, του υγιούς ανταγωνισμού και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων επενδυτών, πρόβλεψη για αυστηρή εφαρμογή της εθνικής και κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Το δεύτερο βήμα είναι η εναρμόνιση με τις σύγχρονες διεθνείς πρακτικές και συγκεκριμένα η υιοθέτηση της δεύτερης εναλλακτικής μεθόδου παραχωρήσεων των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης.

Το τρίτο βήμα είναι η τροποποίηση της νομοθεσίας για την παροχή κατάλληλων κινήτρων -συμβατών με το Κοινοτικό Δίκαιο- με στόχο την προσέλκυση αξιόπιστων επενδυτών. Ενα παράδειγμα είναι η μείωση του συντελεστή φορολόγησης των αναδόχων από το 40% που ισχύει σήμερα σε ποσοστό που να καθιστά μια επένδυση ελκυστική και, βεβαίως, τη χώρα μας ανταγωνιστική. Σημειώνεται ότι οι περισσότερες χώρες έχουν καθιερώσει διάφορους αντισταθμιστικούς ή ανταποδοτικούς όρους, εκτός από τη φορολογία και τις αποσβέσεις, τους οποίους διαπραγματεύονται με τους υποψήφιους επενδυτές, κάτι που δεν μπορεί να γίνει στη χώρα μας με το υφιστάμενο περιοριστικό, ως προς τα εργαλεία διαπραγμάτευσης, θεσμικό πλαίσιο. Ενα δεύτερο παράδειγμα είναι η διάρκεια εκμετάλλευσης μιας περιοχής, η οποία σήμερα ορίζεται σε 25 έτη.

Τα οφέλη για το κράτος από μισθώματα, φόρους, συμμετοχές του Δημοσίου στην έρευνα και εκμετάλλευση κ.λπ. αλλά και από τις τιμές των πετρελαϊκών προϊόντων μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικά. Παράλληλα, αν αναλογιστεί κανείς ότι σε ετήσια βάση πληρώνουμε το 4,6% περίπου του ΑΕΠ για προμήθεια πετρελαιοειδών, η μείωση των εισαγωγών θα έχει θετικές επιπτώσεις τόσο στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, όσο και στον δανεισμό της χώρας.

Επιδίωξή μας ήταν η δημιουργία σύγχρονου, φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της ενεργειακής επάρκειας και του γεωστρατηγικού ρόλου της χώρας μας και την παροχή στην οικονομία και την κοινωνία ανταγωνιστικών ενεργειακών προϊόντων, με απόλυτο, βεβαίως, σεβασμό στο περιβάλλον. Η προετοιμασία που έγινε από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας πρέπει να ολοκληρωθεί. Αναμένουμε.

* Βουλευτής Ν.Δ., πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Ανάπτυξης.

(από την εφημερίδα «Καθημερινή», 30/1/2010)