Πρώτα η Ελλάδα, μετά η Πορτογαλία και μετά τι; Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής νομισματικής ενοποίησης εισέρχεται στην πιο επικίνδυνη φάση της ενδεκαετούς ιστορίας του. Την περασμένη εβδομάδα, οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης ξεκίνησαν τις προετοιμασίες για πρώτη φορά για τη διάσωση ενός μέλους. Η Ελλάδα πιθανώς θα χρειαστεί ένα δάνειο-γέφυρα σε κάποιο σημείο. Το ίδιο ίσως να χρειαστεί και η Πορτογαλία. Αλλά είναι μικρές χώρες και ότι και να συμβεί δεν θα διασπάσουν το ευρώ.

Πρώτα η Ελλάδα, μετά η Πορτογαλία και μετά τι; Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής νομισματικής ενοποίησης εισέρχεται στην πιο επικίνδυνη φάση της ενδεκαετούς ιστορίας του. Την περασμένη εβδομάδα, οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης ξεκίνησαν τις προετοιμασίες για πρώτη φορά για τη διάσωση ενός μέλους. Η Ελλάδα πιθανώς θα χρειαστεί ένα δάνειο-γέφυρα σε κάποιο σημείο. Το ίδιο ίσως να χρειαστεί και η Πορτογαλία. Αλλά είναι μικρές χώρες και ότι και να συμβεί δεν θα διασπάσουν το ευρώ.

 

Ο ξεκάθαρος και παρόν κίνδυνος για την ευρωζώνη είναι η Ισπανία. Ο Ντάνιελ Γκρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών Πολιτικών Σπουδών υποστήριξε από αυτή τη στήλη την περασμένη εβδομάδα ότι η Ισπανία βρίσκεται σε καλύτερη θέση από την Ελλάδα λόγω των υψηλότερων αποθεμάτων της. Αλλά πιστεύω πως η Ισπανία δεν πρόκειται να χαραμίσει το πλεονέκτημα αυτό. Όπως και η Ελλάδα, έτσι και η Ισπανία έχει υποφέρει από μια σημαντική απώλεια της ανταγωνιστικότητας στη διάρκεια μιας περιόδου στην οποία στηρίχθηκε στη φούσκα των ακινήτων για να παράγει ευημερία. Αλλά ενώ η ελληνική κυβέρνηση αναγνωρίζει εν τέλει την ανάγκη για αναμόρφωση, η πολιτική ηγεσία της Ισπανίας συνεχίζει να την αρνείται.

 

Και τι έγινε αν η Ισπανία μπλέξει; Θα αποτύχει η ευρωζώνη, όπως υποστήριξε ο καθηγητής Νουριέλ Ρουμπίνι του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης την προηγούμενη εβδομάδα; Η ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί. Το βρίσκω πιο εποικοδομητικό να ρωτώ τι θα χρειαστεί να κάνει η ευρωζώνη για να επιβιώσει στις δυσκολίες που αναμένονται. Τρία μέτρα είναι κατά τη γνώμη μου απαραίτητα και άλλα τρία σχεδόν απαραίτητα.

 

Το πρώτο από τα απαραίτητα μέτρα είναι ένα αξιόπιστο και διαφανές σύστημα διαχείρισης κρίσεων. Ίσως η ελληνική διάσωση να παράσχει το προσχέδιο για αυτό το σύστημα. Αλλά σε οποιαδήποτε περίπτωση, θα χρειαστεί να αναλυθεί επισήμως και να εγκριθεί από τα εθνικά κοινοβούλια για να απολαύσει τον μέγιστο βαθμό υποστήριξης. Δεν πρέπει να επιβληθεί με το ζόρι.

 

Ένα καλό σύστημα αντιμετώπισης κρίσεων πρέπει επίσης να ελαχιστοποιεί τον ηθικό κίνδυνο. Οι χώρες που θα επωφεληθούν από την ενίσχυση θα πρέπει να αποδεχθούν και μια απώλεια κυριαρχίας και για αυτό το λόγο είναι σημαντικό να υπάρχει ευρεία πολιτική υποστήριξη σε όλα τα κράτη. Ενώ τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης δεν διαθέτουν την βούληση για άνευ όρων διασώσεις, εντούτοις δέχονται ότι πρέπει να βοηθήσουν το ένα το άλλο στη διάρκεια μιας κρίσης. Η βοήθεια αυτή όμως εμπεριέχει τον όρο για ανάληψη διορθωτικής δράσης από τον παραλήπτη.

 

Το δεύτερο αναγκαίο μέτρο για την επιβίωση είναι η μείωση των εσωτερικών ανισορροπιών, οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης. Πρόκειται για ένα θέμα που απαιτεί δράση στις χώρες με υψηλά ελλείμματα, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, αλλά και σε εκείνες με πλεονάσματα, όπως η Γερμανία. Ενώ η Ισπανία φερ’ ειπείν θα χρειαζόταν να αναμορφώσει την αγορά εργασίας της και να αναπροσαρμόσει τους πραγματικούς μισθούς, η Γερμανία θα πρέπει να εφαρμόσει πολιτικές ενίσχυσης της κατανάλωσης, όπως η πολυαναμενόμενη φορολογική αναμόρφωση. Η συσσώρευση των ανισορροπιών αυτών είναι ο βαθύτερος λόγος που οδήγησε στα άκρα το πρόβλημα της Ελλάδας.

 

Ο τόπος για τη διαχείριση της συνεργασίας είναι η ομάδα των υπουργών οικονομίας της ευρωζώνης, που τώρα αποτελεί και επίσημο θεσμό με βάση τη Συνθήκη της Λισσαβόνας. Ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και επικεφαλής της ομάδας, πρέπει να θέσει ψηλά στην ατζέντα του τις ανισορροπιες και να προτείνει δεσμευτικές πολιτικές.

 

Τρίτον, η Ε.Ε. θα πρέπει σε κάποιο σημείο να επανεξετάσει τις προτάσεις για εποπτεία. Αυτό που ξεκίνησε ως μια σειρά από μη ελκυστικές προτάσεις της επιτροπής Ντε Λαροζιέρ κατέληξε να αποδυναμωθεί ακόμη περισσότερο καθώς προχωρούσε. Το οικονομικό σύστημα παραμένει η μεγαλύτερη απειλή για τη μακροχρόνια σταθερότητα της οικονομίας της ευρωζώνης. Η διασπασμένη ρύθμιση δεν έχει νόημα σε μια νομισματική ένωση και είναι πιθανώς θανάσιμη.

 

Πέραν των αναγκαίων αυτών βημάτων, υπάρχει μια σειρά από πολιτικές δράσεις που η ευρωζώνη μπορεί και πρέπει να αναλάβει για να ενισχύσει την πολιτική και οικονομική συνοχή. Η πιο σημαντική από αυτές είναι η διατήρηση της ευαίσθητης πολιτικής ισορροπίας στην ΕΚΤ, η οποία απολαμβάνει της εμπιστοσύνης και του σεβασμού σε χώρες τόσο διαφορετικές όσο η Ολλανδία και η Ελλάδα. Αν η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνχελα Μέρκελ, καταφέρει να τοποθετήσει τον Άξελ Ουέμπερ, πρόεδρο της Bundesbank στη θέση του προέδρου, φοβάμαι πως η ισορροπία μπορεί να ανατραπεί. Δεν μιλάω για την γεωγραφική ποικιλία των κορυφαίων αξιωματούχων της ΕΚΤ σε αριθμητικούς όρους, η οποία μπορεί εύκολα να διατηρηθεί. Η ανησυχία μου αφορά αυτό που θα εκληφθεί ως αρπαγή της εξουσίας από τη Γερμανία σε μια ευαίσθητη χρονική συγκυρία.

 

Δεύτερον, η ευρωζώνη θα έπρεπε να ξεκαθαρίσει την εξωτερική της εκπροσώπηση. Η παρουσία Γάλλων και Γερμανών αξιωματούχων σε οργανισμούς όπως το ΔΝΤ, με τον καθένα να υπεραμύνεται των εθνικών του θέσεων, είναι κάκιστη. Η ευρωζώνη συγκεκριμένα πρέπει να δυναμώσει τη φωνή της στις μακροοικονομικές διαμάχες στις οποίες έχει διακαές συμφέρον, με σημαντικότερη αυτή για το μέλλον του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος.

 

Τέλος, η Ε.Ε. – όχι η ευρωζώνη – χρειάζεται να αναδομήσει την εσωτερική της αγορά, η οποία δέχθηκε πλήγμα στην διάρκεια της κρίσης. Αυτό προσφέρει μακράν τη μεγαλύτερη ευκαιρία για να αυξηθεί η παραγωγικότητα και να διατηρηθεί η ευημερία.

 

Ο λόγος που έχω γίνει πιο σκεπτικός για τις μακροχρόνιες προοπτικές της ευρωζώνης δεν είναι τα έμφυτα οικονομικά της νομισματικής ένωσης. Είναι επειδή αμφιβάλλω για την παρουσία της απαραίτητης πολιτικής βούλησης για να γίνουν όσα είναι απαραίτητα.

(από τους Financial Times)