Ανοίγει ο δρόμος για την αύξηση του τέλους των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), το οποίο επιβαρύνονται οι καταναλωτές μέσω των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας. Η ΡΑΕ γνωμοδότησε θετικά υπέρ της αύξησης του τέλους των ΑΠΕ, το οποίο προτείνεται να διαμορφωθεί στα 4,5 ευρώ/MW από 0,3 ευρώ/MW που είναι σήμερα.

Ανοίγει ο δρόμος για την αύξηση του τέλους των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), το οποίο επιβαρύνονται οι καταναλωτές μέσω των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας. Η ΡΑΕ γνωμοδότησε θετικά υπέρ της αύξησης του τέλους των ΑΠΕ, το οποίο προτείνεται να διαμορφωθεί στα 4,5 ευρώ/MW από 0,3 ευρώ/MW που είναι σήμερα. Έτσι, οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, παρά το γεγονός ότι το αρμόδιο ΥΠΕΚΑ έχει δεσμευτεί πως δεν προβλέπεται φέτος να αυξηθούν τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, συμπεριλαμβανομένης και της ΔΕΗ, καλούνται να επιβαρυνθούν κατ’ αρχάς ένα χαράτσι που δρομολογήθηκε ήδη μέσω της επιβολής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στο ηλεκτρικό ρεύμα, σε συνδυασμό με την αύξηση του ΦΠΑ (υπολογίζεται σε 7 - 13 ευρώ το τετράμηνο για καταναλώσεις που ανέρχονται σε 1.000 - 2.000 κιλοβατώρες), καθώς και ένα δεύτερο χαράτσι, μέσω της αύξησης του τέλους των ΑΠΕ, εφόσον τελικά εγκριθεί από το ΥΠΕΚΑ.

Δεν αποκλείεται επίσης να υπάρξει και επιπλέον επιβάρυνση για τους καταναλωτές, λόγω της επιβολής και ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο που χρησιμοποιεί η ΔΕΗ για ηλεκτροπαραγωγή στα νησιά. Καθώς η ηλεκτροδότηση στο μη διασυνδεδεμένο σύστημα συνιστά Υπηρεσία Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), το κόστος της οποίας ενσωματώνεται στην τιμή της κιλοβατώρας, εάν αποφασιστεί να μην απορροφηθεί από τη ΔΕΗ θα καταλήξει να επιβαρύνει κι αυτό τους καταναλωτές. Γεγονός που σημαίνει 1,75 ευρώ επιπλέον στις 1.000 κιλοβατώρες, σε συνδυασμό με την αύξηση του ΦΠΑ.

 

«Αναγκαία αύξηση»

 

Η απόφαση της ΡΑΕ για θετική γνωμοδότηση στην αύξηση του τέλους Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ελήφθη στην τελευταία ολομέλεια της Αρχής, μετά τη σχετική μελέτη την οποία υπέβαλε τον Φεβρουάριο ο ΔΕΣΜΗΕ, προτείνοντας μάλιστα αύξηση 4,64 ευρώ/MW.

Ο ΔΕΣΜΗΕ θεωρεί αναγκαία την αύξηση του τέλους ΑΠΕ, με δεδομένο ότι αυτήν τη στιγμή είναι ελλειμματικός κατά περίπου 15 εκατ. ευρώ τον μήνα, εξαιτίας της αποπληρωμής των παραγωγών ηλεκτρισμού από ΑΠΕ. Με δεδομένο ότι η παραγωγή «πράσινης ενέργειας» αυξάνεται, ενώ αντίθετα η Οριακή Τιμή του Συστήματος (ΟΤΣ) διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με τις σταθερές τιμές (feed in tariff) με τις οποίες αμείβονται οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, ο ΔΕΣΜΗΕ καταλήγει να είναι ελλειμματικός. Με άλλα λόγια, είναι αναγκασμένος να πληρώνει με σταθερές τιμές τους παραγωγούς που εγχέουν στο Σύστημα «πράσινη» ενέργεια, την οποία όμως μεταπωλεί στους προμηθευτές με βάση την ΟΤΣ, η οποία καθ’ όλη τη διάρκεια του 2009 κινήθηκε σε πολύ χαμηλά επίπεδα, εξαιτίας της εκτεταμένης χρήσης των υδροηλεκτρικών από τη ΔΕΗ, χωρίς να έχει ανακάμψει το 2010 ώστε να αντανακλά το πραγματικό κόστος της παραγωγής ηλεκτρισμού. Για να μπορέσει συνεπώς ο ΔΕΣΜΗΕ να καλύψει αυτό το έλλειμμα εισηγήθηκε την αύξηση του τέλους ΑΠΕ, το οποίο όμως επιβαρύνει τους τελικούς καταναλωτές στη λιανική αγορά.

Να σημειωθεί ότι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας είχε γνωμοδοτήσει τον περασμένο Σεπτέμβριο για την αύξηση του τέλους Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στα 2,15 ευρώ/MW, που δεν εγκρίθηκε από το τότε ΥΠΑΝ. Ωστόσο, το πρόβλημα για τον ΔΕΣΜΗΕ φαίνεται ότι μεγεθύνεται, με δεδομένο ότι το 2009 η παραγωγή ΑΠΕ, με βάση επίσημα στοιχεία του Διαχειριστή, σημείωσε αύξηση 20,41%, με 1.883.830 MWh «πράσινη» παραγωγή ηλεκτρισμού. Συν τοις άλλοις, το ΥΠΕΚΑ στα τέλη του 2009 ενέκρινε αύξηση και μάλιστα αναδρομική από 1/1/2009 στις τιμές ανά MWh για τους «πράσινους» παραγωγούς, ενώ η είσοδος στο Σύστημα, κυρίως, φωτοβολταϊκών συστημάτων, που έχουν πολύ μεγαλύτερη επίπτωση στο τέλος ΑΠΕ σε σχέση με τα αιολικά, γίνεται με αυξημένους ρυθμούς. Εκτιμάται ότι για κάθε μήνα που περνούσε από τον περασμένο Σεπτέμβριο έως σήμερα θα έπρεπε να αυξανόταν κατά 0,50 ευρώ ανά MWh το τέλος ΑΠΕ, προκειμένου να καλύψει την αυξημένη είσοδο της «πράσινης» ενέργειας, κάτι το οποίο τελικά ενέκρινε η ΡΑΕ.

 

Η επόμενη μέρα

 

Για να πάρουμε μια εικόνα του «πράσινου» μέλλοντός μας, μόνο για την κάλυψη της παραγωγής ηλεκτρισμού από φωτοβολταϊκά το 2012 θα πρέπει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρμόδιων πηγών, το τέλος ΑΠΕ να διαμορφωθεί στα 7 ευρώ/MWh, με την προϋπόθεση ότι η τιμή της ΟΤΣ θα είναι στα 100 ευρώ. Μαζί με τα αιολικά εκτιμάται ότι θα πρέπει να κυμανθεί στα 7 - 9,5 ευρώ/MWh.

Βεβαίως, ο αντίλογος υποστηρίζει ότι αν δεν κάνουμε «πράσινες» επενδύσεις τα τιμολόγια ηλεκτρισμού θα εκτοξευτούν κατά 45% το 2013, εξαιτίας της υποχρεωτικής αγοράς δικαιωμάτων ρύπων, τα οποία υπολογίζονται σε 2,2 δισ. ευρώ, με την υφιστάμενη δομή της ηλεκτροπαραγωγής, που σημαίνει επιβάρυνση 35 ευρώ/MWh. Το θέμα όμως δεν φαίνεται να είναι τόσο απλό, δεδομένου ότι συσχετίζεται άμεσα με την ΟΤΣ αλλά και με τις τιμές λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος. Την ΟΤΣ -σε αυτήν τουλάχιστον τη φάση- διαμορφώνει η ΔΕΗ, δεδομένου ότι δεν υφίσταται εκτεταμένη ιδιωτική παραγωγή. Από την άλλη, οι λιανικές τιμές δεν συσχετίζονται με τη χονδρεμπορική τιμή. Δηλαδή, δεν μειώνεται η αξία του ρεύματος όταν πέφτει η ΟΤΣ και δεν αυξάνεται όταν αυτή ανεβαίνει. Εκείνο το οποίο είναι ξεκάθαρο είναι ότι το ύψος του τέλους ΑΠΕ συσχετίζεται με την ΟΤΣ και προφανώς εναπόκειται στο αρμόδιο υπουργείο να ξεκαθαρίσει τους στόχους της στρατηγικής του στον συγκεκριμένο τομέα, ώστε να γνωρίζουν με σαφήνεια οι καταναλωτές αν αξίζει και πόσο θα επιβαρυνθούν προς όφελος της «πράσινης» ενέργειας.

(από την εφημερίδα "Ο Μέτοχος", 12/3/2010)