Στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) η χαοτική διαχείριση της ελληνικής κρίσης προκαλεί μία άνευ προηγουμένου ανταλλαγή απόψεων και αντιπαραθέσεων για το μέλλον της ευρωζώνης, όπου πρωταγωνιστούν Γαλλία και Γερμανία. Αλλά από το «ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο», έως την «αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης», όλες οι ιδέες που έχουν μπει στο τραπέζι έχουν ένα κοινό στοιχείο: καμία τους δεν μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα
Στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) η χαοτική διαχείριση της ελληνικής κρίσης προκαλεί μία άνευ προηγουμένου ανταλλαγή απόψεων και αντιπαραθέσεων για το μέλλον της ευρωζώνης, όπου πρωταγωνιστούν Γαλλία και Γερμανία. Αλλά από το «ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο», έως την «αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης», όλες οι ιδέες που έχουν μπει στο τραπέζι έχουν ένα κοινό στοιχείο: καμία τους δεν μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα.

Βραχυπρόθεσμα, και παρά τις γερμανικές ενστάσεις, η ευρωζώνη ελπίζει να μπορέσει, αν αυτό αποδειχθεί αναγκαίο, να κινηθεί προς την συντονισμένη χορήγηση διμερών δανείων στην Αθήνα. Στη συνέχεια οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα θελήσουν να αντλήσουν όλα τα διδάγματα του ελληνικού ναυαγίου, πόσο μάλλον που φοβούνται πως η ίδια τύχη πιθανότατα απειλεί κι άλλα κράτη, όπως την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ιρλανδία.

Όλες οι προτάσεις δεν βαραίνουν το ίδιο: η Γαλλία θεωρεί βασικό στοιχείο να μην αγγιχτεί η «συνθήκη της Λισσαβόνας» που εξάλλου μόλις τέθηκε σε εφαρμογή, μετά από μια μακρά και γεμάτη αβεβαιότητες διαδικασία έγκρισής της. Η Γερμανία από την άλλη προσβλέπει σε μια νέα θεσμική αναθεώρηση, που θα θέτει σε νέες βάσεις τη λειτουργία της οικονομικής νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ).

Ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο

Την ιδέα έριξε εδώ και δέκα μέρες ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (Wolfgang Schäuble). Αφορά τη δημιουργία, εντός της ευρωζώνης, ενός οργανισμού που θα καλείται να βοηθήσει οικονομικά τα κράτη-μέλη που θα αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες, επιβάλλοντάς τους, στο πρότυπο του «διεθνούς νομισματικού ταμείου» (ΔΝΤ) μία «θεραπευτική αγωγή» λιτότητας.

Η δημιουργία ενός τέτοιου «ταμείου» θα επέτρεπε να αποφευχθεί η παρέμβαση του ΔΝΤ στο εσωτερικό της ευρωζώνης, όπως εξάλλου επιθυμούν η πλειοψηφία των κρατών-μελών αλλά και η «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα» (ΕΚΤ). Οι Γερμανοί θα ήθελαν να διαθέτει ο νέος αυτός οικονομικός οργανισμός τη δυνατότητα να επιβάλει κυρώσεις, όπως την απώλεια του δικαιώματος ψήφου στα κοινοτικά όργανα ή ακόμα και την αποβολή από την ευρωζώνη εκείνων των κρατών-μελών που δε θα τηρούν τις δεσμεύσεις τους. Η Γαλλία δεν συναινεί σε μια τέτοια εξέλιξη. Γενικά δυσπιστεί προς κάθε μέτρο που θα αύξαινε περαιτέρω τη δημοσιονομική πειθάρχηση της ευρωζώνης. Επιπλέον, θεωρεί πως η (αναγκαία) μεταρρύθμιση των συνθηκών που συνεπάγεται η δημιουργία ενός «ευρωπαϊκού νομισματικού ταμείου» αποτελεί ένα επιπλέον εμπόδιο, που περιπλέκει κι άλλο τα πράγματα.

Έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων

Την ιδέα έριξε χωρίς επιτυχία ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ (Jean Claude Juncker), πρόεδρος του «γιούρογκρουπ». Ένα τέτοιο εργαλείο θα επέτρεπε στα κράτη-μέλη να αντιμετωπίσουν από κοινού τις εκδόσεις ομολόγων τους, πράγμα που θα ευνοούσε τα κράτη που εξαναγκάζονται να δανείζονται με υψηλά επιτόκια και θα μείωνε το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους.

Ούτε η Γερμανία, ούτε η Γαλλία δεν τάσσονται υπέρ αυτής της πρότασης. Ανησυχούν πως θα αναγκαστούν να δανείζονται με χειρότερους όρους από ότι σήμερα, προς όφελος των ασώτων κρατών-μελών, που επιπλέον δε θα ήταν πια αναγκασμένα να μεταρρυθμίσουν την οικονομία τους προκειμένου να βελτιώσουν τους όρους δανεισμού τους.

Μολοταύτα η πρόταση πρόσφατα επανήρθε από τον Βέλγο συντηρητικό πρωθυπουργό Ιβ Λετέρμ (Yves Leterme), που η χώρα του θα αναλάβει την προεδρία στο β' εξάμηνο του 2010. Ο τελευταίος προτείνει να δημιουργηθεί μια «ευρωπαϊκή υπηρεσία χρέους», που θα είχε ως αποστολή, μεταξύ άλλων, το «συντονισμό» της έκδοσης ομολόγων των κρατών-μελών της ευρωζώνης.
 
Οικονομική κυβέρνηση (ή διακυβέρνηση)

Τον τελευταίο καιρό και οι δύο όροι είναι δημοφιλέστατοι. Ο Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) ήταν για καιρό ο μόνος που χρησιμοποιούσε τον όρο «κυβέρνηση», πριν τον υιοθετήσει και η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ (Merkel): η κρίση θα έπρεπε να οδηγεί τα κράτη-μέλη σε «καλύτερο συντονισμό» των οικονομικών τους πολιτικών.

Πίσω όμως από τις ωραίες διατυπώσεις, τα κράτη-μέλη και οι διάφοροι κοινοτικοί θεσμοί υπερασπίζονται διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες ατζέντες. Πράγμα που οδηγεί σε απόκλιση τις απόψεις για τους στόχους, αλλά και για τις μεθόδους μιας κοινής ευρωπαϊκής οικονομικής στρατηγικής.

-Η «ευρωπαϊκή επιτροπή» (Κομισιόν) επιμένει να θέσει σε λειτουργία τους μηχανισμούς που προβλέπει η «συνθήκη της Λισσαβόνας». Θα ήθελε να μπορεί να προειδοποιεί δημόσια τα κράτη-μέλη που η οικονομική τους πολιτική υπονομεύει τη συνοχή της ΕΕ.

-Η Γαλλία και η Γερμανία αντιθέτως θα ήθελε να δώσει επιπλέον αρμοδιότητες στο «ευρωπαϊκό συμβούλιο» και τον πρόεδρό του Χέρμαν Φαν Ράμπουι (Herman Van Rompuy).

Αναθεώρηση του «συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης»

Είναι ένα ζήτημα ταμπού, που όμως στις ιδιωτικές τους συζητήσεις οι ηγέτες της Ευρώπης αρχίζουν να το συζητούν. Αν και τέθηκε σε λειτουργία ταυτόχρονα με τη δημιουργία του ευρώ, το σύμφωνο «χαλάρωσε» την άνοιξη του 2005, με πρωτοβουλία της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Δύο χρόνια νωρίτερα, οι δύο σημαντικότερες οικονομίας της ευρωζώνης είχαν παρουσιάσει υπερβολικό έλλειμμα, και είχαν συνασπισθεί προκειμένου να ακυρώσουν τις κυρώσεις που κανονικά θα έπρεπε να τους έχουν επιβληθεί.

Η κρίση έδειξε τα όρια του αναθεωρημένου «συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης». «Το πρόβλημα δεν είναι το σύμφωνο αυτό καθ' εαυτόν, αλλά η εφαρμογή του», λέγεται στο περιβάλλον του Όλι Ρεν (Olli Rehn), επίτροπου οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων. Ορισμένοι παρ' όλα αυτά προσβλέπουν στη διεύρυνση των παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψη, όπως π.χ. του ισοζυγίου εμπορικών συναλλαγών για τα μη κράτη-μέλη της ευρωζώνης.

Η κ. Μέρκελ από τη μεριά της απαιτεί να μην «πολιτικοποιηθεί», η διαδικασία επίβλεψης των κρατών-μελών της ευρωζώνης, διαμέσου π.χ. της ανάθεσής της στο «ευρωπαϊκό συμβούλιο» με αποτέλεσμα να εκτραπεί από τη δημοσιονομική του λογική το μόνο διαθέσιμο εργαλείο ελέγχου της δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών-μελών της ευρωζώνης.

(Ο Philippe Ricard είναι συντάκτης της "Le Monde", ειδικευμένος σε θέματα ΕΕ )

(από εφημερίδα "Le Monde", 19/03/2010- www.ppol.gr)