Πέντε κράτη της Αρκτικής συναντώνται στον Καναδά αυτές τις ημέρες με αφορμή τα ζητήματα που προκαλεί ο ανταγωνισμός για τις πρώτες ύλες και το ενδεχόμενο στρατικοποίησης της περιοχής. Οι ΗΠΑ, η Ρωσία, ο Καναδάς, η Δανία και η Νορβηγία έχουν δείξει ενδιαφέρον για τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που θεωρείται ότι κρύβονται στο υπέδαφος.

Πέντε κράτη της Αρκτικής συναντώνται στον Καναδά αυτές τις ημέρες με αφορμή τα ζητήματα που προκαλεί ο ανταγωνισμός για τις πρώτες ύλες και το ενδεχόμενο στρατικοποίησης της περιοχής. Οι ΗΠΑ, η Ρωσία, ο Καναδάς, η Δανία και η Νορβηγία έχουν δείξει ενδιαφέρον για τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που θεωρείται ότι κρύβονται στο υπέδαφος.

Την ίδια στιγμή, η προσπάθεια εκμετάλλευσης των αποθεμάτων αυτών προκαλεί φόβους για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε ένα περιβάλλον εν πολλοίς αγνό και αμόλυντο. Το σίγουρο πάντως είναι ότι λόγω της Κλιματικής Αλλαγής, σημειώνονται μεγάλες αλλαγές στην περιοχή αυτή, οι οποίες έχουν επιδράσεις και στη διεθνή πολιτική. Στο μεταξύ, η καθεμία από τις πέντε χώρες αξιώνουν διαφορετικές ζώνες της Αρκτικής, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις αλληλοκαλύπτονται. Η συνδιάσκεψη στον Καναδά προκάλεσε το μένος της Φινλανδίας, της Σουηδίας, της Ισλανδίας και ενός αριθμού ΜΚΟ, οι οποίες αγνοήθηκαν και αποτελούν τα υπόλοιπα μέλη του Αρκτικού Συμβουλίου, το οποίο είχε συσταθεί στο παρελθόν για τους σκοπούς της προστασίας του περιβάλλοντος.

Όσον αφορά το πετρέλαιο, τα κοιτάσματα υπολογίζονται σε 90 δις βαρέλια. Ο πλούτος αυτός ωθεί τα κράτη στο πρώτο στάδιο μιας κούρσας εξοπλισμών, αφού όπως υπογραμμίζει το Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι, έχουν αναπτύξει ή κατασκευάζουν 66 πολεμικά πλοία ειδικά για το περιβάλλον της Αρκτικής, όπως περιπολικά, παγοθραυστικά και υποβρύχια. Ο Καναδάς άλλωστε ανακοίνωσε την δημιουργία ειδικών εγκαταστάσεων εκπαίδευσης για επιχειρήσεις αυτού του είδους και την κατασκευή στρατιωτικού λιμένα. Επίσης έχει βελτιώσει τις δυνατότητες παρακολούθησης στα βόρεια σύνορά του.

Οι δράσεις όμως δεν είναι αποκλειστικά μονομερείς. Αμερικανοί και Καναδοί γεωλόγοι συνεργάζονται για την χαρτογράφηση του πυθμένα της Αρκτικής, ενώ Ρώσοι και Καναδοί εργάζονται για την κατάρτιση πρωτοκόλλων για επιχειρήσεις διάσωσης.

Στο πολιτικό σκέλος, ο Ρώσος πρόεδρος, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, δήλωσε τον Μάρτιο πως τα υπόλοιπα κράτη επιχειρούν να παραγκωνίσουν τη Ρωσία στον αγώνα για την εκμετάλλευση των αρκτικών πρώτων υλών. Πρόσθεσε ότι έχουν σημειωθεί «απόπειρες για περιορισμό της πρόσβασης της Ρωσίας», δίχως να διευκρινίσει από ποια χώρα.

Ενώ λοιπόν μαίνεται η μάχη στην πολιτική και στρατιωτική αρένα, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις επιχειρούν απεγνωσμένα να αποτρέψουν την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Αρκτικής. Ζητούν την απαγόρευση των εξορύξεων και προειδοποιούν ότι «η ανάπτυξη των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου θα συμβάλλει στην κλιματική κρίση η οποία πλήττει τις κοινότητες της Αρκτικής και θα ασκήσει παραπάνω πίεση στα εύθραυστα οικοσυστήματα». Τέλος, η Greenpeace κατηγόρησε τις κυβερνήσεις ότι συσκέπτονται κεκλεισμένων των θυρών ερήμην της υπόλοιπης διεθνούς κοινότητας.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, το κάθε κράτος δικαιούται να εκμεταλλευθεί το υπέδαφος της θάλασσας σε απόσταση 200 ναυτικών μιλίων από τις ακτές του. Το όριο αυτό μπορεί να αυξηθεί στα 350 ναυτικά μίλια, εφόσον κατατεθούν επαρκείς επιστημονικές αποδείξεις ότι η υφαλοκρηπίδα επεκτείνεται ακόμη παραπέρα.

Η Μόσχα θεωρεί ότι δικαιούται να ελέγχει το Πέρασμα της Βόρειας Θάλασσας και το 2007 τοποθέτησε τη ρωσική σημαία στον πυθμένα κάτω από τον Βόρειο Πόλο, σε μια συμβολική κίνηση με εμφανείς προεκτάσεις. Ο Καναδάς με τη σειρά του διεκδικεί το Βορειοδυτικό Πέρασμα, τον έλεγχο του οποίου διεκδικούν και οι ΗΠΑ. Τέλος, η Νορβηγία και η Ρωσία αντιδικούν για μια περιοχή 176.000 τ.χμ. στη Θάλασσα Μπάρεντς.