Ακόμη και τώρα που οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. συμφώνησαν στις λεπτομέρειες ενός πακέτου οικονομικής στήριξης για την Ελλάδα, στο Βερολίνο η κυβέρνηση της καγκελαρίου Μέρκελ εξακολουθεί να διατυπώνει επιφυλάξεις.
Ακόμη και τώρα που οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. συμφώνησαν στις λεπτομέρειες ενός πακέτου οικονομικής στήριξης για την Ελλάδα, στο Βερολίνο η κυβέρνηση της καγκελαρίου Μέρκελ εξακολουθεί να διατυπώνει επιφυλάξεις.

Ενώ ισχυρίζεται ότι οι τεχνικές λεπτομέρειες του μηχανισμού ενεργοποίησης του πακέτου στήριξης απαιτούν περαιτέρω διευκρινίσεις, πολιτικές επιδιώξεις και εθνικό συμφέρον, συνεχίζουν να βρίσκονται στο επίκεντρο της όλο και περισσότερο ακατανόητης γερμανικής αδιαλλαξίας.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Τι υποδηλώνει σχετικά με τη στάση της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα και γενικότερα απέναντι στους εταίρους της στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη;

Κατ' αρχήν είναι σημαντικό να αντιληφθεί κανείς τις συνέπειες της κυβερνητικής αλλαγής που έλαβε χώρα στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 2009. Μετά από τέσσερα χρόνια κυβέρνησης συνασπισμού με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), η καγκελάριος Μέρκελ από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) ηγείται πλέον μιας νέας συμμαχίας με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες (FDP). Οι τελευταίοι επέστρεψαν στην κυβέρνηση έπειτα από περισσότερα από 12 χρόνια στην αντιπολίτευση.

Ενδιαφέρονται να δώσουν το στίγμα τους και να προωθήσουν την ατζέντα τους. Με άλλα λόγια, η αλλαγή από τον συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών σε μια συμμαχία Χριστιανοδημοκρατών-Φιλελεύθερων Δημοκρατών υπερβαίνει μια απλή αλλαγή πολιτικών εταίρων. Στην πραγματικότητα, αποτελεί ιδεολογικής φύσης ανακατάταξη με σημαντικές προεκτάσεις στη γερμανική πολιτική.

Στο εσωτερικό μέτωπο, αυτή η ανακατάταξη εκφράζεται υπέρ της απεριόριστης ελευθερίας των αγορών, σε μια συνολική αναδόμηση του γερμανικού κοινωνικού κράτους και σε βαθιές φορολογικές μεταρρυθμίσεις που ευνοούν όσους έχουν σταθερή εργασία και υψηλό εισόδημα.

Στην εξωτερική πολιτική, οι προτεραιότητες της κυβέρνησης Μέρκελ άρχισαν να εκφράζουν την πρόταξη των εθνικών οικονομικών συμφερόντων. Πολλαπλασιάζονται τα παραδείγματα, στα οποία το Βερολίνο ευχαρίστως προχωρεί μόνο του, ακόμη και εις βάρος των πλέον έμπιστων εταίρων του στην Ε.Ε., όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ιταλία και η Αυστρία.

Μερικά εύγλωττα παραδείγματα: η συνεργασία του Βερολίνου στα ζητήματα ενέργειας με τη Ρωσία έρχεται σε αντίθεση με τις προτεραιότητες των πολιτικών της Ε.Ε. Επιπλέον, η οικονομική διακυβέρνηση της Γερμανίας στην Ε.Ε. οδηγεί όλο και περισσότερο τους εταίρους της να διατυπώσουν για πρώτη φορά δημοσίως τις ανησυχίες τους.

Επομένως, η σκληρή γραμμή της καγκελαρίου Μέρκελ απέναντι στην Ελλάδα δεν οφείλεται απλώς στην πρόθεση να τιμωρήσει την Ελλάδα για πολύχρονες οικονομικές υπερβάσεις και χειραγώγηση των στατιστικών στοιχείων. Σε όλα αυτά ενυπάρχει η πολιτική θέση ότι έφτασε η στιγμή να τεθούν ορισμένα ακόμη λανθάνοντα ζητήματα. Αυτά περιλαμβάνουν τις κυρώσεις που πρέπει να επιβάλλονται στα μέλη της Ευρωζώνης, που δεν σέβονται τους κανόνες του παιχνιδιού. Αντί για ρητορικές προειδοποιήσεις ή επίκληση της δυνατότητας παρακράτησης ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, το Βερολίνο άρχισε να συνηγορεί υπέρ πολύ πιο αυστηρών δεσμεύσεων και να απειλεί τις χώρες που δεν συμμορφώνονται με ποικιλία εξαναγκαστικών μέτρων, τα οποία δεν έχουν προηγούμενο, συμπεριλαμβανομένης και της πλέον ριζικής επιλογής, δηλαδή της απομάκρυνσης από την Ευρωζώνη.

Οι παλαιότερες κυβερνήσεις της Γερμανίας, ανεξαρτήτως της τοποθέτησής τους στα αριστερά ή στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, είχαν υποστηρίξει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η οποία συμπεριλάμβανε την ιδέα της αλληλεγγύης με τις υπόλοιπες χώρες-εταίρους. Επιπλέον, πολλές διαφωνίες μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε. λύνονταν συχνά μέσω της λεγόμενης «διπλωματίας των επιταγών» (checkbook diplomacy). Οι επί μήνες δισταγμοί της καγκελαρίου Μέρκελ να συμβάλει σε έναν μηχανισμό στήριξης για την Ελλάδα προειδοποίησε την Αθήνα και όλες τις άλλες πρωτεύουσες της Ε.Ε. ότι η Γερμανία δεν έχει πλέον διάθεση να θεωρείται ως ο βασικός χρηματοδότης της Ε.Ε.

Αυτή η αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής πολιτικής εκ μέρους του Βερολίνου συνοδεύεται από μια εσωτερική ατζέντα που δεν βασίζεται πλέον στη συνεργασία και τον συμβιβασμό. Από αυτή τη σκοπιά, οι επιδιώξεις της κυβέρνησης Μέρκελ στο μέτωπο της εσωτερικής πολιτικής δεν είναι παρά το αντίστοιχο του τρόπου με τον οποίο χειρίστηκε πρόσφατα τους Ευρωπαίους εταίρους της. Η απάντησή της στα προβλήματα της Ελλάδας είναι το πρώτο παράδειγμα μιας στάσης που δίνει στα άλλα μέλη της Ε.Ε. το σήμα «προσδεθείτε» όταν έχουν να κάνουν με το Βερολίνο της Σιδηράς Κυρίας.

(από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", 23/4/2010)