Γράφει ο Αθ.Χ. Παπανδρόπουλος
Το 2004 είναι και θα είναι έτος νέου υπερδανεισμού για την χώρα. Και το γεγονός αυτό συνιστά βαρειά υποθήκη για την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 7ης Μαρτίου. Αυτή είναι η πολύ σοβαρή εκτίμηση κορυφαίων παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι επισημαίνουν ότι για το 2003 το έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού ξεπέρασε τα 2,6 δις ευρώ, έναντι προϋπολογισθέντος 800 εκατ. ευρώ. Υπήρξε, δηλαδή, τριπλασιασμός. Οι ίδιοι παράγοντες τονίζουν, επίσης, ότι το τεράστιο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού από τα τέλη του παρελθόντος Οκτωβρίου επιβάλλει μία άνευ προηγουμένου επιχείρηση δανεισμού, η οποία θα φθάσει τα 84 δις ευρώ. Και τούτο διότι οι άμεσες ανάγκες είναι τεράστιες, καθώς ουσιαστικά, εδώ και ενάμιση περίπου μήνα, το υπουργείο Οικονομίας έχει κηρύξει παύση πληρωμών, αφού οι δαπάνες έχουν ξεπεράσει όλα τα διαθέσιμα, στους επί μέρους κωδικούς του προϋπολογισμού. Δεν απέχουμε και πολύ από την κατάσταση πανικού, λέει αρμόδιο στέλεχος του Γενικού Λογιστηρίου, αφού ήδη, εδώ και 40–45 ημέρες αρνούμαστε όλες τις πληρωμές, ακόμα και αυτές που αφορούν στην εκτέλεση των έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων και των ολυμπιακών έργων. Επιπροσθέτως, η όλη κατάστασις έχει επιδεινωθεί και από το γεγονός ότι οι εισροές πόρων από την Ευρωπαϊκή Ενωση, οι οποίες, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομίας, θα έφθαναν τα 400 εκατ. ευρώ μηνιαίως, το τελευταίο εξάμηνο έχουν καθυστερήσει σε πρωτοφανή βαθμό και έχουν περιορισθεί σε περίπου 950 εκατ. ευρώ, έναντι των 2,2 δις ευρώ που θα έπρεπε να έχουν εισπραχθεί. Το τεράστιο έλλειμμα σε ταμειακή και λογιστική βάση που έχει δημιουργηθεί, παρά την αυξημένη εισροή φορολογικών εσόδων, δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπισθεί παρά με αυξημένο δανεισμό μέσα στο 2004. Πληροφορίες από το Γενικό Λογιστήριο αναφέρουν ότι τελικά ο δανεισμός του 2003 όχι μόνον ξεπέρασε το προβλεπόμενο επίπεδο των 27 δις ευρώ, αλλά και τα 33 δις ευρώ. Συνολικά, στο Γενικό Λογιστήριο υπολογίζουν το επίπεδο δανεισμού στα 34,5 δις ευρώ. Πρόκειται, δηλαδή, για μία πραγματική νάρκη στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας, η οποία –κατόπιν εορτής, βεβαίως– προβληματίζει ιδιαιτέρως τους επιτελείς του κ. Νίκου Χριστοδουλάκη, οι οποίοι ανιχνεύουν ήδη την ανησυχία των επενδυτών στην αγορά ομολόγων. Συνεπώς, το ουσιαστικό πρόβλημα είναι ότι η χώρα μας: Αφ΄ ενός, δεν μειώνει, ως όφειλε, με την αναγκαία ταχύτητα το χρέος της, καθώς εμφανίζεται να τρέχει με ρυθμούς αναπτύξεως πολλαπλάσιους κάθε άλλης χώρας στην ευρωζώνη. Και, αφ΄ ετέρου, δεν λαμβάνει υπ΄ όψιν της το γεγονός ότι σε κάποια στιγμή τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα αρχίσουν να αυξάνονται και θα συμπαρασύρουν το κόστος δανεισμού σε πολύ υψηλότερα επίπεδα. Τέλος, ένα άλλο πρόβλημα για την Ελλάδα είναι αυτό των εξηγήσεων που πρέπει να δώσει μέχρι τον Απρίλιο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την διαφορά που υπάρχει στην εκτίμηση του δημοσίου ελλείμματος. Ως γνωστόν, η Επιτροπή εκτιμά το έλλειμμα στο 2,4% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος, ενώ το υπουργείο Οικονομικών το τοποθετεί στο 1,2%. Δικαίως, έτσι, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς, υπό καθεστώς νέου υπερδανεισμού ποιες δικαιολογίες θα προβληθούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή;