Η καταρράκωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, η καταστροφή της μεσαίας αστικής τάξης σε συνδυασμό και η ολίσθηση της χώρας σε βαθιά ύφεση και η αποτροπή του ενδεχομένου αναδιάρθρωσης του χρέους επηρέασαν την κρίσιμη απόφαση του Αντώνη Σαμαρά. «Σήμερα χρεοκοπεί ένα ολόκληρο σύστημα αναδιανομής δανεικών που εσείς δημιουργήσατε», τόνισε χτες ο κ. Σαμαράς, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση ψάχνει για συνενόχους «και εμείς συνένοχοι δεν γινόμαστε». Ξεκαθάρισε δε ότι το κόμμα του δεν δέχεται καμία σκέψη για αναδιάρθρωση του χρέους και λέει «όχι» στα μέτρα γιατί οδηγούν τη χώρα σε βαθιά ύφεση
Η καταρράκωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, η καταστροφή της μεσαίας αστικής τάξης σε συνδυασμό και η ολίσθηση της χώρας σε βαθιά ύφεση και η αποτροπή του ενδεχομένου αναδιάρθρωσης του χρέους επηρέασαν την κρίσιμη απόφαση του Αντώνη Σαμαρά. «Σήμερα χρεοκοπεί ένα ολόκληρο σύστημα αναδιανομής δανεικών που εσείς δημιουργήσατε», τόνισε χτες ο κ. Σαμαράς, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση ψάχνει για συνενόχους «και εμείς συνένοχοι δεν γινόμαστε». Ξεκαθάρισε δε ότι το κόμμα του δεν δέχεται καμία σκέψη για αναδιάρθρωση του χρέους και λέει «όχι» στα μέτρα γιατί οδηγούν τη χώρα σε βαθιά ύφεση.

Το δίλημμα, πτώχευση ή αποφυγή της, του Γιώργου Παπανδρέου είναι πλαστό και οδηγεί αναπόφευκτα την κοινωνία σε τεράστιες θυσίες, χωρίς ορατό τέλος. Η επιχειρούμενη δημοσιονομική προσαρμογή κινείται σε όρους αφαίμαξης της αγοραστικής δύναμης και συρρίκνωσης της αγοράς, ενώ η αύξηση του ΦΠΑ οδηγεί σε ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων και περαιτέρω αφαίρεση αγοραστικής δύναμης. Η πραγματική οικονομία θα επιδεινωθεί περαιτέρω, καθώς οι μηχανισμοί του κράτους είναι αναποτελεσματικοί και διεφθαρμένοι.
Προφανώς και οι χρεωμένες χώρες χάνουν το δικαίωμα επιλογής για το οικονομικό μέλλον τους. Το περίσσευμά τους δεσμεύεται στο εξωτερικό σαν φόρος οικονομικής υποτέλειας. 

Και οι δημοκρατικά εκλεγμένοι πολιτικοί εκχωρούν την άσκηση πολιτικής σε ξένους γραφειοκράτες, τους «κεντρικούς σχεδιαστές» του σημερινού νεοφιλελεύθερου κόσμου των Βρυξελλών, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Μάαστριχτ. Πολύ περισσότερο, όταν μια χώρα και κατά συρροήν οι κυβερνήσεις έχουν τεράστιο έλλειμμα οικονομικής διπλωματίας. Το πότε θα χρεοκοπήσει μια χώρα που εκχωρεί συνεχώς περιουσιακά της στοιχεία από τους πολίτες της στους δανειστές της, από τον δημόσιο τομέα και τις εθνικές φορολογικές αρχές στο ξένο τραπεζικό κεφάλαιο, είναι φυσικά θέμα χρόνου. Γι’ αυτό ακριβώς πιέζονται οι χρεωμένες χώρες για περισσότερες «μεταρρυθμίσεις». Επειδή, αν και όταν περάσει η κρίση, η ανάγκη τους να δανειστούν δεν θα είναι πια το ίδιο πιεστική.

Φυσικά, το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχουν έλθει εδώ για να διασώσουν την ελληνική οικονομία και να τη βάλουν σε ένα μονοπάτι ανάπτυξης. Εχουν αποσταλεί από τους πιστωτές μας για να διασφαλίσουν ότι η χώρα θα συνεχίσει να επιβιώνει τρώγοντας τις σάρκες της, προκειμένου να αποπληρώνονται τα δάνεια. Η αγωνία που υπάρχει είναι ότι η κατάσταση στην Ελλάδα δεν αποτελεί παρά πρόβα τζενεράλε για τα προβλήματα των μεγαλύτερων οικονομιών. Μακάρι να μπορούσαν οι χώρες σε κρίση να ακολουθήσουν κεϊνσιανή πολιτική στήριξης της ζήτησης!

Ξανά, χτες, ο Νουριέλ Ρουμπινί επισημαίνει ότι η ιστορία μάς έχει διδάξει πως ύστερα από κάθε μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση ακολουθεί μια επίπονη διαδικασία πληρωμής των κρατικών χρεών, κάτι που περιμένει να επαναληφθεί ιδιαίτερα για τα κράτη με υψηλό δημόσιο χρέος και έλλειμμα όπως η Ελλάδα. «Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι μόνο το έλλειμμα του προϋπολογισμού. Είναι πολύ μεγαλύτερο. Υπάρχει πρόβλημα ανάπτυξης και η χώρα δεν είναι ανταγωνιστική», ανέφερε ο κ. Ρουμπινί. Και προσέθεσε: «Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και με την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία και την Ισλανδία. Ο κ. Ρουμπινί επισήμανε, επίσης, την επικινδυνότητα της οικονομικής κρίσης που βιώνει η Ελλάδα αλλά και η Ε.E., λέγοντας ότι: «Το πρόβλημα της Ελλάδας και της Ε. Ε. είναι πολύ σοβαρό. Δεν υπάρχει εύκολη λύση». Ο κ. Ρουμπινί ανέφερε πως υπάρχουν διάφοροι τρόποι επαναφοράς της ανάπτυξης σε μια χώρα, όπως ο αποπληθωρισμός (αν και πολιτικά επώδυνος).

Κατά τη γνώμη του, ο σωστός τρόπος είναι ο γερμανικός. «Η Γερμανία εφάρμοσε μια νέα δομική μεταρρύθμιση που αύξησε την παραγωγικότητα διατηρώντας τους μισθούς χαμηλά για να μειώσει το κόστος της εργασίας. Και αυτή η λύση όμως χρειάζεται χρόνια για να αποδόσει. Στη Γερμανία χρειάστηκαν 10 - 15 χρόνια, όμως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία δεν τα έχουν, ανέφερε. Αυτό που τον προβληματίζει σχετικά με την Ελλάδα είναι να μη βρεθεί σε έναν φαύλο κύκλο όπου η δημοσιονομική αυστηρότητα θα επιφέρει μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και αυτή η χαμηλή παραγωγή, με τη σειρά της, θα δυσκολέψει το κλείσιμο της ψαλίδας του ελλείμματος.

(από την εφημερίδα "Καθημερινή", 07/05/2010)