Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα έχει δύο παραμέτρους αποτίμησης: Πρώτον σε σχέση με την προαναγγελθείσα Ατζέντα η οποία υλοποιήθηκε πλήρως με τις 21 Συμφωνίες διμερούς συνεργασίας αλλά κυρίως με την ενεργοποίηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας. Δεύτερον σε σχέση με τις υψηλές προσδοκίες που είχε δημιουργήσει η ρητορική Νταβούτογλου που προεξόφλησε την επίσκεψη ως Ιστορική και μίλησε για Επανάσταση στις διμερείς σχέσεις
Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα έχει δύο παραμέτρους αποτίμησης:
- Πρώτον σε σχέση με την προαναγγελθείσα Ατζέντα η οποία υλοποιήθηκε πλήρως με τις 21 Συμφωνίες διμερούς συνεργασίας αλλά κυρίως με την ενεργοποίηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας.

- Δεύτερον σε σχέση με τις υψηλές προσδοκίες που είχε δημιουργήσει η ρητορική Νταβούτογλου που προεξόφλησε την επίσκεψη ως Ιστορική και μίλησε για Επανάσταση στις διμερείς σχέσεις.

Είναι σαφές ότι οι τοποθετήσεις Ερντογάν τόσο για τις Διμερείς Σχέσεις όσο και για το Κυπριακό στην διάρκεια της κοινής συνέντευξής του με τον Γιώργο Παπανδρέου δεν ικανοποίησαν τις υψηλές προσδοκίες που η ίδια η τουρκική πλευρά είχε εκθρέψει. Απομένει να δούμε αν η επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού στην Αθήνα θα μεταφρασθεί σε επιτάχυνση και ολοκλήρωση των διερευνητικών επαφών των διπλωματών των δύο χωρών, ο 43ος γύρος των οποίων έληξε την προπερασμένη βδομάδα στην Κωνσταντινούπολη.

Ένα είναι βέβαιο: δεν υπάρχει δυνατότητα παράκαμψης ή υπέρβασης της διένεξης των δύο χωρών για το καθεστώς του Αιγαίου: Ούτε η αφαίρεση του οπλισμού από τα μαχητικά αεροσκάφη θα μειώσει τις καθημερινές εντάσεις, ούτε η άρση του Casus Belli αντιμετωπίζεται από την τουρκική πλευρά ως χειρονομία που θα διευκόλυνε την μετάβαση στην οριστική εκκαθάριση. Αντίθετα όπως φάνηκε από τις δηλώσεις Ερντογάν συνδέεται με την εξέλιξη των διερευνητικών επαφών.

Είναι εξίσου βέβαιο, παρά το πρωτοφανές στα ελληνικά χρονικά black out διαρροών ότι οι Διερευνητικές Επαφές έχουν εξαντλήσει κάθε πεδίο και εκδοχή πιθανού συμβιβασμού με τις κόκκινες γραμμές της μιας και της άλλης πλευράς να είναι γνωστές και να μην επιδέχονται παρερμηνείες.

Τι απομένει λοιπόν; Δύο βασικές προϋποθέσεις για να δρομολογηθεί η εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων, η παράταση των οποίων είναι σε βάρος της Αθήνας καθώς η επί τριανταπέντε χρόνια καθημερινή αεροπορική αμφισβήτηση των ελληνικών θέσεων στο Αιγαίο θα αρχίσει να προσλαμβάνεται ως ντε φάκτο παγίωση τετελεσμένων ενώ την ίδια στιγμή απονευρώνεται η ευρωπαϊκή παράμετρος στον στρατηγικό σχεδιασμό της Αγκυρας και αναδεικνύεται η φιλοδοξία της να καταστεί περιφερειακή δύναμη:

- Πρώτη προϋπόθεση η άρση της καχυποψίας ανάμεσα στις δύο χώρες για τα πραγματικές στοχεύσεις των θέσεών τους στο Αιγαίο. Είναι φανερό ότι στην στρατιωτική και διπλωματική γραφειοκρατία των δύο χωρών πολλοί πιστεύουν ακόμη την ύπαρξη ελληνικού επεκτατισμού για να γίνει το Αιγαίο ελληνική λίμνη καθώς και την ύπαρξη τουρκικού αναθεωρητισμού με στόχο την διχοτόμηση του Αρχιπελάγους και την επιβολή καθεστώτος περιορισμένης κυριαρχίας στα ελληνικά νησιά.

- Δεύτερη προϋπόθεση που αφορά κυρίως την Αθήνα η γλώσσα της ειλικρίνειας απέναντι στην Κοινή Γνώμη: Πώς θα διαπραγματευθούμε ως μόνη διαφορά την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας αν προηγουμένως δεν ασκήσουμε το δικαίωμα της επέκτασης των Χωρικών Υδάτων μέχρι τα 12 μίλια συνολικά επιλεκτικά με εξάντληση του ορίου η όχι;

Πώς παρουσιάζουμε την προσφυγή στην Χάγη ως προτιμότερη από την διμερή διαπραγμάτευση αφού η σύνταξη του Συνυποσχετικού μακράν του να είναι τεχνικού χαρακτήρα διαβούλευση, επί της ουσίας χαράσσει το περίγραμμα του ζητούμενου συμβιβασμού με το Δικαστήριο να καλείται να παράσχει το νομικό περιτύλιγμα.

Με δυο λόγια καλό είναι να αντικρίσουμε το πραγματικό τοπίο της Ελληνοτουρκικής Διαμάχης στο Αιγαίο και όχι την εικονική πραγματικότητα που οικοδομήσαμε από το 1974 μέχρι και πρόσφατα.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ")