Αμεσες επιπτώσεις στην άσκηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αναμένεται να έχει η θλιβερή ιστορία της ισραηλινής επίθεσης κατά της ειρηνευτικής αποστολής στη Γάζα. Πρώτον, διότι τορπιλίζει εν τη γενέσει του το άνοιγμαπου επιχείρησε η Αθήνα προς το Ισραήλ, όταν ήδη είχαν αρχίσει να διαφαίνονταιοι πρώτες ρωγμές στον άξοναμε την Αγκυρα. Και δεύτερον, επειδή ανατρέπεται άρδην ο συσχετισμός δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, με την αναβάθμιση της εικόνας της Τουρκίας στον αραβικό κόσμο
Αμεσες επιπτώσεις στην άσκηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αναμένεται να έχει η θλιβερή ιστορία της ισραηλινής επίθεσης κατά της ειρηνευτικής αποστολής στη Γάζα. Πρώτον, διότι τορπιλίζει εν τη γενέσει του το άνοιγμαπου επιχείρησε η Αθήνα προς το Ισραήλ, όταν ήδη είχαν αρχίσει να διαφαίνονταιοι πρώτες ρωγμές στον άξοναμε την Αγκυρα. Και δεύτερον, επειδή ανατρέπεται άρδην ο συσχετισμός δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, με την αναβάθμιση της εικόνας της Τουρκίας στον αραβικό κόσμο.

Περιορίζονται έτσι οι δυνατότητες για την ανάπτυξη ελληνικών πρωτοβουλιώνστην περιοχή αυτή, οι οποίες θα μπορούσαν να στηριχθούν στις παραδοσιακάκαλές σχέσεις της Ελλάδας με τις αραβικές χώρες αλλά και στην επιδιωκόμενη βελτίωση των σχέσεων με το Ισραήλ. Υπό το πρίσμα αυτό η διακοπή των ελληνοϊσραηλινών αεροπορικών ασκήσεων (εν μέσω της κρίσης στην Ανατολική Μεσόγειο) και η ακύρωση της επίσκεψης στην Αθήνα του αρχηγού της Ισραηλινής Αεροπορίας αποτέλεσαν ένα πρώτο πλήγμα στην επιχειρούμενη νέα προσέγγιση, η οποία είχε ξεκινήσειμε την επίσκεψη προ διμήνουστο Ισραήλ του Γενικού Γραμματέα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών.

Με το Ισραήλ να βρίσκεται στο στόχαστρο των διεθνών επικρίσεων για την γκανγκστερικήτου ενέργεια στα διεθνή ύδατα της Ανατολικής Μεσογείου (τη στιγμήπου η Ελλάδα, για τους γνωστούς λόγους,αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στους κανόνες του Δικαίου της Θάλασσας) γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι πολλά περιθώριαγια ανάπτυξη (τη στιγμή αυτή τουλάχιστον) των σχέσεων με το Ισραήλ δεν υπάρχουν. Παράλληλα εντείνεται ο προβληματισμόςαπό τον ρόλο που επιδιώκεινα παίξει η Τουρκία στην περιοχή, η οποία δεν διστάζει να θέσει τέρμα στις σχέσεις της με τους παραδοσιακούς συμμάχουςτης, προκειμένου να ισχυροποιήσει τη θέση της ως περιφερειακής υπερδύναμης, που αποτελεί, ως γνωστόν, το νέο δόγμα της τουρκικής εξωτερικήςπολιτικής.

Σηματοδοτείται έτσι το τέλος μιας εποχής όπου (υπό τη σκέπη της Ουάσιγκτον) λειτουργούσε ως παράγωνσταθερότητας για τα δυτικάσυμφέροντα, σε μια κατ΄ εξοχήν ασταθήπεριοχή, ο άξονας Τουρκίας- Ισραήλ, όχι μόνο στον οικονομικό αλλά κυρίως στον στρατιωτικό τομέα. Τώρα η Τουρκία(η μόνη μουσουλμανική, μη αραβική χώρα της περιοχής) έχει στραφεί και προς τους Αραβες και προς το Ιράν, δημιουργώνταςέναν νέο άξονα ισχύος, ερχόμενη σε αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ανατρέποντας τα γεωπολιτικά δεδομένα που επικράτησαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στη δίνη των εξελίξεων αυτών η Ελλάδα ελάχιστα περιθώρια χειρισμών διαθέτει, καθώς μάλιστα η δεινή οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει έχει εκ των πραγμάτων υποβαθμίσει δραματικά την αξιοπιστία της. Ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται ότι την επομένη της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα, όπου ετέθησαν οι βάσεις της νέας ελληνοτουρκικής προσέγγισης, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αναπτυχθούν οι σχέσεις με το Ισραήλ. Μια εξέλιξη η οποία θα προκαλούσε όχι μόνο τη δικαιολογημένη αντίδραση της Αγκυρας αλλά κυρίως της ελληνικής κοινής γνώμης, η οποία συγκλονίστηκε από τις απαράδεκτες για πολιτισμένη χώρα ενέργειες στην ανοικτή θάλασσα. Βέβαιο είναι λοιπόν ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να αντικαταστήσει την Τουρκία στον άξονα που ανατράπηκε, όπως είναι βέβαιο ότι και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να επιδιώξουντώρα νέες συμμαχίες στην περιοχή,πράγμα όχι και τόσο εύκολο, καθώς μάλιστα αναμένεται και η Αίγυπτος να εισέλθει σε μια περίοδο αστάθειας μετά το τέλος της προεδρίας του ασθενούντος Χόσνι Μουμπάρακ.

(από την εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ", 06/06/2010)