Τα τελευταία τρία χρόνια στις περισσότερες αντεγκλήσεις των οικονομολόγων, το πρόβλημα της ενέργειας απουσιάζει επιδεικτικά. Ο λόγος είναι απλός: Οι μεταπολεμικοί οικονομολόγοι δεν ασχολούνται με την ενέργεια, και την αντιμετωπίζουν μόνο ως έναν διαρκώς διογκούμενο πόρο, τον οποίο καθιστά διαθέσιμο το τραπεζικό σύστημα και η τεχνολογία.

Τα τελευταία τρία χρόνια στις περισσότερες αντεγκλήσεις των οικονομολόγων, το πρόβλημα της ενέργειας απουσιάζει επιδεικτικά. Ο λόγος είναι απλός: Οι μεταπολεμικοί οικονομολόγοι δεν ασχολούνται με την ενέργεια, και την αντιμετωπίζουν μόνο ως έναν διαρκώς διογκούμενο πόρο, τον οποίο καθιστά διαθέσιμο το τραπεζικό σύστημα και η τεχνολογία.

Για τον μεταπολεμικό οικονομολόγο, η καμπύλη της προσφοράς στην ενέργεια πάντοτε επανέρχεται σε ισορροπία, με προσωρινές μόνο διακοπές. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η διαφωνία στην οποία γινόμαστε μάρτυρες σήμερα ανάμεσα στους Κεϊνσιανούς και τους οπαδούς της λιτότητας είναι όλο και πιο βαρετή υπό αυτό το φως. Το 2008 για παράδειγμα, ο Πολ Κρούγκμαν ήταν ένας Κεϊνσιανός οικονομολόγος με έμφαση στις υποδομές. Όμως, ο Πολ γρήγορα στράφηκε υπέρ του να ρίχνεις πολλά χρήματα στο ήδη υπάρχον οικονομικό σύστημα. Η κενή φύση της διαφωνίας του με τον Νίαλ Φέργκιουσον πηγάζει από την κοινή τους πίστη ότι το σύστημα θα αυτό-οργανωθεί, αρκεί να ακολουθήσουμε τις προτάσεις τους. Είναι και οι δύο πραγματικοί απόγονοι του Άνταμ Σμιθ.

Παρόλα αυτά, ούτε η επιδείνωση της οικονομίας μέσω της λιτότητας, ούτε οι αυξημένες δαπάνες δεν πρόκειται να λύσουν το σημερινό πρόβλημα. Ο λόγος είναι ότι οι ΗΠΑ και ο υπόλοιπος ανεπτυγμένος κόσμος έχουν φτάσει ένα όριο στην ενέργεια.

 

Μόνο ένας οικονομολόγος θα αναρωτιόταν εάν η ενέργεια παίζει έναν σημαντικό ρόλο στην κρίση που αντιμετωπίζουμε. Πράγματι, οι δημόσιες δηλώσεις του Μπεν Μπερνάνκε για τα ενεργειακά ζητήματα στη διάρκεια της περιόδου 2005-2010 ήταν το ίδιο άσχετες όσο και εκείνες που έκανε για τη ιστορική φούσκα των ακινήτων. Από τη θέση του επικεφαλής οικονομολόγου των ΗΠΑ, ο Μπερνάνκε δεν διέβλεψε κανένα πρόβλημα με τα δάνεια, τα επικίνδυνα τραπεζικά υποπροϊόντα, τον πληθωρισμό στις τιμές των ακινήτων και τις ενεργειακές τιμές. Και ως Αμερικανός οικονομολόγος, δεν ήταν ο μόνος.

 

Καθώς τα κράτη βλέπουν τους προϋπολογισμούς τους να καταρρέουν, θα έπρεπε να αναλογιστούμε το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στα ακίνητα επισκίασε την στασιμότητα στους μισθούς στις ΗΠΑ. Και τώρα που οι τιμές των ακινήτων πέφτουν και πάλι για 5η συνεχή χρονιά, οι Αμερικανοί εργαζόμενοι είναι πλήρως εκτεθειμένοι στην δεκαετή άνοδο των ενεργειακών τιμών. Το βιώνουν αυτό ατομικά ή και συλλογικά μέσω του κόστους της ενέργειας για την οικονομία.

Σε αντίθεση με πολλούς που δέχτηκαν έκπληξη ή και οργίστηκαν με το γελοίο άρθρο του οικονομολόγου της Κεντρικής Τράπεζας, Καρτίκ Αθρέγια, «Η Οικονομία Είναι Δύσκολη», εγώ προσωπικά χάρηκα διότι δείχνει πως στην Κ.Τ. όπως και σε κάθε επάγγελμα μεταπολεμικά, η ικανότητα έχει αντικατασταθεί με την εξουσία. Πράγματι, αυτό ήταν το κεντρικό θέμα του Αθρέγια: Ότι μόνο ένα διδακτορικό στα οικονομικά δίνει σε κάποιον το δικαίωμα να συζητά αυτά τα προβλήματα.

Η πιο όμορφη απάντηση ήρθε από τον Άμπροουζ Έβανς-Πρίτσαρντ, ο οποίος μου έθεσε ένα ζήτημα: Τα οικονομικά είναι κοινωνική επιστήμη, όχι θετική. Με άλλα λόγια, οι οικονομολόγοι εργάζονται εδώ, μαζί με εμάς, την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Η ιστορία, η λογοτεχνία, η ψυχολογία και η ανθρωπολογία είναι όλα εξίσου ανταγωνιστικά γνωστικά πεδία στην προσπάθεια κατανόησης του συστήματος που ονομάζεται οικονομία. Αντίστοιχα, ενοχλεί τους μεταπολεμικούς οικονομολόγους το να δέχεται πλήγμα η θέση τους ότι εξηγούν πλήρως την ενέργεια και την προσφορά ενέργειας. Αφήστε τη στάση αυτή. Το ενεργειακό πρόβλημα σας περιμένει.