Η Κεντρική Αφρική τελευταία προσελκύει ένα ασυνήθιστα υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον. Η ανακάλυψη μεγάλων ορυκτών κοιτασμάτων και η ύπαρξη ευκαιριών για κέρδη δημιουργούν συνθήκες για «εκτροπή» των επενδύσεων πέρα από τα πετρέλαια της Ισημερινής Γουινέας και της Γκαμπόν. Το Καμερούν αναμένεται να προσελκύσει 10 δισ. δολάρια μέσα στα επόμενα χρόνια για τα πλέον υποσχόμενα ορυκτά κοιτάσματα της περιοχής, ενώ η Ισημερινή Γουινέα προωθεί την ανάπτυξη των υποδομών.
Η Κεντρική Αφρική τελευταία προσελκύει ένα ασυνήθιστα υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον. Η ανακάλυψη μεγάλων ορυκτών κοιτασμάτων και η ύπαρξη ευκαιριών για κέρδη δημιουργούν συνθήκες για «εκτροπή» των επενδύσεων πέρα από τα πετρέλαια της Ισημερινής Γουινέας και της Γκαμπόν. Το Καμερούν αναμένεται να προσελκύσει 10 δισ. δολάρια μέσα στα επόμενα χρόνια για τα πλέον υποσχόμενα ορυκτά κοιτάσματα της περιοχής, ενώ η Ισημερινή Γουινέα προωθεί την ανάπτυξη των υποδομών. Η ΒΗΡ Βilliton ανακοίνωσε την ανακάλυψη περίπου 60 εκατ. τόνων μαγγανίου στη Νοτιοανατολική Γκαμπόν, ενώ η γαλλική πυρηνική εταιρεία ΑRΕVΑ σχεδιάζει την κατασκευή ενός μεγάλου ορυχείου στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων ουρανίου.

Δυστυχώς οι «φυσικοί πόροι» και η «Αφρική» είναι ένας συνδυασμός που συνήθως κρούει των κώδωνα του κινδύνου και η Κεντρική Αφρική δεν αποτελεί εξαίρεση. Υπάρχουν σημαντικοί πολιτικοί κίνδυνοι που σχετίζονται με τα αλληλοεπικαλυπτόμενα πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα των εδραιωμένων κυρίαρχων ελίτ της περιοχής, δημιουργώντας πονοκέφαλο στους επενδυτές, οι οποίοι ανησυχούν όχι μόνον για τα χρήματα αλλά και για τη φήμη τους. Η διαφθορά είναι διαδεδομένη και οι περισσότερες εταιρείες υποχρεώνονται να δουλεύουν με συνεργάτες που έχουν επιλεγεί από τις κυβερνήσεις, και στους οποίους δεν μπορούν να ασκήσουν έλεγχο.

Εκθεση της αμερικανικής Γερουσίας που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο αποκαλύπτει σκανδαλώδη κατάχρηση κρατικών κεφαλαίων στην Ισημερινή Γουινέα. Ο υιός του προέδρου Τεόντορο Ομπιάνγκ, Νγκουέμα Μπαζόνγκο, λέγεται ότι προσέλαβε αμερικανούς δικηγόρους, τραπεζίτες και κτηματομεσίτες για τη μεταφορά περισσότερων από 110 εκατ. δολαρίων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες από το 2004 ως το 2008. Τα χρήματα αυτά τα χρησιμοποίησε για την αγορά μιας έπαυλης στο Μαλιμπού της Καλιφόρνιας, ενός ιδιωτικού τζετ και άλλων πολυτελών αγαθών. Τώρα διεξάγεται έρευνα εναντίον του και κατηγορείται για ξέπλυμα χρημάτων, δωροδοκία και εκβιασμό.

Η έκθεση κάνει λόγο και για άλλες δυναστείες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένης της φατρίας Μπόνγκο, η οποία επίσης κατηγορείται για κατάχρηση δημοσίου χρήματος. Ο πολιτικός κίνδυνος και το ζήτημα της ασφάλειας θέτουν περισσότερα εμπόδια στους επενδυτές. Η πολιτική ανάμειξη στον ιδιωτικό τομέα σε ολόκληρη την περιοχή σημαίνει ότι τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά έργα γίνονται από κοινού με τις κρατικές επιχειρήσεις. Αυτό συχνά οδηγεί σε κλείσιμο συμβολαίων με χρηματισμό και παράνομες άδειες.

Οπως έχει συμβεί σε πολλές άλλες αφρικανικές χώρες, όταν τα καθεστώτα αλλάζουν αυτά τα συμβόλαια αναθεωρούνται. Τέτοιες αλλαγές είναι σπάνιες σε μια περιοχή που κυριαρχείται από «μεγάλους άνδρες», όπως ο Ομάρ Μπόνγκο, ο Ομπιάνγκ και ο πρόεδρος του Καμερούν Πολ Μπίγια. Ωστόσο, η προχωρημένη ηλικία του Μπίγια δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα ως προς την πολιτική μετάβαση και το τι αυτή θα σήμαινε για τα υπάρχοντα συμβόλαια. Η διαδοχή του Αλί Μπεν Μπόνγκο στην Γκαμπόν δείχνει ότι ακόμη και οι σημαντικές προκλήσεις από μια μη προγραμματισμένη μετάβαση μπορούν να ξεπεραστούν, αλλά στο Καμερούν η διαδοχή δεν θα είναι τόσο ομαλή. Η πιθανότητα για κοινωνικές αναταραχές είναι αυξημένη, όπως έχει γίνει εμφανές τα τελευταία χρόνια, με κάθε κενό εξουσίας να ισοδυναμεί με εν δυνάμει αποσταθεροποίηση.

Πάντως υπάρχουν και κάποιες αισιόδοξες ενδείξεις. Η Οικονομική και Νομισματική Κοινότητα της Κεντρικής Αφρικής (CΕΜΑC) προσφάτως διόρισε στη θέση του επικεφαλής της κεντρικής της τράπεζας, της Τράπεζας των Κρατών Κεντρικής Αφρικής (ΒΕΑC), τονΛούκας Αμπάγκα Νκάμα της Ισημερινής Γουινέας. Εγινε ο πρώτος επικεφαλής της τράπεζας από τη δημιουργία της το 1972 που δεν κατάγεται από την Γκαμπόν. Οι ηγετικές θέσεις τόσο στη CΕΜΑC όσο και στην ΒΕΑC θα είναι κυλιόμενες μεταξύ των έξι μελών- του Καμερούν, του Τσαντ, της Γκαμπόν, της Ισημερινής Γουινέας, της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας του Κονγκό- γεγονός που σηματοδοτεί έναν μεγαλύτερο βαθμό περιφερειακής ενσωμάτωσης.

Οι προοπτικές για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις παραμένουν περιορισμένες, δεδομένου του κακού ιστορικού διαφάνειας πολλών κρατών. Ο διορισμός του Νκάμα αποτέλεσε μια επιτυχία για τη Ισημερινή Γουινέα, στη μακροχρόνια προσπάθειά της να αυξήσει την επιρροή της στη CΕΜΑC. Η χώρα διοχέτευε κάποια από τα «πετροδολάριά» της στην ΒΕΑC και η στρατηγική φαίνεται ότι απέδωσε καρπούς. Δεδομένης όμως της ανάμειξης του Ομπιάνγκ σε σοβαρές υποθέσεις διαφθοράς και κατάχρησης δημοσίου χρήματος, το μέλλον της περιφερειακής μεταρρύθμισης φαντάζει δυσοίωνο. Με την πιθανή εξαίρεση της Γκαμπόν- όπου είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων που πρότεινε ο νέος πρόεδρος - οι περισσότερες κυβερνήσεις της CΕΜΑC είναι εσωστρεφείς με έλλειμμα δημοκρατίας και χωρίς πραγματική πολιτική και οικονομική φιλελευθεροποίηση.

Αυτό το είδος διακυβέρνησης δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για κατάχρηση εξουσίας, η οποία οδηγεί σε ενδημική διαφθορά. Το σύνθημα για όσους επιθυμούν να επενδύσουν στους φυσικούς πόρους της Κεντρικής Αφρικής θα έπρεπε να είναι το λατινικό «caveat emptor» (ας προσέξει ο αγοραστής).

Η κυρία Ηannah Κoep είναι αναλύτρια για θέματα Αφρικής στην Control Risks, εταιρεία γνωμοδότησης επιχειρησιακού κινδύνου.

(από την εφημερίδα "Το Βήμα", 8/9/2010)