Την εξαγωγή του πρώτου φορτίου βενζίνης εγχώριας παραγωγής ανακοίνωσε χθες το Ιράν, τρεις εβδομάδες μετά τη διαβεβαίωση ότι είναι πλέον αύταρκες στον κλάδο της διύλισης, ο οποίος πλήττεται από τις πρόσφατες διεθνείς κυρώσεις. «Κάναμε εξαγωγή του πρώτου φορτίου ιρανικής βενζίνης», δήλωσε στο ειδησεογραφικό πρακτορείο του ιρανικού υπουργείου Πετρελαίου, Σάνα, ο επικεφαλής διεθνών δραστηριοτήτων στην κρατική ιρανική εταιρεία πετρελαίου NIOC, Άλι Άσγκαρ Αρσί
Την εξαγωγή του πρώτου φορτίου βενζίνης εγχώριας παραγωγής ανακοίνωσε χθες το Ιράν, τρεις εβδομάδες μετά τη διαβεβαίωση ότι είναι πλέον αύταρκες στον κλάδο της διύλισης, ο οποίος πλήττεται από τις πρόσφατες διεθνείς κυρώσεις.

«Κάναμε εξαγωγή του πρώτου φορτίου ιρανικής βενζίνης», δήλωσε στο ειδησεογραφικό πρακτορείο του ιρανικού υπουργείου Πετρελαίου, Σάνα, ο επικεφαλής διεθνών δραστηριοτήτων στην κρατική ιρανική εταιρεία πετρελαίου NIOC, Άλι Άσγκαρ Αρσί.

Δεν προχώρησε ωστόσο σε λεπτομέρειες, ούτε ως προς τον όγκο του φορτίου, ούτε σε ό,τι αφορά τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και τον προορισμό της εξαχθείσας ποσότητας. Επισήμανε μόνο ότι οι εξαγωγικές δραστηριότητες της χώρας στον τομέα της βενζίνης θα συνεχιστούν.

Στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Ιρανός υπουργός Πετρελαίου, Μασούντ Μιρ Καζεμί, διαβεβαίωσε ότι το Ιράν σταμάτησε να εισάγει βενζίνη. Δήλωσε επίσης ότι η εγχώρια παραγωγή βενζίνης είχε αγγίξει τα 66,5 εκατομμύρια λίτρα, τη στιγμή που οι ανάγκες της χώρας ανέρχονταν σε 64 εκατομμύρια λίτρα ημερησίως.

Στις 7 του ιδίου μηνός, ο κ. Καζεμί είχε ανακοινώσει ότι το Ιράν απέκτησε αυτάρκεια στον τομέα της βενζίνης και ότι έως εκείνη την ημέρα η παραγωγή των ιρανικών εγκαταστάσεων διύλισης ανερχόταν σε 44 εκατομμύρια λίτρα ημερησίως,
υποχρεώνοντας την Τεχεράνη να εισάγει 20 εκατομμύρια λίτρα βενζίνης ημερησίως.

Δεδομένου ότι η δυναμικότητα διύλισης του Ιράν είναι ελλιπής - παρά το ότι στο ιρανικό υπέδαφος βρίσκεται το 10% των παγκόσμιων αποθεμάτων αργού - η κυβέρνηση Αχμαντινετζάντ εγκαινίασε κατεπείγον πρόγραμμα για να αποκτήσει αυτάρκεια στον τομέα.

Οι μεγαλύτεροι δυτικοί πετρελαϊκοί όμιλοι και διανομείς προϊόντων διύλισης, που συνεργάζονταν στο παρελθόν με το Ιράν, όπως η Shell και η Total, αποφάσισαν να σταματήσουν τις παραδόσεις φορτίων, είτε προληπτικά, είτε μετά τις κυρώσεις που ανακοίνωσαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες.

Οι κυρώσεις αυτές απαγορεύουν ρητά κάθε επένδυση, ή την οποιαδήποτε συνεργασία με το Ιράν στον ενεργειακό τομέα. Δημοσιεύματα στον ιρανικό Τύπο υποστήριξαν ότι η Τεχεράνη μπόρεσε στη συνέχεια να βασιστεί σε εισαγωγές από την Τουρκία και την Κίνα, δύο χώρες που δεν ευθυγραμμίστηκαν με τη Δύση στην ψηφοφορία της 9ης Ιουνίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.