Είκοσι χρόνια μετά την συγκρότηση Ενιαίας Γερμανίας τον Οκτώβριο του 1990 τα πάντα έχουν αλλάξει. Πίσω από την απατηλή πρόσοψη θριάμβου των εξαγωγικών επιδόσεων και των ρυθμών ανάπτυξης της χώρας η κυβέρνηση Μέρκελ έχει καταφέρει καίριο πλήγμα στις εσωτερικές και τις ευρωπαϊκές σταθερές της χώρας: Στο εσωτερικό η αποσάθρωση της κοινωνικής συνοχής με τη μακρόχρονη συμπίεση των μισθών απειλεί πλέον ευθέως την πολιτική συναίνεση και την εργασιακή ειρήνη που θεμελίωσαν μετά το 1949 οι Αντενάουερ - Ερχαρτ ως βάση του μεταπολεμικού δυτικογερμανικού θαύματος
Είκοσι χρόνια μετά την συγκρότηση Ενιαίας Γερμανίας τον Οκτώβριο του 1990 τα πάντα έχουν αλλάξει. Πίσω από την απατηλή πρόσοψη θριάμβου των εξαγωγικών επιδόσεων και των ρυθμών ανάπτυξης της χώρας η κυβέρνηση Μέρκελ έχει καταφέρει καίριο πλήγμα στις εσωτερικές και τις ευρωπαϊκές σταθερές της χώρας:

Στο εσωτερικό η αποσάθρωση της κοινωνικής συνοχής με τη μακρόχρονη συμπίεση των μισθών απειλεί πλέον ευθέως την πολιτική συναίνεση και την εργασιακή ειρήνη που θεμελίωσαν μετά το 1949 οι Αντενάουερ - Ερχαρτ ως βάση του μεταπολεμικού δυτικογερμανικού θαύματος. Εάν δεν υπάρξουν σύντομα διορθωτικές κινήσεις μεγάλης εμβέλειας η Γερμανία για πρώτη φορά στη μεταπολεμική περίοδο θα καταστεί κοινωνία των δύο τρίτων με όλες τις συνεπακόλουθες κοινωνικές και πολιτικές παρενέργειες.

Στην Ευρώπη και στον κόσμο η σημερινή κυβέρνηση στο Βερολίνο θυσιάζει στην κυριολεξία το μακροπρόθεσμο χάριν του βραχυπρόθεσμου και μεσοπρόθεσμου: Η Γερμανία, κατά κύριο λόγο πλέον εξαγωγική δύναμη, νομίζει ότι μπορεί να διασφαλίσει εκτός Ευρωζώνης και Ε.Ε. τις ευρωπαϊκές αγορές που συρρικνώνονται λόγω της δημοσιονομικής πολιτικής που η ίδια υπαγορεύει στους εταίρους της.

Πρόκειται για μία προσέγγιση χωρίς βάθος, η οποία σ' ένα όχι πολύ μακρινό μέλλον θα αποξενώσει το Βερολίνο από τους Ευρωπαίους εταίρους του, θα πριμοδοτήσει αντιγερμανικές συσπειρώσεις και σύνδρομα την στιγμή που οι γερμανικές κατακτήσεις στις αγορές της Κίνας, της Ινδίας αλλά και της Ρωσίας έχουν ημερομηνία λήξης.

Το Πεκίνο και το Νέο Δελχί κατά κύριο λόγο, αλλά και η Μόσχα κατά δεύτερον, έχουν εξαγωγικό προσανατολισμό, και επιδιώκουν με κάθε δυνατό τρόπο τη μεταφορά δυτικής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας. Με άλλα λόγια η Γερμανία αξιοποιεί ένα παράθυρο ευκαιρίας την στιγμή που αυξάνεται η εσωτερική ζήτηση στην Κίνα και στην Ινδία σε βαθμό που δεν μπορεί επί του παρόντος να καλυφθεί ποιοτικά και ποσοτικά από την εγχώρια παραγωγή.

Η θεώρηση των διεθνών συσχετισμών από το Βερολίνο είναι πλέον σαφής: Υπερεκτίμηση των εκτός Ε.Ε. εξαγωγών, επιβολή σε πανευρωπαϊκό επίπεδο της γερμανικής δημοσιονομικής περιοριστικής πολιτικής, περιφρούρηση της δυνατότητας της χώρας να μην εκχωρήσει εθνική κυριαρχία όπου κρίνεται ότι διακυβεύονται ζωτικά εθνικά συμφέροντα.

Πρόκειται για μια επιλογή που σε πρώτη φάση μοιάζει να επιβεβαιώνει την παντοδυναμία της Γερμανίας, καθώς ουδείς από τη Γαλλία του Σαρκοζί, μέχρι την Ισπανία του Θαπατέρο και την Πορτογαλία του Σόκρατες δεν μπορεί όχι να εναντιωθεί αλλά να διαπραγματευθεί έστω την ήπια προσαρμογή στη γραμμή του Βερολίνου.

Η επιλογή, όμως, αυτή, που στην κυριολεξία γονατίζει τους εταίρους του Βερολίνου, εμπεριέχει τη δυναμική μιας αντιγερμανικής συσπείρωσης που δεν θα αργήσει να φανεί σε όλα τα επίπεδα και η οποία θα διαλύσει τη διαχρονική σταθερά της γερμανικής στρατηγικής από τον Μπίσμαρκ μετά το 1870, και τον Αντενάουερ μετά το 1949, που είχαν σαν δόγμα τη διάχυση της εθνικής ισχύος στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς και θεσμούς ώστε να μη βρεθεί η χώρα απομονωμένη.

Πριν από είκοσι χρόνια οι Κολ - Γκένσερ διαβεβαίωναν τους εταίρους τους ότι τίποτε δεν θα αλλάξει με την ενοποίηση. Μία μισή αλήθεια καθώς από ότι φαίνεται η δέσμευσή τους ίσχυσε μέχρι να απορροφηθεί το κόστος της ενσωμάτωσης της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 06/10/2010)