Τη στιγμή που το Ισραήλ βρίσκεται στο στόχαστρο των διεθνών επικρίσεων για την παρελκυστική πολιτική που ακολουθεί στο Μεσανατολικό,η Αθήνα έχει επιλέξει να προωθήσει με ταχύτατους ρυθμούς τη νεοεγκαινιασθείσα ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση.

Τη στιγμή που το Ισραήλ βρίσκεται στο στόχαστρο των διεθνών επικρίσεων για την παρελκυστική πολιτική που ακολουθεί στο Μεσανατολικό,η Αθήνα έχει επιλέξει να προωθήσει με ταχύτατους ρυθμούς τη νεοεγκαινιασθείσα ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση. Έτσι, μετά την ανταλλαγή επισκέψεων των δύο πρωθυπουργών και μία εβδομάδα μετά την επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ του υπουργού Επικρατείας κ. Χ. Παμπούκη, σήμερα μεταβαίνει εκεί και ο υπουργός Εξωτερικών κ. Δ. Δρούτσας στο πλαίσιο περιοδείας στις χώρες της Μέσης Ανατολής (πλην Συρίας εννοείται,λόγω της αναγνώρισης της περιώνυμης «Μακεδονίας») με προφανή στόχο να τηρήσει τις ισορροπίες και να πείσει ότι δεν ανατρέπεται η παραδοσιακή φιλοαραβική ελληνική πολιτική.

Δεν θέλει φυσικά και πολλή σκέψη για να αντιληφθεί κανείς ότι με τις ενέργειες αυτές η Ελλάδα επιχειρεί να καλύψει το κενό που δημιούργησε το ρήγμα στον τουρκοϊσραηλινό άξονα.Άλλο φυσικά αν τελικά θα το καταφέρει, όπως και αν θα καταφέρει (όπως διακαώς επιθυμεί) να φέρει πιο κοντά Παλαιστινίους και Ισραηλινούς. Ας μην ξεχνούμε ότι ως τώρα έχουν αποτύχει όλες οι προσπάθειες Αμερικανών και Ευρωπαίων, λόγω της εμμονής του κ. Νετανιάχου στη συνέχιση της ανέγερσης των παράνομων οικισμών στα παλαιστινιακά εδάφη, η οποία έχει οδηγήσει στο γνωστό αδιέξοδο.

Πέρα όμως από τις θεμιτές φιλοδοξίες τηςΑθήνας να παίξει κάποιον διεθνή ρόλο,σε μια περίοδο όπου λόγω της τεράστιας οικονομικής κρίσης δοκιμάζεται η αξιοπιστία της Ελλάδας, το βέβαιο είναι ότι η διμερής συνεργασία με το Ισραήλ μπορεί πολλά να προσφέρει κυρίως στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας,της ενέργειας, του τουρισμού και της άμυνας. Ήδη ολοκληρώθηκε ανοιχτά της Πελοποννήσου ελληνοϊσραηλινή αεροπορικήάσκηση, ενώ διανοίγονται προοπτικές για συντήρηση των ελληνικών πολεμικών αεροσκαφών στο Ισραήλ. Η ισραηλινή πλευρά φαίνεται να δίνει ιδιαίτερο βάρος στον τομέα της στρατιωτικής συνεργασίας, διότι η Ελλάδα, εκτός από τις αγορές ισραηλινού στρατιωτικού υλικού,μπορεί να προσφέρει πολύτιμο ζωτικό χώρο για την πραγματοποίηση κοινών ασκήσεων. Ιδιαίτερα επίκαιρη καθίσταται εξάλλου η συνεργασία στον ενεργειακό τομέα, καθώς πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι στην Ανατολική Μεσόγειο υπάρχουν πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων.Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος των αλλεπάλληλων εξόδων του τουρκικού ερευνητικού σκάφους «Πίρι Ρέις» στο Αιγαίο και νοτιότερα το περασμένο καλοκαίρι, ενώ είναι γνωστό ότι η Κύπρος και το Ισραήλ συνεργάζονται ήδη στον τομέα αυτόν.

Παραμένει όμως το ερώτημα αν θα αποδεχθεί τελικά ο κ. Νετανιάχου την πρόσκληση του κ. Παπανδρέου να παραστεί την ερχόμενη Παρασκευή στην Αθήνα στο συνέδριο για την κλιματική αλλαγή στη Μεσόγειο, όπου θα είναι παρόντες οι κ κ. Ερντογάν και Νταβούτογλου.Αν πραγματοποιηθεί τελικά η επίσκεψη αυτή, τότε θα είναι η πρώτη φορά που ανώτατοι αξιωματούχοι των δύο χωρών θα συναντηθούν μετά τη ρήξη που έχει επέλθει και η οποία έχει οδηγήσει την Τουρκία να θέσει ουσιαστικά τέρμα στις σχέσεις της με τους παραδοσιακούς συμμάχους της προκειμένου να ισχυροποιήσειτη θέση της ως περιφερειακής υπερδύναμης,που αποτελεί και το νέο δόγμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Γεγονός που προφανώς άνοιξε την όρεξη και της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία αναζητεί τώρα και αυτή ένα νέο δόγμα για την εξωτερική της πολιτική, χωρίς όμως να έχει μέχρι στιγμής διευκρινίσει περί τίνος ακριβώς πρόκειται.

(από την εφημερίδα «Το Βήμα», 17/10/2010)