Το σημερινό αδιέξοδο όσον αφορά τη συμφωνία σε μια παγκόσμια, νομικά δεσμευτική συνθήκη για την κλιματική αλλαγή, έχει προκαλέσει αβεβαιότητα ανάμεσα σε όσους θα ήθελαν να επενδύσουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την ενέργεια. Οι προσδοκίες από τη 16η «σύνοδο των μερών» (COP16) είναι πολύ χαμηλές, και το ίδιο συμβαίνει και με τηνCOP17 της Νοτίου Αφρικής, το 2011. Η σύνοδος του G20 στη Σεούλ δεν ανέτρεψε αυτή την αβεβαιότητα. Θα περάσουν πολλά χρόνια πριν καταφέρουν τα σημαντικότερα μέλη της παγκόσμιας κοινότητας να καταλήξουν σε μια νομικά δεσμευτική συμφωνία.

Το σημερινό αδιέξοδο όσον αφορά τη συμφωνία σε μια παγκόσμια, νομικά δεσμευτική συνθήκη για την κλιματική αλλαγή, έχει προκαλέσει αβεβαιότητα ανάμεσα σε όσους θα ήθελαν να επενδύσουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής  και την ενέργεια. Οι προσδοκίες από τη 16η «σύνοδο των μερών»  ( COP16) είναι πολύ χαμηλές, και το ίδιο συμβαίνει και με την COP17 της Νοτίου Αφρικής, το 2011. Η σύνοδος του  G20  στη Σεούλ δεν ανέτρεψε αυτή την αβεβαιότητα. Θα περάσουν πολλά χρόνια πριν καταφέρουν τα σημαντικότερα μέλη της παγκόσμιας κοινότητας να καταλήξουν σε μια νομικά δεσμευτική συμφωνία.

Δυστυχώς όμως, η υπερθέρμανση του πλανήτη δε θα περιμένει πότε θα ομοφωνήσουν τα 192 κράτη-μέλη του ΟΗΕ. Πράγμα που σημαίνει πως το αδιέξοδο όσον αφορά τις ενεργειακές επενδύσεις δεν μπορεί να συνεχίζεται. Στις 17 Νοεμβρίου παρουσιάσαμε σε ένα σεμινάριο του «δικτύου πολιτικής» στο Λονδίνο την έκθεσή μας υπό τον τίτλο «προς μια επενδυτική κοινότητα για την κλιματική αλλαγή –σπάζοντας το αδιέξοδο». Στην έκθεση αυτή παρουσιάζουμε την ιδέα της δημιουργίας μιαςδομής συμπληρωματικής στις διαπραγματεύσεις του ΟΗΕ. Σκοπός μας είναι ναοικοδομήσουμε μια θετική συγκυρία υπέρ του θεμελιακού μετασχηματισμού των ενεργειακών μας επιλογών.

Πρόκειται για μια πελώρια πρόκληση -που έχει αποτελέσει αντικείμενο εις βάθος ανάλυσης από όλες τις σημαντικές παγκόσμιες συλλογικότητες στα πεδία της οικονομίας, της τεχνολογίας, της ενέργειας, του κλίματος. Όλες αυτές οι εκθέσεις καταλήγουν σε δύο ισχυρά μηνύματα:

  • προκειμένου να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή χρειάζεται μια μεγάλη επέκταση τεχνολογιών με χαμηλές θερμοκηπικές εκπομπές·
  • η δημιουργία ενός μέλλοντος με χαμηλές θερμοκηπικές εκπομπές είναι ρεαλιστική και θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη και στον ριζικό εκσυγχρονισμό των οικονομιών μας.

Οι μελέτες δείχνουν πως για να ικανοποιηθούν οι αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες του πλανήτη θα χρειαστούν ογκώδεις επενδύσεις, που μάλιστα θα είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερες στην περίπτωση του σεναρίου χαμηλών θερμοκηπικών εκπομπών, σε σχέση με την επανάληψη των συνήθων σημερινών διαδικασιών. Από την άλλη, ητεχνολογική επανάσταση στο τομέα της ενέργειας έχει πολύ καλύτερες προοπτικές απόσβεσης αυτών των επενδύσεων και χαμηλότερων τιμών στην κατανάλωση ενέργειας, σε σύγκριση με τις συνήθεις ρυπογόνες πρακτικές.

Μια σταθερή τιμή στο  CO 2

Όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με σχεδιασμούς που αφορούν την μετατροπή των ενεργειακών τους συστημάτων και τη βιωσιμότητα,όλες οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν το ίδιο δύσκολο δίλημμα. Θεωρητικά,βρίσκονται αντιμέτωπες με δύο διαφορετικές επιλογές:

  • Είτε να επιδοτούν τις τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών έως ότου αυτές ωριμάσουν και καταστούν βιώσιμες οικονομικά κι ικανές να ανταγωνιστούν τα κυρίαρχα σήμερα ορυκτά καύσιμα (που η τιμή τους δεν συμπεριλαμβάνει το κόστος των εκπομπών τους σε  CO2),
  • Είτε να τιμολογήσουν το εκπεμπόμενο  CO2, μέσω φορολογίας ή δημοπρασίας των αδειών εκπομπής ρύπων ,ώστε να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον που να επιτρέπει στις τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών να ανταγωνιστούν με αξιώσεις τα ορυκτά καύσιμα.

Επιχειρηματολογούμε υπέρ της δεύτερης επιλογής και της καθιέρωσης αυτού που ονομάζουμε «τιμολόγηση  CO2 ανεξαρτήτως τεχνολογίας» ( TNC- CO2 ). Ένα πλεονέκτημα αυτής της προσέγγισης είναι πως έτσι τις τεχνολογίες θα τις επιλέγουν οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις και όχι οι κυβερνήσεις. 'Αλλο ένα πλεονέκτημα είναι πως έτσι θα ματαιωθούν οριστικά οι προσδοκίες για χαμηλή τιμή καυσίμων, που καλλιεργούν τα ορυκτά καύσιμα. Τρίτο πλεονέκτημα είναι πως η προσέγγιση αυτή όχι μόνο θα ανακουφίσει τους κρατικούς προϋπολογισμούς, αλλά θα προσφέρει επιπλέον δημόσια έσοδα.

Βασική μας ιδέα για την καθιέρωση της TNC- CO2 είναι πως η σημερινή τιμή του CO2 (περί τα 15 ευρώ/τόνο) είναι πολύ χαμηλή ώστε να υπονομεύσει την κυριαρχία των ορυκτών καυσίμων. Στην πραγματικότητα η τιμή αυτή «επιδοτεί» τις εκπομπές των παλιών ορυκτών καυσίμων τουλάχιστο με 25 ευρώ/τόνο.Πρόκειται για μια στρεβλή κατάσταση που δεν μπορεί να συνεχίζεται άλλο.

Προκειμένου να καταστούν επικερδείς οι τεχνολογίες χαμηλών θερμοκηπικών εκπομπών, η τιμή του CO2 θα πρέπει να φθάσει τουλάχιστο στα 40 ευρώ/τόνο ως το 2020. Κάτι τέτοιο θα ανοίξει το παιχνίδι του ανταγωνισμού μεταξύ των ρυπογόνων μορφών ενέργειας κι εκείνων με χαμηλές θερμοκηπικές εκπομπές.

Προτείνουμε επίσης μια τιμολογιακή πολιτική που θα προσφέρει καθοδήγηση και δυνατότητα πρόγνωσης στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Ητιμή της ενέργειας θα πρέπει να διαμορφώνεται διαμέσου της εμπορίας ρύπων, εντός π.χ. του «ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας εκπομπών » ( ETS ), με συμπληρωματική εθνική φορολογία στις εκπομπές CO2 και άλλα μέτρα.

Μια διεθνής κοινότητα επενδυτών υπέρ της κλιματικής αλλαγής

Προτείνουμε να αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ)ν την πρωτοβουλία της δημιουργίας της «διεθνούς κοινότητας επενδυτών υπέρ του κλίματος»  με εταίρους από όλο τον κόσμο που μοιράζονται την κοινή τους έγνοια για την κλιματική αλλαγή. Μια τέτοια «κοινότητα» θα έχει διπλό στόχο:

  • να αντιμετωπίσει το σημερινό πολιτικό αδιέξοδο και
  • να διαμορφώσει μια νέα θετική συγκυρία για τις επενδύσεις που αντιμετωπίζουν την κλιματική αλλαγή.

Χρειάζεται δε να συμπεριλαμβάνει τέσσερα στοιχεία:

  1. Την προσήλωση στις επενδυτικές και επιχειρηματικές ευκαιρίες, αντί της πολιτικής ρύθμισης των εκπομπών, ούτως ώστε η πρωτοπορία στον αγώνα αυτό να αποδεικνύεται προσοδοφόρα
  2. Μια  TNC- CO2, που θα μας ρυμουλκήσει  σε νέες τεχνολογίες και επενδύσεις, αντί για επιδοτικές πολιτικές,
  3. Μια σταδιακή, βήμα-βήμα προσέγγιση που θα οικοδομεί μια κοινότητα με κράτη-μέλη, αντί να προσπαθεί να πετύχει μια συμφωνία που θα προσυπογραφεί από όλες τις κυβερνήσεις και το σύνολο των κοινοβουλίων,
  4. Έναν τρόπο διακυβέρνησης βασισμένο στην «ανοικτή μέθοδο συντονισμού», αντί για ένα συνολικό νομικό σύστημα.

Θεωρούμε πως μια τέτοια «κοινότητα θα διευρύνεται βήμα-βήμα, πάνω-κάτω σαν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Η σταδιακή, βήμα-βήμα προσέγγιση, που θα στηρίζεται σε συμπεφωνημένους κανόνες και τρόπο οργάνωσης, θα μπορούσε συν τω χρόνω να μετατραπεί σε κάνει που θα μοιάζει πολύ με το παγκόσμιο πλαίσιο που ονειρευόμαστε και θα συμβάλει καθοριστικά στις επενδύσεις, την ανάπτυξη και τη διάδοση, νέων, μη ρυπογόνων, τεχνολογιών.

(από www.ppol.gr)