Ευρείες είναι οι
αντιδράσεις της επιστημονικής κοινότητας, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά
και μεγάλης μερίδας της κοινωνίας, στα σχέδια της κυβέρνησης να διακόψει τη
λειτουργία του ΙΓΜΕ, μετά από πολλές δεκαετίες σημαντικής προσφοράς και έργου. Κοινή
είναι η διαπίστωση ότι αντί να επιταχύνονται οι προσπάθειες για την
εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας μας, με τη συνδρομή του ΙΓΜΕ,
επιλέγεται η διάλυσή του.
Είναι επίσης γνωστό ότι σχεδόν όλες οι
χώρες του κόσμου ακόμη και χώρες του τρίτου κόσμου διαθέτουν γεωλογική υπηρεσία
σαν ανεξάρτητο οργανισμό, ενώ και στις χώρες οι οποίες είχαν έντονα οικονομικά
προβλήματα, είχαν υπαχθεί στις διαδικασίες του ΔΝΤ, δεν υπήρξε κατάργηση της
Γεωλογικής τους υπηρεσίας, αλλά αναδιάρθρωση.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΓΜΕ, κ. Κ.
Παπαβασιλείου τονίζει με έμφαση ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για περαιτέρω
ανάπτυξη της μεταλλευτικής μας βιομηχανίας, για προσέλκυση νέων παραγωγικών επενδύσεων
μέσω της καθετοποιημένης παραγωγής αρκετών νέων ορυκτών πρώτων υλών, εκτός από αυτές
που ήδη βρίσκονται σε παραγωγή όπως ο βωξίτης και τα κοιτάσματα νικελίου.
Ένα τέτοιο παράδειγμα
είναι οι δύο μεγάλες επενδύσεις στην Β.Ελλάδα για την αξιοποίηση των σημαντικών
κοιτασμάτων χρυσού και χαλκού στη Χαλκιδική και στην περιοχή Πέραμα του νομού .
Σημειώνεται ότι κάποια από αυτά τα κοιτάσματα ανακαλύφθηκαν και αξιολογήθηκαν
από το ΙΓΜΕ.
Ο ίδιος δηλώνει με έμφαση ότι «είναι
απαραίτητο να ξεκινήσει το συντομότερο η εκμετάλλευσή τους» και ότι μπορεί να
συμβαδίσει η προστασία του περιβάλλοντος με την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου
της χώρας μας,ενώ παράλληλα δηλώνει ότι αποτελεί δικαίωση του ΙΓΜΕ η σχετική
πρωτοβουλία της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ να προχωρήσει στις προκηρύξεις για
την αξιοποίηση σημαντικών γεωθερμικών πεδίων της χώρας τα οποία ανακαλύφθηκαν
και αξιολογήθηκαν από το ΙΓΜΕ, ώστε να προχωρήσει επιτέλους η αξιοποίηση αυτής
της τόσο σημαντικής για τη χώρα μας ανανεώσιμης μορφής ενέργειας.
Σε ό,τι αφορά αφορά τα βιογραφικά στοιχεία
και την επαγγελματική του σταδιοδρομία, ο κ. Παπαβασιλείου είναι Αναπληρωτής
Καθηγητής στον Τομέα Οικονομικής Γεωλογίας & Γεωχημείας του Τμήματος
Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστήμιου Αθηνών, με ειδικότητα στα
θέματα έρευνας - οικονομοτεχνικής αξιολόγησης ορυκτών και ενεργειακών πρώτων
υλών.
Διετέλεσε Γενικός Διευθυντής του ΙΓΜΕ από
το 1981 ως το 1989, περίοδο της μεγάλης ανάπτυξης και ερευνητικής
δραστηριότητας του ινστιτούτου, ενώ στο παρελθόν, εργάστηκε από το 1987 ως το
1995 ως Επισκέπτης Καθηγητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών σε θέματα
έρευνας & αξιολόγησης υποθαλάσσιων ορυκτών πρώτων υλών.
Επιπλέον, από το 1982 ως το 1989, ο κ.
Παπαβασιλείου εργάστηκε ως εθνικός εκπρόσωπος στην Συμβουλευτική επιτροπή CGC
της 12ης Γενικής Διεύθυνσης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έργο της οποίας ήταν η
υποβολή προτάσεων για την έρευνα και αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών του
κοινοτικού υπεδάφους.
Μεταξύ του 1986 και του
1989 ήταν εθνικός εκπρόσωπος της χώρας στην 3η Διεύθυνση της τότε ΕΟΚ, με
αντικείμενο θέματα Κοινοτικής Μεταλλευτικής Πολιτικής και Μεταλλευτικής
Βιομηχανίας, ενώ από το 1987 ως το1989 ήταν Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής
IGCP (
International
Geological
Correlation
Programme) της
UNESCO.
Παράλληλα, διετέλεσε από το 1986 μέχρι το
2008 μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας
(Ε.Γ.Ε). Αξίζει να αναφερθεί επίσης ότι εργάστηκε κατά την περίοδο 2002-03 στα
πλαίσια της ομάδας εργασίας που όρισε ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου
για θέματα γεωπολιτικής της ενέργειας που λειτούργησε στο Υπουργείο Εξωτερικών
στα πλαίσια της Ελληνικής Προεδρίας στην Ε.Ε στο 1ο εξάμηνο του 2003.
Από το 2010 και μετά, ο κ. Παπαβασιλείου
συνεχίζει το έργο του ως Γενικός Διευθυντής του ΙΓΜΕ.