Με τις ΗΠΑ στα παρασκήνια, Γαλλία και Βρετανία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης για αναδιανομή της οικονομικής επιρροής και των πετρελαϊκών συμβολαίων που μπορεί να εξασφαλίσει η ανοικοδόμηση της Λιβύης.

Με τις ΗΠΑ στα παρασκήνια, Γαλλία και Βρετανία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης για αναδιανομή της οικονομικής επιρροής και των πετρελαϊκών συμβολαίων που μπορεί να εξασφαλίσει η ανοικοδόμηση της Λιβύης.

Σε αυτόν τον αγώνα δρόμου ο γάλλος πρόεδρος διαγκωνίζεται για να οδηγήσει την κούρσα. Ο Σαρκοζί υποδέχθηκε πρώτος τον πρωθυπουργό των ανταρτών, Μαχμούτ Τζιμπρίλ, για να συζητήσουν για τις «προκλήσεις» της νέας εποχής. Την 1η Σεπτεμβρίου οργανώνει Διάσκεψη «Φίλων της Λιβύης» για την εξασφάλιση πακέτων οικονομικής βοήθειας και προωθεί σχέδιο απόφασης του Σ.Α. για την αποδέσμευση των λιβυκών λογαριασμών. Οι ΗΠΑ τον πρόλαβαν, αφού πρώτες ζήτησαν από το Σ.Α. του ΟΗΕ την αποδέσμευση 1,5 δισ. δολαρίων. «Αυτό είναι καίριο. Γιατί το πόσο γρήγορα θα ανταποκριθούν οι μεγάλες δυνάμεις μπορεί να προσφέρει πλεονεκτήματα στις πετρελαϊκές τους εταιρείες», επισημαίνει ο Καρίμ Μεζράν του Πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς.

Οι πρόθυμοι σύμμαχοι στις στρατιωτικές επιχειρήσεις αναμένουν να είναι και οι ευνοούμενοι της νέας Λιβύης. Αυτό επιβεβαίωσε και εκπρόσωπος της AGOCO, της πετρελαϊκής του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου (ΕΜΣ), υποστηρίζοντας πως ενώ δεν έχουν πρόβλημα με τις δυτικές δυνάμεις, «έχουμε κάποια πολιτικά ζητήματα με τη Ρωσία, την Κίνα και τη Βραζιλία». Οι τρεις χώρες δεν στήριξαν την απόφαση του Σ.Α. για στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της Λιβύης κι όλες τους έχουν σημαντικές επενδύσεις στη χώρα, ιδίως στον πετρελαϊκό τομέα. Σε αυτόν δραστηριοποιούνται οι ρωσικές Gazprom Neft και Tatneft και η βραζιλιάνικη Petrobra, ενώ η Κίνα, που εισάγει το 3% του πετρελαίου της από τη Λιβύη, έχει περισσότερες από 70 επιχειρήσεις στη χώρα.

Η μετέπειτα διάψευση, από στόματος του Αχμέντ Τζεχανί, υπεύθυνου ανοικοδόμησης του ΕΜΣ, που επέμεινε ότι η νέα κυβέρνηση θα τηρήσει τις πετρελαϊκές και άλλες συμφωνίες που έγιναν επί Καντάφι, δεν καθησύχασε τους «ατυχείς μη συμμάχους». Ανήσυχη η Κίνα δήλωσε ότι ελπίζει να συμμετάσχει ενεργά στην ανοικοδόμηση της χώρας ενώ ο διευθυντής του Ρωσολιβυκού Επιχειρηματικού Συμβουλίου, Αράμ Σεγκούντς, αποφαινόταν: «Οι εταιρείες μας θα τα χάσουν όλα γιατί το ΝΑΤΟ δεν θα τους επιτρέψει να δραστηριοποιούνται στη Λιβύη».

Και στην Ιταλία, λόγω της αμφιταλαντευόμενης στάσης που επέδειξε ο Μπερλουσκόνι και της μικρής συμμετοχής στις επιχειρήσεις, υπάρχουν έντονες ανησυχίες, όπως λέει ο πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου Ιταλίας-Αφρικής, Αλφρέντο Τσεστάρι: «Αυτός ο σιωπηλός ανταγωνισμός έχει αποφέρει πολλά σε όρους "αρχικών συμφωνιών" στη Γαλλία. Με τη στρατηγική των βομβαρδισμών το Παρίσι έχει κερδίσει σημαντικό έδαφος προς όφελος του οικονομικού της συστήματος».

Το γιατί η Δύση επιδεικνύει τόση βιασύνη ανέλαβε να εξηγήσει ο πρόεδρος της OPS International (εταιρεία πετρελαϊκών υπηρεσιών): «Το πλεονέκτημα που έχουν οι χώρες που συνέδραμαν τους αντιπάλους του Καντάφι μπορεί να χαθεί με το χρόνο». Για να προλάβουν, εκτός από τη γαλλική Total και τη βρετανική ΒΡ, πρόθυμες να επαναλειτουργήσουν άμεσα τις μονάδες τους δήλωσαν και η ισπανική Repsol και η αμερικανική Marathon. Η δε ιταλική Eni, η μεγαλύτερη ξένη πετρελαϊκή στην Λιβύη, έχει ήδη στείλει τεχνικούς στη Βεγγάζη για αυτό το σκοπό.

Η όποια ανοικοδόμηση της Λιβύης χρειάζεται την άμεση αποκατάσταση της πετρελαϊκής παραγωγής της, από την οποία εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου η οικονομία της. Αλλά, σύμφωνα με τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», η πλήρης αποκατάσταση της παραγωγής (από 1,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα πριν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις σήμερα έφτασε τα 53.000), ίσως απαιτήσει ένα ή και δύο χρόνια.

(από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία")