H Επόμενη Ημέρα

Για μεν την Ελλάδα η επόμενη ημέρα από την κρίσιμη σύνοδο κορυφής της 27 Οκτωβρίου έχει ήδη ξεκινήσει με ακόμη μεγαλύτερη λιτότητα, αυξανόμενη ανεργία και συνεχιζόμενη ύφεση, αλλά και με μία προοπτική. Αφού δεν θα πτωχεύσουμε-άμεσα-με το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα να σώζεται με την παρέμβαση-ανακεφαλαιοποίηση από το EFSF και εάν καταφέρουμε να βάλουμε τάξη στο σπιτικό μας, μαθαίνοντας επιτέλους, ως κράτος, να ξοδεύουμε λιγότερα από όσα εισπράττουμε (άρα πλεονασματικοί προϋπολογισμοί από εδώ και εμπρός), θα έχουμε μία δυνατότητα να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο του χρέους
energia.gr
Δευ, 31 Οκτωβρίου 2011 - 12:17

Για μεν την Ελλάδα η επόμενη ημέρα από την κρίσιμη σύνοδο κορυφής της 27 Οκτωβρίου έχει ήδη ξεκινήσει με ακόμη μεγαλύτερη λιτότητα, αυξανόμενη ανεργία και συνεχιζόμενη ύφεση, αλλά και με μία προοπτική. Αφού δεν θα πτωχεύσουμε-άμεσα-με το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα να σώζεται με την παρέμβαση-ανακεφαλαιοποίηση από το EFSF και εάν καταφέρουμε να βάλουμε τάξη στο σπιτικό μας, μαθαίνοντας επιτέλους, ως κράτος, να ξοδεύουμε λιγότερα από όσα εισπράττουμε (άρα πλεονασματικοί προϋπολογισμοί από εδώ και εμπρός), θα έχουμε μία δυνατότητα να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο του χρέους, ιδίως τώρα που χάρις στις αποφάσεις της περασμένη εβδομάδας και του εθελοντικού –αλλά και υποβοηθούμενου με εγγυήσεις του PSI- κουρέματος μεγάλου μέρους του υφιστάμενου χρέους κατά 50%, αυτό θα μειωθεί κατά 100 δις ευρώ.

Μέχρι σήμερα η Ευρώπη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μάς έχουν δανείσει 73 δισ. ευρώ, θα μας δώσουν και τα υπόλοιπα 37 από το πρώτο πακέτο των 110 δισ. Με τη νέα συμφωνία, θα μας δανείσουν επιπλέον 100 δισ. και άλλα 30 δισ. ευρώ με τη μορφή εγγυήσεων. Σύνολο, 240 δισ. ευρώ –όταν το συνολικό χρέος μας, σήμερα, είναι περίπου 370 δισ. ευρώ. Αυτή είναι η απτή απόδειξη της πεποίθησής τους ότι η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει, παρά τα όσα αβασάνιστα και στερούμενων ουσιαστικών επιχειρημάτων επικαλούνται οι αγανακτισμένοι και τα πρωτοπαλίκαρα του αντικατοχικού αγώνα. Διαφορετικά οι Ευρωπαίοι δεν θα έβαζαν τόσο υψηλό στοίχημα. Ούτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα είχε δώσει στις ελληνικές τράπεζες περίπου 140 δισ. ευρώ, αν δεν πίστευε ότι θα είναι ασφαλείς.

Αναμφισβήτητα, αν είχαν γίνει όλα όσα έπρεπε, δεν θα φτάναμε στη σημερινή οικτρή κατάσταση να αδυνατούμε να αποπληρώσουμε τους δανειστές μας. Δεν έγιναν, με πρώτιστη ευθύνη της κυβέρνησης και των συνδικάτων που με την ανεύθυνη δημαγωγική τους τακτική έχουν διαλύσει τον παραγωγικό μηχανισμό της χώρας.

Πάλι όμως, η Ευρώπη και το ΔΝΤ, αντί να μας αφήσουν να κηρύξουμε ανοιχτή πτώχευση, «βάζουν πλάτη» για να πεισθούν οι δανειστές μας να κουρέψουν τις απαιτήσεις τους κατά 50%. Εντός των επόμενων μηνών θα φανεί πόσοι θα δεχτούν και αυτό πράγματι είναι ένα σημείο αβεβαιότητας. Με τη συμφωνία του Ιουλίου θα μειωνόταν το χρέος που οφείλαμε σε ιδιώτες μέχρι το 2020 (136 δισ.), με τη νέα επιδιώκεται να μειωθεί το χρέος που οφείλουμε έως το 2035 (206 δισ. ευρώ). Στην πρώτη περίπτωση το συνολικό χρέος θα μειωνόταν κατά 11,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ενώ στη δεύτερη θα μειωθεί κατά περίπου 47 μονάδες ή 100 δισ. ευρώ.

Στην πράξη, αυτά που συμφωνήθηκαν την περασμένη Πέμπτη, μας επιτρέπουν να προχωρήσουμε πιο ομαλά. Δηλαδή, πρώτον, με ρεαλιστικό, δηλαδή πιο αργό ρυθμό δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων. Δεύτερον, εφαρμόζοντας ένα ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων με ταχύ μεν αλλά όχι εξωπραγματικό (και ίσως καταστροφικό…) ρυθμό. Τρίτον, διαθέτοντας ένα πιστωτικό σύστημα υγιές και σταθεροποιημένο με τρόπο αδιαμφισβήτητο. Εν κατακλείδι, το ανακοινωθέν πρόγραμμα είναι απόλυτα θετικό για την εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία που ευρίσκεται σήμερα η χώρα, κυρίως διότι προσφέρει μία προοπτική με κύρια προϋπόθεση βέβαια ότι θα συνεισφέρουμε και εμείς αυτά στα οποία έχουμε συμφωνήσει, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις διαρθρωτικές αλλαγές, με προτεραιότητα την ριζική μείωση του κρατικού μηχανισμού και τις γενικευμένες αποκρατικοποιήσεις.

Για την Ευρώπη η επόμενη ημέρα δεν έχει ακόμα τυπικά ξημερώσει, αφού όλες οι λεπτομέρειες του σύνθετου και μεγαλεπήβολου νέου πακέτου διάσωσης δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές, πολλώ δε μάλλον να έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται. Το νέο αυτό πακέτο, πέρα από την «τακτοποίηση» του Ελληνικού προβλήματος, δηλαδή την στεγανοποίηση της Ευρωζώνης από την Ελληνική μόλυνση, προβλέπει άμεση ενίσχυση της δυνατότητας του EFSF, που θα μπορούσε να προσφέρει 440 δις ευρώ από τα δικά του διαθέσιμα και έως 1 τρις ευρώ μέσω μόχλευσης, κάτι που θα μπορέσει να βελτιώσει τις άμυνες της Ευρώπης κατά της μετάδοσης της κρίσης σε άλλες χώρες. Το πρόγραμμα προσφέρει ακόμη περί τα 100 δις ευρώ για την μερική ανακεφαλαιοποίηση των Ευρωπαϊκών τραπεζών ώστε ν’ αντιμετωπίσουν της ζημίες που προβλέπονται από το κούρεμα των ομολόγων (όχι μόνο του Ελληνικού) και τις ζημίες γενικότερα που αναμένεται να έχει ο Ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας από την αναταραχή στην Ευρωζώνη.

Όμως παρά τις σημαντικές αποφάσεις που ελήφθησαν στις 27 Οκτωβρίου και στόχο έχουν αφ’ ενός μεν την αντιμετώπιση των άμεσων κινδύνων με κορυφαίο το θέμα της Ελλάδας και αφ’ ετέρου μία γενικότερη προσπάθεια αναδιάταξης λόγω των πολύ μεγαλύτερων προβλημάτων που παρουσιάζουν ήδη οι οικονομίες της Ιταλίας και Ισπανίας, οι αγορές δεν φαίνεται να επείσθησαν. Αυτό προκύπτει από τις θέσεις που έχουν διατυπώσει κορυφαίοι οικονομολόγοι και στις δύο άκρες του Ατλαντικού, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η παρούσα κρίση στην ευρωζώνη μόνο μερικώς αντιμετωπίσθηκε και ότι αργά ή γρήγορα οι πολιτικές ηγεσίες θα κληθούν να λάβουν νέα μέτρα και να επανακαθορίσουν στόχους. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την απόφαση για ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας EFSF με τη μέθοδο της μόχλευσης, το μήνυμα προς τις αγορές είναι το αντίθετο από το επιδιωκόμενο και μαρτυρά έλλειψη πολιτικής βούλησης και ακόμη χειρότερα της δυνατότητας κάλυψης κρίσεων δανεισμού χωρών του μεγέθους της Ιταλίας και της Ισπανίας.

Τα προβλήματα στην ευρωζώνη, υποστηρίζουν οι ανωτέρω οικονομολόγοι, δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο με μέτρα επώδυνων οικονομικών μεταρρυθμίσεων και αυστηρής πειθαρχίας στην εφαρμογή πλεονασματικών προϋπολογισμών, όσο επιθυμητό και αναγκαίο και εάν είναι αυτό. Για να δουλέψει αποτελεσματικά η ευρωζώνη και ν’ αποφευχθούν μελλοντικοί κλυδωνισμοί και νομισματικές κρίσεις αυτό που απαιτείται είναι ένας πλέον μόνιμος μηχανισμός στήριξης του ευρώ, κυρίως μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ECB) ώστε να μπορεί αυτή να διοχετεύει την αναγκαία ρευστότητα στην αγορά, έστω με την εκτύπωση χρήματος. Μία προοπτική στην οποία αντιδρά εντονότατα η Γερμανία, η πολιτική ηγεσία της οποία αρνείται οιαδήποτε συζήτηση επ’ αυτού, διακατεχόμενη ακόμη από το σύνδρομο της Βαϊμάρης.