Ενέργεια Χωρίς Μεσάζοντες

Καθώς εξαπλώνεται με απίστευτη ταχύτητα σε όλη την χώρα το «Κίνημα της Πατάτας», που ως γνωστόν αποβλέπει στην κατάργηση των χονδρεμπόρων αλλά και των σουπερμάρκετ στην διάθεση της πατάτας και γενικότερα στον κλάδο των τροφίμων (λ.χ. ελαιόλαδο, οπωροκηπευτικά), εύλογα τίθεται το ερώτημα εάν στην προσπάθεια του για εξασφάλιση χαμηλών τιμών μπορεί το καταναλωτικό κοινό να αποφύγει τους μεσάζοντες στην προμήθεια διαφόρων άλλων προϊόντων
energia.gr
Τρι, 6 Μαρτίου 2012 - 07:15
Καθώς εξαπλώνεται με απίστευτη ταχύτητα σε όλη την χώρα το «Κίνημα της Πατάτας», που ως γνωστόν αποβλέπει στην κατάργηση των χονδρεμπόρων αλλά και των σουπερμάρκετ στην διάθεση της πατάτας και γενικότερα στον κλάδο των τροφίμων (λ.χ. ελαιόλαδο, οπωροκηπευτικά), εύλογα τίθεται το ερώτημα εάν στην προσπάθεια του για εξασφάλιση χαμηλών τιμών μπορεί το καταναλωτικό κοινό να αποφύγει τους μεσάζοντες στην προμήθεια διαφόρων άλλων προϊόντων. Με τις τιμές της βενζίνης, του πετρελαίου θέρμανσης αλλά και του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου να έχουν ανατιμηθεί κατακόρυφα τους τελευταίους μήνες, οι σκέψεις των καταναλωτών αναπόφευκτα στρέφονται προς την κατεύθυνση αναζήτησης λύσεων για την εξεύρεση τρόπων παράκαμψης των ενδιάμεσων σταδίων.

Όμως στον ενεργειακό τομέα σε αντίθεση με τον κλάδο τροφίμων όπου η παραγωγή και διάθεση τελικών προϊόντων εξαρτάται από μεγάλο πλήθος παραγωγών και εισαγωγέων, η διαδικασία παραγωγής και η τελική διάθεση του προϊόντος, είτε αυτά είναι υγρά καύσιμα ή ηλεκτρισμός, κατευθύνεται από ένα σχεδόν μονοπωλιακό κύκλωμα το οποίο ελέγχει όχι μόνο το παραγωγικό τμήμα της αλυσίδας αλλά και την διάθεση σε πανελλαδική κλίμακα. Μια κατάσταση η οποία εξελίχθηκε σταδιακά τα τελευταία εξήντα χρόνια με την επικράτηση των δύο εισαγωγικών διυλιστηριακών ομίλων πετρελαιοειδών, των ΕΛΠΕ και της MOTOROIL, και της ΔΕΗ στον ηλεκτρισμό. Οι δύο διυλιστηριακοί όμιλοι προμηθεύουν με έτοιμα προϊόντα τις εταιρείες εμπορίας – οι οποίες και αυτές είναι αυστηρά περιορισμένες σε αριθμό – ενώ η ΔΕΗ πωλεί απευθείας στους καταναλωτές, οικιακούς, εμπορικούς και βιομηχανία, σε τιμές που ορίζει αυτή σε συνεννόηση με την εκάστοτε κυβέρνηση, και οι οποίες κατά γενική ομολογία χαρακτηρίζονται από μεγάλη αδιαφάνεια. (κάτι που τονίσθηκε πρόσφατα από πολλούς παράγοντες της αγοράς κατά την απογευματινή συζήτηση που οργάνωσε το ΙΕΝΕ για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας μετά την ψήφιση του Ν 4001/2011) Λ.χ. ουδείς, πλην της ΔΕΗ, γνωρίζει το πραγματικό κόστος εξόρυξης και απόκτησης του λιγνίτη και τι ποσοστό αυτό κατέχει στην διαμόρφωση της τελικής τιμής της ηλεκτρικής μονάδος.

Οι δε προσπάθειες εισόδου ανεξάρτητων εταιρειών λιανικής (retailers) στην αγορά ηλεκτρισμού στην Ελλάδα απέτυχαν οικτρά με την καραμπινάτη χρεωκοπία των δύο εμπλεκόμενων εταιρειών Energa και Hellas Power αφού ήσαν εντελώς ανίσχυρες να ελέγξουν το κόστος της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού, δηλ. του pοοl από το οποίο αγόραζαν ηλεκτρική ενέργεια για να την διαθέσουν εν συνεχεία στους καταναλωτές σε υποτιθέμενες ανταγωνιστικές τιμές, δηλ. χαμηλότερες, από αυτές της ΔΕΗ. Αλλά και οι ανεξάρτητοι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από θερμοηλεκτρικούς σταθμούς που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο ως το βασικό καύσιμο (βλέπε Protergia, ΗΡΩΝ, ELPEDISON, Θερμοηλεκτρική Κορίνθου) υποχρεωτικά πωλούν το σύνολο της παραγωγής τους στο pool μη δυνάμενες ακόμη – παρά τα όσα προβλέπει το 3ο Ενεργειακό πακέτο – να πωλήσουν απευθείας σε βιομηχανικούς και εμπορικούς πελάτες τους βάση διμερών συμφωνιών όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.

Άρα βλέπουμε ότι το ενεργειακό σύστημα της χώρας μας – όπως ακριβώς συμβαίνει και στις υπόλοιπες βιομηχανοποιημένες χώρες- είναι δομημένο κατά τέτοιο τρόπο ώστε προς το παρόν ο καταναλωτής να αδυνατεί να έχει απευθείας πρόσβαση στο παραγόμενο προϊόν και να είναι υποχρεωμένος να το προμηθεύεται μέσω πρατηρίων, στη περίπτωση των προϊόντων πετρελαίου, και μέσω ενός αυστηρά ελεγχόμενου δικτύου στην περίπτωση του ηλεκτρισμού. Αλλά και στην περίπτωση του φυσικού αερίου, το οποίο αποτελεί το νεώτερο καύσιμο στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, η διανομή και προμήθεια γίνεται μέσω κεντρικών δικτύων που ελέγχονται από την Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) και από τις κατά τόπου Εταιρείες Παροχής Αερίου (ΕΠΑ). Θα ήτο παράλειψή μας εάν δεν παρατηρήσουμε ότι η σημερινή δομή παραγωγής και διάθεσης τόσο των προϊόντων πετρελαίου όσο και του ηλεκτρισμού, που πράγματι ελέγχεται από μεγάλους καθετοποιημένους ομίλους, δεν είναι τυχαία και εξελίχθηκε σταδιακά, λόγω της συνεχούς ανάγκης για μεγάλες επενδύσεις σε εξοπλισμό και δίκτυα αλλά και την υποχρέωση συγκέντρωσης κεφαλαίου απαραίτητου για την εισαγωγή πρώτων υλών, δηλ. αργό πετρέλαιο, φυσικό αέριο, λιθάνθρακα κλπ.

Όμως το ερώτημα που θέτει ο πείσμων και αναζητών εναλλακτικές λύσεις καταναλωτής είναι εάν η σημερινή παντοκρατορία των μονοπωλιακών ομίλων και κρατικών δικτύων θα συνεχισθεί επ’ άπειρον και εάν κάποτε θα μπορέσει αυτός και η οικογένεια του να εξασφαλίσει χαμηλότερες τιμές με απευθείας πρόσβαση στο ενεργειακό προϊόν. Η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη, όπως εξάλλου δεν είναι μονοδιάστατη η δομή της ενεργειακής αγοράς. Για την μεν περίπτωση του ηλεκτρισμού σε δύο με τρία χρόνια ή και ενωρίτερα ο καταναλωτής, βάσει των σχετικών Κοινοτικών Οδηγιών, θα μπορεί να έχει επιλογή στον προμηθευτή του και άρα να εξασφαλίσει κατά το ένα τρόπο ανταγωνιστικές τιμές. Εάν ο όμως ο καταναλωτής έχει την δυνατότητα ιδιόκτητης μονοκατοικίας, ή πολυκατοικίας της οποία ελέγχει την ιδιοκτησία, τότε θα μπορούσε ακόμα και σήμερα να αποκτήσει πλήρη ηλεκτρική αυτονομία με την εγκατάσταση ηλιακών φωτοβολταϊκών στην οροφή ή και άλλου στο κτίριο σε συνδυασμό με αποθηκευτικό σύστημα με μπαταρίες. Θα μπορούσε ακόμα να καταργήσει το σύστημα κεντρικής θέρμανσης (πετρελαίου ή φυσικού αερίου) με την κατασκευή ενός παθητικού ηλιακού συστήματος με επικουρικό σύστημα θέρμανσης με υγραέριο, καυσόξυλα ή και ελαιοπύρηνα. Θα μπορούσε ακόμα στην περίπτωση νεόδμητης κατασκευής να σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο (συμπεριλαμβάνοντας ηλιακές λύσεις μεγάλη θερμομόνωση κλπ.) ώστε αυτή να έχει σχεδόν μηδενικές απώλειες θερμοκρασίας και γενικότερα ελάχιστες ενεργειακές ανάγκες (δηλ. zero energy house).

Στην περίπτωση των πετρελαϊκών προϊόντων, και κυρίως βενζίνης και ντήζελ, οι επιλογές του καταναλωτή είναι σαφώς πλέον περιορισμένες, σε σύγκριση με τον ηλεκτρισμό, γιατί απλούστατα είναι αδιανόητη η απευθείας τροφοδοσία από τις πύλες διυλιστηρίων, η οργάνωση των οποίων και η αδειοδότηση τους από το κράτος απαγορεύει αυστηρά την προμήθεια προϊόντων σε μεμονωμένους καταναλωτές (εδώ τίθενται θέματα ασφάλειας, μεταφοράς, αποθήκευσης και εκτελωνισμού). Στην προκειμένη περίπτωση, ο καταναλωτής ως διέξοδο στην προσπάθειά του να καταργήσει του μεσάζοντες μπορεί να περιορίσει σημαντικά την χρήση αυτοκινήτου επιλέγοντας το ποδήλατο για τις μετακινήσεις τους ή την οδήγηση υβριδικού, και αύριο ενός τελείως ηλεκτρικού οχήματος, μειώνοντας έτσι στο ελάχιστο την κατανάλωση υγρών καυσίμων.

Σε κάθε περίπτωση η ανάγκη απόκτησης από τον καταναλωτή ενός βαθμού ανεξαρτησίας στην επιλογή και χρήση καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας έχει ήδη τεθεί από πολλές κυβερνήσεις, εταιρείες και ΜΚΟ στην κοινωνική ατζέντα του αύριο και αποτελεί ήδη σοβαρή εστία προβληματισμού. Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορεί εξάλλου και η στόχευση για μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου και η αύξηση της συμμετοχής ΑΠΕ στο παγκόσμιο ενεργειακό ισοζύγιο.