Είναι αλήθεια πως κάθε φορά που πρέπει να ληφθούν σοβαρές αποφάσεις, ο δημόσιος διάλογος φτάνει στο δίλημμα: μέσα ή έξω από το ευρώ. Υπάρχουν οι βολονταριστές. Σε όλες τις παρατάξεις, οι οποίες μάλιστα, εσχάτως, έγιναν πάμπολλες. Οι άνθρωποι που είναι πολύ σίγουροι για το «πόσο δίκιο έχουν» διαβεβαιώνουν, για παράδειγμα, ότι «δεν πρόκειται να μας πετάξουν έξω (από την Ευρωζώνη), γιατί δεν τους συμφέρει». Υπάρχουν οι ευρωνομοταγείς, που υπογραμμίζουν με νόημα ότι «δεν προβλέπεται διαγραφή κράτους από την Ευρωζώνη»
Είναι αλήθεια πως κάθε φορά που πρέπει να ληφθούν σοβαρές αποφάσεις, ο δημόσιος διάλογος φτάνει στο δίλημμα: μέσα ή έξω από το ευρώ. Υπάρχουν οι βολονταριστές. Σε όλες τις παρατάξεις, οι οποίες μάλιστα, εσχάτως, έγιναν πάμπολλες. Οι άνθρωποι που είναι πολύ σίγουροι για το «πόσο δίκιο έχουν» διαβεβαιώνουν, για παράδειγμα, ότι «δεν πρόκειται να μας πετάξουν έξω (από την Ευρωζώνη), γιατί δεν τους συμφέρει». Υπάρχουν οι ευρωνομοταγείς, που υπογραμμίζουν με νόημα ότι «δεν προβλέπεται διαγραφή κράτους από την Ευρωζώνη». Υπάρχουν οι «επαναστάτες», που βλέπουν την Ελλάδα να ξεκινά τον μεγάλο αγώνα για τη «δημιουργία μιας Ευρώπης των λαών».

Υπάρχουν και οι απαισιόδοξοι. Οι τελευταίοι παρατηρούν ότι τα ρήγματα στο κουφάρι της Νομισματικής Ευρώπης γίνονται συνεχώς μεγαλύτερα. Επομένως, υποστηρίζουν, είναι πιθανόν, ορισμένα κράτη να επιστρέψουν στα εθνικά τους νομίσματα. Πιθανόν, εξηγούν επίσης, να μείνει ένας πυρήνας σκληρού ευρώ. Προφανώς γύρω από τη Γερμανία.

Γιατί λοιπόν να υποστεί ο ελληνικός λαός τόση λιτότητα, αν τελικά διαλυθεί η Ευρωζώνη; Γιατί να πονέσουν τόσοι εργαζόμενοι, μικροί επιχειρηματίες, δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι; Το ερώτημα ακούγεται λογικό. Δεν είναι ούτε καν λογικοφανές.

Στον σύγχρονο κόσμο, όπως και στον παλαιό, τα κράτη που επιδιώκουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους πολίτες τους υπόκεινται σε μια βαριά «υποχρέωση ανταγωνιστικότητας». Για να το επιτύχουν χρειάζονται εξαιρετικούς πολιτειακούς θεσμούς, συνεχώς καλύτερη τεχνολογία, άριστες εργασιακές σχέσεις, καλά οργανωμένο τραπεζικό σύστημα και, επί όλων αυτών, ένα καλό νόμισμα.

Ολοι γνωρίζουν ότι το ευρώ είναι καλό νόμισμα. Δυστυχώς, πολλοί δεν θυμούνται πόσο κακό νόμισμα υπήρξε η δραχμή μετά το 1972. Ειδικότερα οι ηλικίες που μαζικά αρνούνται τις αναγκαίες προσαρμογές. Πράγματι, η εμπειρία των επτά πολιτών στους δέκα μεταξύ 18 και 34 ετών, που υπερψήφισαν αντιμνημονιακά κόμματα ώστε να εμποδίσουν την εφαρμογή μιας λιτής διακυβέρνησης, μιας δημοσιονομικής διαχείρισης χωρίς ελλείμματα και χρέη και μιας ανοικτής και ανταγωνιστικής επιχειρηματικής οικονομίας, δεν έχουν πολλά αρνητικά να θυμούνται μετά το 1992.

Στον βαθμό που είναι ικανοί να ανακαλέσουν γεγονότα και να συνδέσουν μεταξύ τους τα κομμάτια πολιτικής, ο πληθωρισμός μειώθηκε σε μονοψήφιο επίπεδο και έπαυσε να αποτελεί το τρωκτικό των εισοδημάτων. Τα εισοδήματα αυξάνονταν κάθε χρόνο με ικανοποιητικό ρυθμό. Εμπορεύματα που «ζήλευε» ο Ελληνας καταναλωτής (αυτοκίνητα, ηλεκτρονικά, ταξίδια στο εξωτερικό κ.λπ.) έγιναν προσιτά, αρχικώς με την ενιαία αγορά και αργότερα με το κοινό νόμισμα.

Ομως, ο βασικός παράγοντας σταθεροποίησης ήταν το σταθερό και πολύ δυνατό νόμισμα. Αν το ευρώ «διαλυθεί» θα πρέπει να κάνουμε τα πάντα ώστε η δραχμή να γίνει εξίσου δυνατή. Εκτός ευρώ, ο στόχος αυτός θα απαιτήσει πολύ βαθύτερη λιτότητα, τεράστιες θυσίες και πολύ σκληρή δουλειά. Συμφέρον μας είναι και η Ευρωζώνη να μείνει ακέραιη και εμείς να μείνουμε γερά δεμένοι μαζί της. Αλλωστε, με λίγη προσοχή η Ευρωζώνη δεν θα διαλυθεί.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 12/05/2012)