Στο διϋλιστήριο Μόνγκσταντ της Νορβηγίας
κατασκευάστηκε και λειτουργεί πλέον η μεγαλύτερη μονάδα δέσμευσης και αποθήκευσης
άνθρακα (
CCS) παγκοσμίως,
με σκοπό την δοκιμή σε εμπορική κλίμακα της νέας αυτής, υποσχόμενης τεχνολογίας.
Πρόκειται για μια επένδυση ενός δις. δολαρίων που πραγματοποίησαν τρεις πετρελαϊκές.
Το
CCS αποτελεί την ελπίδα αρκετών μεγάλων
ομίλων που δραστηριοποιούνται στην ηλεκτροπαραγωγή με ορυκτά καύσιμα (λιγνίτης
κτλ), καθώς υπόσχεται να τους δώσει τη δυνατότητα να συνεχίσουν να λειτουργούν
οι μονάδες τους ακόμα και σε ένα μέλλον χαμηλών εκπομπών ρύπων. Η τεχνολογία
ουσιαστικά παγιδεύει το διοξείδιο του άνθρακα κατά την εκπομπή του και στη συνέχεια
το αποθηκεύει σε ειδικές αποθήκες, ώστε να μην εκλύεται στην ατμόσφαιρα.
Θυμίζουμε ότι ο ίδιος ο ΙΕΑ έχει
χαρακτηρίσει το
CCS ως
βασικό παράγοντα για την συγκράτηση της αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας
στους 2 βαθμούς Κελσίου ως το 2050, αν και αρκετοί είναι αυτοί που αμφισβητούν
την λογική της όλης ιδέας σε θεμελιώδες επίπεδο. Πάντως, προκειμένου να
επιτευχθούν οι επίσημοι στόχοι, θα πρέπει να εγκατασταθούν διεθνώς 100 μονάδες
CCS ως το 2020 και 3.000 ως
το 2050. Σήμερα, υπάρχουν μόλις οκτώ και μάλιστα σε πειραματικό επίπεδο, ενώ άλλοι
28 σχεδιάζονται κυρίως στη Βόρεια Αμερική.
Το πρόβλημα με το
CCS δεν είναι τεχνικό. Από
τεχνολογικής πλευράς, η διαδικασία είναι αρκετά απλή και εφαρμόζεται εύκολα.
Δυστυχώς όμως, το κόστος αυτής είναι υψηλό και χρειάζονται σημαντικές επενδύσεις
για την διάδοσή του. Αντίστοιχα, χρειάζεται και αρκετή ποσότητα ενέργειας.
Για τους λόγους αυτούς, ένας βασικός
στόχος της μονάδας στο Μόνγκσταντ είναι να βρεθούν τρόποι μείωσης του κόστους,
σε επίπεδα κάτω των 50-100 δολαρίων ανά τόνο που ισχύουν σήμερα. Μια πιθανή λύση
είναι η πώληση της ποσότητας
CO2
σε πετρελαϊκές, οι οποίες θα καταβάλλουν έως και 40 δολάρια ανά τόνο προκειμένου
να το χρησιμοποιήσουν για ενίσχυση της παραγωγής στα κοιτάσματα πετρελαίου και
φυσικού αερίου. Αυτή η λύση όμως έχει το πρόβλημα της μεταφοράς σε μεγάλες
αποστάσεις.
Ακόμη μια λύση είναι να εφαρμόσουν
οι κυβερνήσεις πρόγραμμα επιδοτήσεων, όπως στις ΑΠΕ, προκειμένου να ωριμάσει
σιγά-σιγά η τεχνολογία και να γίνει ανταγωνιστική.
Στο Μόνγκσταντ, οι εταιρείες
Statoil,
Shell
και
Sasol επένδυσαν ένα δις. δολάρια
και εξόπλισαν το διϋλιστήριο με 4.000 διαφορετικά όργανα και συστήματα, τα οποία
κάθε χρόνο μειώνουν τις εκπομπές κατά 80.000 τόνους. Παράλληλα, οι εταιρείες
Alstom και
Aker
Clean
Carbon
θα
έχουν τη δυνατότητα να πειραματιστούν για ενάμιση χρόνο με διαφορετικές μεθόδους
αποθήκευσης του άνθρακα. Αν μη τι άλλο, τα αποτελέσματα του πειράματος αυτού
αναμένονται με ενδιαφέρον από τον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής.