Απέναντι στην Κάλπη ή την Ιστορία;

Με ποιον τρόπο κρίνεται μια κυβέρνηση ή ένα πολιτικό κόμμα; Προφανώς, με τη λαϊκή ετυμηγορία, την ψήφο των πολιτών που επιδοκιμάζει ή όχι την κυβερνητική τους πρακτική ή τις πολιτικές τους θέσεις. Επί μακρόν, οι ελληνικές κυβερνήσεις λειτουργούσαν με κυρίαρχη την παράμετρο του πολιτικού κόστους
Tου Γιωργου Tερζη
Πεμ, 2 Αυγούστου 2012 - 09:39

Με ποιον τρόπο κρίνεται μια κυβέρνηση ή ένα πολιτικό κόμμα; Προφανώς, με τη λαϊκή ετυμηγορία, την ψήφο των πολιτών που επιδοκιμάζει ή όχι την κυβερνητική τους πρακτική ή τις πολιτικές τους θέσεις. Επί μακρόν, οι ελληνικές κυβερνήσεις λειτουργούσαν με κυρίαρχη την παράμετρο του πολιτικού κόστους. Μεταρρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις ουδέποτε προωθούνταν ή, χειρότερα, ξηλώνονταν με τις πρώτες αντιδράσεις· κλειστά επαγγέλματα παρέμεναν κλειστά προς ικανοποίηση κάθε είδους συντεχνίας· ο εκσυγχρονισμός του Δημοσίου παρέμενε προεκλογική εξαγγελία. Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής τα διαπιστώνουμε όλοι σήμερα.

Εχει η κυβέρνηση την πολυτέλεια να λειτουργήσει με όρους πολιτικού κόστους ή, έστω, με τη θεμιτή σκέψη στις επόμενες εκλογές; Φοβούμαι πως όχι. Αλλωστε, όποιον κι αν ρωτήσεις στο κυβερνητικό επιτελείο θα αποφύγει να σου βάλει στοίχημα για το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών. Για την ακρίβεια, οι περισσότεροι είναι έτοιμοι να ποντάρουν στην ήττα του κυβερνητικού σχηματισμού, παρά στις πιθανότητες ανανέωσης της λαϊκής εντολής προς τα τρία κόμματα που σήμερα συγκροτούν την κυβέρνηση συνεργασίας.

Κι όμως αυτή ακριβώς η υπέρμετρη πολιτική δυσκολία είναι ίσως και η ύστατη ευκαιρία για τον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά και τους δύο πολιτικούς αρχηγούς, Ευ. Βενιζέλο και Φ. Κουβέλη, που στηρίζουν το κυβερνητικό σχήμα. Με άλλα λόγια, οι πιθανότητες που έχουν οι τρεις να επανεκλεγούν είναι, υπό μία έννοια, αντιστρόφως ανάλογες της προσπάθειας που θα καταβάλουν γι’ αυτό. Να λειτουργήσουν δηλαδή ως αν να είναι η μόνη και τελευταία τους κυβερνητική θητεία. Οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί είναι, υπό την έννοια αυτή, αντιμέτωποι όχι με τις επόμενες εκλογές αλλά με την Ιστορία.

Αν κατορθώσουν, ακόμη και μέσω της επιβολής ενός επώδυνου προγράμματος περικοπών, να χαράξουν τον δρόμο για έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και για την παραμονή της στην Ευρώπη (σ.σ. αυτός δεν υποτίθεται ότι είναι ο στόχος;), αν μπορέσουν να «αφηγηθούν» αυτή την πορεία στον «ζαλισμένο» από τα μέτρα και τα δημοσιεύματα ελληνικό λαό ενδεχομένως θα έχουν τύχη, όχι μόνον στις σελίδες της Ιστορίας, αλλά και στις προσεχείς κάλπες. Σε αντίθετη περίπτωση, η τύχη τους μοιάζει προδιαγεγραμμένη, όπως και η ενίσχυση των άκρων στις επόμενες εκλογές.

Δυστυχώς, παρακολουθώντας τις τελευταίες ημέρες την πολιτική και επικοινωνιακή διελκυστίνδα μεταξύ των πολιτικών αρχηγών, σχετικά με τη διαμόρφωση του νέου μεσοπρόθεσμου προγράμματος, αυτό των 11,6 δισεκατομμυρίων σε περικοπές, αλλά και σχετικά με τον χρόνο υποβολής του αιτήματος επαναδιαπραγμάτευσης, διαπίστωσα ότι για άλλη μία φορά η πολιτική ηγεσία φλερτάρει με την ιδέα να χαϊδέψει τα αυτιά των πολιτών αντί να πει την αλήθεια στεγνά και χωρίς αποκρύψεις. Βέβαια, ο πρωθυπουργός απέχει των δημοσίων δηλώσεων και, επί του παρόντος, εμφανίζεται αυτός ο «κακός», μαζί με τον Γιάννη Στουρνάρα, απέναντι στους κ. Βενιζέλο και Κουβέλη που επιχειρηματολογούν υπέρ της μετάθεσης των επώδυνων μέτρων για την επόμενη διετία. Τούτο δεν σημαίνει ότι ο κ. Σαμαράς είναι άμοιρος ευθυνών. Μια ματιά στις προεκλογικές του ομιλίες, ούτε καν τις χρονικά μακρινές, αρκεί. Ωστόσο, μοιάζει να έχει απόλυτη συνείδηση όσων διακυβεύονται. Η έκπληξη δεν είναι ούτε η στάση του κ. Φ. Κουβέλη, ο οποίος επιδεικνύει εντυπωσιακή μέχρι τώρα αντοχή στον βαρύ θεσμικό ρόλο που ανέλαβε. Εκπληξη αποτελεί η τακτική του κ. Βενιζέλου, διαμορφωτή εν πολλοίς του μεσοπρόθεσμου προγράμματος που σήμερα καλείται και ο ίδιος, στηρίζοντας την κυβέρνηση, να εξειδικεύσει. Θα πίστευε κανείς πως οι τελευταίες εξελίξεις θα αποτελούσαν δικαίωση για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, έναντι του νυν πρωθυπουργού. Θα μπορούσα να τον φανταστώ ακόμη και να χαμογελά σε κάποια γωνία για την αδυναμία, προσωρινή ενδεχομένως, του κ. Σαμαρά να υλοποιήσει όσα έλεγε προεκλογικά, τα οποία ο κ. Βενιζέλος -τότε- απέρριπτε ως ανεδαφικά. Κι όμως, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μοιάζει να κοιτά μάλλον την κάλπη. Παραγνωρίζοντας, ίσως, ότι και αυτή, όπως και η Ιστορία, θα τον κρίνει και πιθανότατα όχι με τον τρόπο που επιθυμεί.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 01/08/2012)