Ποιος Έφτιαξε το Τσόφλι του Νεοελληνικού «Αυγού του Φιδιού»;

Η δημοσκοπική άνοδος της «Χρυσής Αυγής» έχει προκαλέσει σφοδρή κατάπληξη και σωρεία αναλύσεων στον ελληνικό Τύπο και τα κανάλια. Εντούτοις, αν κάποιος λάβει υπ’ όψιν του τα «χρόνια νοσήματα» της Μεταπολίτευσης, θα πρέπει να θεωρεί αναμενόμενη την παγίωση του εν λόγω κόμματος στην πολιτική μας σκηνή και τις προοπτικές περαιτέρω ανόδου του όσο, μάλιστα, η οικονομικοκοινωνική κρίση στην χώρα βαθαίνει
energia.gr
Δευ, 10 Σεπτεμβρίου 2012 - 13:43

Η δημοσκοπική άνοδος της «Χρυσής Αυγής» έχει προκαλέσει σφοδρή κατάπληξη και σωρεία αναλύσεων στον ελληνικό Τύπο και τα κανάλια. Εντούτοις, αν κάποιος λάβει υπ’ όψιν του τα «χρόνια νοσήματα» της Μεταπολίτευσης, θα πρέπει να θεωρεί αναμενόμενη την παγίωση του εν λόγω κόμματος στην πολιτική μας σκηνή και τις προοπτικές περαιτέρω ανόδου του όσο, μάλιστα, η οικονομικοκοινωνική κρίση στην χώρα βαθαίνει.

Η ελληνική κοινωνία έχει βιώσει μία μακρά περίοδο κατά την οποία διάφορα ακροαριστερά γκρουπούσκουλα κατέφευγαν σε πλήθος ανομικών εκδηλώσεων – από καταλήψεις σχολών και εγκαταλελειμμένων οικιών μέχρι πυρπολήσεις δημοσίων κτηρίων, ΑΕΙ και διείσδυση σε πορείες ως «γνωστοί άγνωστοι». Μάλιστα, στο όνομα μίας αμφίβολης «δημοκρατικότητας» και (αναδρομικής …) «αντιδικτατορικότητας», οι πρωταγωνιστές τέτοιων επεισοδίων είχαν συχνά τη νομική συνδρομή ακόμη και από εκπροσώπους κοινοβουλευτικών κομμάτων. Επίσης, την τελευταία εικοσαετία το παρατηρήθηκε ένα ογκούμενο κύμα ανεξέλεγκτης λαθρομετανάστευσης, το οποίο δεν αντιμετωπίστηκε δεόντως από τις αρχές. Αντίθετα, οι όποιες αντιδράσεις των θιγομένων – κατοίκων ιδίως περιοχών του Κέντρου και, γενικά, μικροαστικών περιοχών – βαφτίστηκαν από την «προοδευτική» μας διανόηση ως «ρατσισμός» και «ξενοφοβία» και όσοι τις διατύπωναν ξορκίζονταν στο «πυρ το εξώτερον» ως «Ελληνάρες». Πρόκειται για τους ίδιους διανοουμένους που βάφτιζαν κάθετί πατριωτικό ως «εθνικιστικό» και που θεωρούσαν πως η Παιδεία μας έπρεπε να λάβει σαφές εθνομηδενιστικό πρόσημο.

Τα τελευταία χρόνια, με την αύξηση των οικονομικών προβλημάτων, την κλιμάκωση των οριζόντιων περικοπών και απανωτών κυμάτων φορολόγησης στα πλαίσια του Μνημονίου και την απαξίωση του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος, όλα αυτά τα προβλήματα, που κρύβονταν επιμελώς κάτω από ένα χαλί «πολιτικής ορθότητας», ξέσπασαν με τρόπο που εκδηλώνεται όλο και περισσότερο με τη μορφή παροξυσμού. Και όσο το πολιτικό σύστημα εθελοτυφλεί τόσο πιο πολύ χώρο δίνει σε ακραίους χώρους – όπως η νεοναζιστικών αποκλίσεων «Χρυσή Αυγή» - να εμφανίζονται προς αυτούς που  υφίστανται τα προβλήματα αυτά ως ο … «νταβατζής» τους.

Ο μικροαστός που έχει δει την υπερτριακονταετή ατιμωρησία «αναρχικών» επικροτεί την «υποκατάσταση» των αρχών στο πανηγύρι της Ραφήνας από την «Χρυσή Αυγή». Ακόμη μεγαλύτερη είναι η απήχησή της στην περίπτωση της λαθρομετανάστευσης.

Το χειρότερο, όμως, δεν είναι αυτό. Το χειρότερο είναι ότι η «Χρυσή Αυγή» καπηλεύεται συνολικά μία σειρά ευαισθησιών του μέσου Έλληνα με στόχο όχι να τις αναδείξει και να τις υπηρετήσει, αλλά, αντίθετα, να τις κάνει να κακοφορμίσουν σε τυφλή βία και μηδενιστική αντίδραση – από την πλευρά των «νοικοκυραίων» αυτή τη φορά.

Είναι εμφανές πως ζούμε τις πρώτες φάσεις της νεοελληνικής «Βαϊμάρης». Μόνο που τέτοια φαινόμενα δεν αναχαιτίζονται με ευχολόγια και διεθνιστικά «ξόρκια», καθώς ανταποκρίνονται σε στοιχειώδεις κοινωνικές ανάγκες, με πρώτη αυτή της ασφάλειας των πολιτών. Το θέμα είναι πόσο έγκαιρα και κατάλληλα οι αρμόδιοι εξυπηρετούν τις ανάγκες αυτές.