Ρευστότητα Μέσω Ρευστοποιήσεων

Οι μεγάλες συμφωνίες πρέπει να μπορούν να διατυπωθούν «με δύο λόγια». Στην περίπτωσή μας, οι Ευρωπαίοι μας είπαν: «Είστε ανοκτοί γύρω στα 250. Θα βάλουμε τα 200 τα οποία θα μας τα χρωστάτε. Θα βάλετε όμως τα υπόλοιπα 50». Που σήμαινε ότι, για να βρούμε «τα 50», έπρεπε να πωλήσουμε περιουσιακά στοιχεία αντιστοίχου ύψους. Μας το θύμισαν τον Φεβρουάριο του 2011, δημοσίως, όταν διαπίστωσαν ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου συστηματικά λησμονούσε να το εξηγήσει στον λαό
Του Μπαμπη Παπαδημητριου
Δευ, 15 Οκτωβρίου 2012 - 11:27
Οι μεγάλες συμφωνίες πρέπει να μπορούν να διατυπωθούν «με δύο λόγια». Στην περίπτωσή μας, οι Ευρωπαίοι μας είπαν: «Είστε ανοκτοί γύρω στα 250. Θα βάλουμε τα 200 τα οποία θα μας τα χρωστάτε. Θα βάλετε όμως τα υπόλοιπα 50». Που σήμαινε ότι, για να βρούμε «τα 50», έπρεπε να πωλήσουμε περιουσιακά στοιχεία αντιστοίχου ύψους. Μας το θύμισαν τον Φεβρουάριο του 2011, δημοσίως, όταν διαπίστωσαν ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου συστηματικά λησμονούσε να το εξηγήσει στον λαό.

Το ποσό εκείνο «κουρεύτηκε», περίπου έναν χρόνο αργότερα σε 25 δισ. Τέθηκε κι ένας ενδιάμεσος στόχος. Οι πωλήσεις να φθάσουν τα 19 δισ. μέχρι το τέλος του 2015 και τα υπόλοιπα ώς το 2020. Η διαφορά αποτελεί τμήμα της επιδιωκόμενης συμφωνίας για ένα τρίτο πακέτο βοηθείας προς την Ελλάδα.

Ακόμη κι έτσι όμως, ο στόχος παραμένει πολύ υψηλός. Στις συζητήσεις που γίνονται όλες αυτές τις ημέρες θεωρείται πολύ ρεαλιστικότερο ότι στα τρία αυτά χρόνια δεν θα μπορέσουμε να εισπράξουμε περισσότερα από 10 δισ. Ας είναι! Μαζί με τα πολλά χρήματα που πρέπει να εισπραχθούν, πρέπει να κερδίσουμε σε δύο ακόμη σημεία. Το σπουδαιότερο, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι η πώληση κρατικής περιουσίας αποτελεί τον μόνο αυτή τη στιγμή τρόπο για να προσελκύσουμε ρευστότητα στην οικονομία. Αν το κράτος καταδανείστηκε με τον πιο αισχρό κι επικίνδυνο τρόπο κατά την προηγούμενη περίοδο, το έκανε επειδή οι πολιτικοί απέφευγαν, συστηματικά, να πουλήσουν κρατική περιουσία.

Πολλοί από όσους «ύψωσαν το ανάστημά τους» προκειμένου «να μην ξεπουλήσουμε τίποτε», θα έπρεπε να απολογηθούν αφού με τη στάση τους εκείνη συνέβαλαν στην υπερχρέωση του κράτους. Αν το κράτος είχε συνεχίσει την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, την οποία ξεκίνησαν το 1992-93 οι Μητσοτάκης και Μάνος και συνέχισαν το 1997-2000 οι Σημίτης και Παπαντωνίου, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική.

Το επιχείρημα πολλών ότι οι τρέχουσες τιμές είναι χαμηλές δεν ευσταθεί. Η μόνη πραγματική τιμή είναι εκείνη στην οποία μπορείς να πουλήσεις όταν το χρειάζεσαι. Εξάλλου, οι τιμές δεν πρόκειται να βελτιωθούν παρά μόνον εφόσον το κράτος πουλήσει, ώστε να έρθουν νέα κεφάλαια και να ξαναπάρει μπροστά η οικονομική δραστηριότητα. Επιτέλους, οι τελευταίοι που μπορούν να βάζουν εμπόδια είναι εκείνοι που εμπόδισαν την πώληση κρατικής περιουσίας στην εποχή των υψηλών αποτιμήσεων.

Η αγορά έχει επαρκή μνήμη ώστε να θυμάται ότι αντίθετοι στην αποκρατικοποίηση ήσαν οι επιχειρηματίες προμηθευτές των συγκεκριμένων ΔΕΚΟ και οι εκπρόσωποι όσων ωφελούντο με οποιονδήποτε τρόπο από την κακή εκμετάλλευση της συγκεκριμένης περιουσίας. Ούτε το επιχείρημα των μερισμάτων που προσπορίζεται το κράτος, κάτι άλλωστε που συμβαίνει σε ελάχιστες περιπτώσεις, όπως ο ΟΠΑΠ, πείθει. Με μια απλή κίνηση το κράτος όρισε ήδη ότι θα λαμβάνει φορολογικά έσοδα επί του τζίρου, τα οποία προστίθενται στη φορολόγηση των κερδών με πολύ καλύτερο αποτέλεσμα από το προηγούμενο.

Το δεύτερο πολύ σημαντικό κίνητρο για την αποκρατικοποίηση συνδέεται με τον περιορισμό της ατασθαλίας, της διαπλοκής και της κατασπατάλησης των κοινών πόρων. Οι πολιτικοί μας, κυρίως οι εκάστοτε υπουργοί και οι συνοδοιπόροι τους, χάνουν το φιλέτο που είχε απομείνει στη διάθεση όποιου κατακτά την κυβερνητική εξουσία. Διορισμοί, διαγωνισμοί, επιχορηγήσεις και συμφωνίες με ιδιώτες, παράγοντες και ψηφοφόρους ακυρώνονται.

Τα δύο πρώτα βήματα, η πώληση των ΟΠΑΠ και ΔΕΠΑ, θα κρίνουν τα επόμενα. Μέχρι τον Μάρτιο, οι δύο αυτές αποκρατικοποιήσεις μπορούν, εφόσον ολοκληρωθούν, να ανοίξουν τον δρόμο στην προσέλκυση πολλαπλάσιων επενδυτικών κεφαλαίων. Ο πρωθυπουργός, που γνωρίζει τη σημασία της διαδικασίας, επιδιώκει, με το παράδειγμά του, να κλείσει η πρώτη αυτή φάση γρήγορα και με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, το οποίο, εξαρτάται από δύο μόνον στοιχεία: τη μέγιστη τιμή για το Δημόσιο και τη βέλτιστη προοπτική κερδών για την επιχείρηση.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")