Το Δράμα της Εφαρμογής

Βαρύτατο το τίμημα που καταβάλλουν οι Ελληνες πολίτες, βάσει του νέου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και αναδιαρθρώσεως των οικονομικών δομών της χώρας, λόγω της αφροσύνης των εκλογών Μαΐου και Ιουνίου, που υπονόμευσε το προηγούμενο και οπωσδήποτε ηπιότερο Μνημόνιο. Αλλά αυτό ανήκει οριστικά στο παρελθόν και ως εκ τούτου παρέλκει η ανάλυση μίας πολιτικής μωρίας, που είχε ως αφετηρία προσωπικές φιλοδοξίες
energia.gr
Δευ, 3 Δεκεμβρίου 2012 - 09:17
Βαρύτατο το τίμημα που καταβάλλουν οι Ελληνες πολίτες, βάσει του νέου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και αναδιαρθρώσεως των οικονομικών δομών της χώρας, λόγω της αφροσύνης των εκλογών Μαΐου και Ιουνίου, που υπονόμευσε το προηγούμενο και οπωσδήποτε ηπιότερο Μνημόνιο. Αλλά αυτό ανήκει οριστικά στο παρελθόν και ως εκ τούτου παρέλκει η ανάλυση μίας πολιτικής μωρίας, που είχε ως αφετηρία προσωπικές φιλοδοξίες. Παρέλκει ακόμη η διατύπωση επιφυλάξεων και αντιρρήσεων για την ορθότητα ή την αποτελεσματικότητα των διατάξεων που περιλαμβάνει το νέο πρόγραμμα, όπως επίσης οι επιπτώσεις της «εθελοντικής» [sic] επαναγοράς των ομολόγων από τις τράπεζες ή τα ασφαλιστικά Ταμεία, στο 30% της αξίας τους. Ηδη τα ελληνικά ομόλογα που κατείχαν οι ιδιώτες υπέστησαν πριν από λίγους μήνες «εθελοντικό» κούρεμα 53%. Ας αξιολογήσουν οι επαΐοντες τη θεωρητική αξιολόγηση αυτών των προβλημάτων.

Συμμεριζόμαστε -στιγμιαίως ασφαλώς, ως μία υπόθεση εργασίας- την αισιοδοξία των κυβερνητικών εταίρων που δημιουργούν την εντύπωση ότι η εκταμίευση των δόσεων, περίπου 44 δισεκατομμυρίων ευρώ, έχει εξασφαλισθεί και ότι η ανάπτυξη θα αρχίσει εντός του προσεχούς έτους.

Οι ασκήσεις αισιοδοξίας όμως έχουν τα όριά τους, αφού αδιαμφισβήτητα η επιτυχία του όποιου προγράμματος δεν εξαρτάται από τις πολιτικές διακηρύξεις ή τη διατύπωση ευγενών προθέσεων, αλλά από την ύπαρξη κρατικού μηχανισμού που θα εφαρμόσει τις αναληφθείσες νέες δεσμεύσεις με τρόπο απόλυτο και αποτελεσματικό, ώστε να παραχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Πλανώνται όσοι υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα επιλύεται με την επίδειξη πολιτικής αποφασιστικότητος. Είναι απαραίτητη και αυτή, δίχως αμφιβολία. Αλλά δεν αρκεί. Με τον κρατικό μηχανισμό σε πλήρη αποσύνθεση, με τους δημοσίους υπαλλήλους σε ευθεία αντιπαράθεση με το πολιτικό σύστημα, λόγω εξουθενωτικών απομειώσεων των αποδοχών τους, δεν είναι δυνατόν να αισιοδοξεί κανείς.

Αθέτησε η Ελλάς και άλλες φορές στη διάρκεια της τελευταίας τριετίας τις υποχρεώσεις της, αλλά στη νέα σύμβαση τα περιθώρια παρεκκλίσεως είναι ανύπαρκτα. Η παρακολούθηση της εφαρμογής του προγράμματος θα είναι αμείλικτη. Οι αποκλίσεις θα αποκαθίστανται αμέσως με ισόποσες περικοπές - από μισθούς και συντάξεις, κατά πάσα βεβαιότητα. Με άλλα λόγια, μία συμφωνία που υποτίθεται ότι διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του χρέους θα καταστεί κοινωνικά μη διαχειρίσιμη. Αυτό βεβαίως κατ’ ανάγκη δεν σημαίνει γιγαντιαίες συγκεντρώσεις ή συγκρούσεις. Θα υπάρξουν και αυτές, αλλά ως χλωμή αντανάκλαση των πρακτικών του παρελθόντος. Η κοινωνική δυσαρέσκεια τείνει να πάρει μία μορφή φαινομενικά παθητική, αλλά ουσιαστικά άκρως απορριπτική του πολιτικού συστήματος. Και αυτό δεν αναιρείται με μηνύματα στο twitter ή στο facebook και άλλες παρόμοιες νεωτερικές μορφές επικοινωνίας.

Απαιτήθηκαν τρεις συναντήσεις των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης για να γεφυρωθούν μέχρις ενός σημείου οι διαφορές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Γερμανίας. Αλλά η εφαρμογή του προγράμματος από την ελληνική κυβέρνηση θα αποδειχθεί απείρως δυσχερέστερη.

(του Κώστα Ιορδανίδη, από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 29/11/2012)