Ναι στις Ξένες Επενδύσεις για τις ΑΠΕ, Αλλά Υπό Όρους

Η προσέλκυση και η διατήρηση ξένων επενδύσεων χωρίς αμφιβολία προσδιορίζει το επίπεδο «υγείας» μιας οικονομίας. Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η εισροή πολύτιμων κεφαλαίων, δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, μεταλαμπαδεύεται Know How και εν τέλει προκύπτουν δεσμοί επιχειρηματικής επικοινωνίας ανάμεσα στην τοπική οικονομία και τα παραγωγικά δίκτυα της παγκόσμιας οικονομίας.
energia.gr
Τετ, 19 Δεκεμβρίου 2012 - 07:49

Η προσέλκυση και η διατήρηση ξένων επενδύσεων χωρίς αμφιβολία προσδιορίζει το επίπεδο «υγείας» μιας οικονομίας. Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η εισροή πολύτιμων κεφαλαίων, δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, μεταλαμπαδεύεται Know How και εν τέλει προκύπτουν δεσμοί επιχειρηματικής επικοινωνίας ανάμεσα στην τοπική οικονομία και τα παραγωγικά δίκτυα της παγκόσμιας οικονομίας.

Μία χώρα που επιθυμεί να αναδειχθεί σε χώρα-προορισμό του διεθνούς κεφαλαίου οφείλει να έχει προσδιορίσει και να έχει διαμορφώσει το κατάλληλο επιχειρηματικό περιβάλλον, με σταθερή πολιτική, χωρίς ανασταλτικούς παράγοντες και παντοειδείς στρεβλώσεις. Κι αυτό βέβαια δεν ισχύει μόνον για την προσέλκυση ξένων επενδυτών, αλλά και για την άνθηση των εγχώριων.

Οι παραδοχές αυτές δεν συνιστούν «ανακάλυψη της πυράς». Τις έχουμε επισημάνει, άλλωστε, πολλές φορές από αυτήν εδώ τη στήλη. Από την άλλη πλευρά, όμως, θα πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι η οικονομική πολιτική μιας χώρας θα πρέπει να σκιαγραφείται με βάση το εσωτερικό συμφέρον και όχι το συμφέρον της κάθε πολυεθνικής, η οποία λειτουργεί με συγκεκριμένη στρατηγική. Με άλλα λόγια, η διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής δεν θα πρέπει να υπακούει σε «εξυπηρετήσεις» του κάθε ξένου επενδυτή, και, κυρίως, στις «απειλές» του ότι θα μετακομίσει αλλού.

Οι πολυεθνικές εταιρίες δεν έχουν πατρίδα. Αναπτύσσονται εκεί όπου θεωρούν ότι μπορούν να εξασφαλίσουν κερδοφορία, φθηνό εργατικό κόστος και χαμηλή φορολόγηση. Πηγαίνουν σε μια χώρα, όπου γνωρίζουν εν ολίγοις ότι θα εξασφαλίσουν χαμηλό κόστος παραγωγής. Υπό αυτήν την έννοια, δεν διαθέτουν καμία ηθική υποχρέωση στη φιλοξενούσα χώρα. Τα παραδείγματα είναι πολλά τόσο στη διεθνή σκηνή, όσο και στη χώρα μας.

Πρόσφατα, επτά πολυεθνικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας στον τομέα των ΑΠΕ δημοσιοποίησαν την απόφαση τους να επανεξετάσουν όχι μόνον την αναπτυξιακή στρατηγική τους στην Ελλάδα, αλλά και την παρουσία τους στη χώρα μας. Αιτία, τα τελευταία μέτρα για τον κλάδο και το σχέδιο νόμου που βρίσκεται προς ψήφιση στη Βουλή. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να επίκειται συνάντηση του αρμόδιου υφυπουργού ΠΕΚΑ Μ. Παπαγεωργίου με τους εκπροσώπους των εταιριών αυτών, προκειμένου να συζητηθούν τα ζητήματα που τέθηκαν.

Καμία αντίρρηση ως εδώ. Γι αυτό ορίσθηκε αρμόδιος υφυπουργός. Για να συζητά και να επιλύει θέματα της αγοράς.

Υπάρχει όμως, ένα «αλλά» στην υπόθεση. Δεν μπορεί να γίνεται συνάντηση υπό «απειλές» αποχώρησης. Αυτό δεν τιμά τις ίδιες τις επιχειρήσεις και επιπλέον, συνιστά ένα είδος έμμεσου εκβιασμού. « Ή καταργείτε τα μέτρα που δεν μας αρέσουν, ή τα μαζεύουμε και φεύγουμε». Η χώρα διαθέτει νόμιμη κυβέρνηση, η οποία για τους χι-ψι λόγους της -δεν μπαίνουμε στη λογική να αναλύσουμε και πάλι τα προβλήματα της έλλειψης ρευστότητας της ενεργειακής αγοράς, ούτε τις παλινωδίες στην πολιτική για τις ΑΠΕ-, αποφάσισε να εφαρμόσει τα συγκεκριμένα μέτρα. Συμφωνούμε ότι δεν είναι τα καλύτερα δυνατά για τον κλάδο των ΑΠΕ. Από την άλλη, όμως, ας μην ξεχνάμε ότι έγινε αλόγιστη ανάπτυξη στη λογική της αποκόμισης σίγουρων κερδών. Ε, κάποια στιγμή θα έπρεπε να μπει ένα φρένο σε αυτήν την πρακτική, την οποία πληρώνει και καλείται να πληρώσει ακόμη περισσότερο εν τέλει ο καταναλωτής. Δεν μπορεί να τα θέλουμε όλα δικά μας.

Συν τοις άλλοις, το «δικαίωμα» των πολυεθνικών να μετακομίσουν σε ποιο ελκυστικές χώρες δεν το διαθέτουν οι εγχώριες εταιρίες. Αυτό δεν είναι άδικο από μόνο του; Δηλαδή, δυνατότητα επιρροής έχουν μόνον οι πολυεθνικές με την «απειλή» της αποχώρησης;

Με αυτά τα δεδομένα φρονούμε ότι αυτού του είδους οι λογικές θα έπρεπε να απορρίπτονται ασυζυζητί από την πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου. Το πιο σωστό θα ήταν να τοποθετηθούν όλοι οι εμπλεκόμενοι με νηφαλιότητα και το υπουργείο να αξιολογήσει τις κατατειθέμενες προτάσεις, να εκτιμήσει την τρέχουσα συγκυρία και αναλόγως να πράξει. Αλλά, να λειτουργεί υπό το καθεστώς «απειλών» αυτόματα οδηγεί στην αυτοκατάργηση του. Ας το έχουν υπόψη αυτό στη Μεσογείων.