Η
βίαιη μετατροπή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε αποικία χρέους δεν
πρόκειται να έχει μόνο οικονομικές επιπτώσεις. Επηρεάζει και τις
γεωπολιτικές επιπτώσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, ειδικά εάν συνδυασθεί
με την επαναπροσέγγιση Ισραήλ-Τουρκίας που συμβολικά εκδηλώθηκε με την
απολογία του Νετανιάχου προς τον Ερντογάν. Προφανώς, η συριακή κρίση
διευκόλυνε τη γεφύρωση του χάσματος, δεδομένου ότι και οι δύο χώρες το
επιδίωκαν.
Όσα είχε να κερδίσει ο Ερντογάν στο επίπεδο της μουσουλμανικής κοινής
γνώμης τα έχει κερδίσει. Σε μία συγκυρία που η Ελλάδα και η Κύπρος
είναι ποιοτικά αποδυναμωμένες, θεωρεί ότι είναι ευκαιρία να βάλει χέρι
στα όποια ενεργειακά κοιτάσματά τους. Γι’ αυτό και δεν θέλει να έχει
απέναντί του το Ισραήλ. Από την πλευρά τους, το βασικό κίνητρο των
Ισραηλινών ήταν ο έλεγχος της Συρίας μετά την πιθανή ανατροπή του
καθεστώτος Άσσαντ και βεβαίως η αντιμετώπιση του Ιράν.
Η γεφύρωση του χάσματος, ωστόσο, δύσκολα θα επαναφέρει τις
τουρκοϊσραηλινές σχέσεις στο προηγούμενο επίπεδο. Η πολιτική εμπιστοσύνη
έχει διαρραγεί. Μόνο ο χρόνος θα δείξει εάν το αποτέλεσμα θα είναι
απλώς η εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, ή αντιθέτως θα αναπτυχθεί
δυναμική στρατηγικής συνεργασίας. Κατά πάσα πιθανότητα, όμως, το Ισραήλ
υποχρεώνεται, λόγω και της γεωπολιτικής αστάθειας, να αποδεχθεί έναν
αυξημένο ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό, θα χαράζει
την πολιτική του, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις απαιτήσεις της Άγκυρας στο
Κυπριακό, στα ελληνοτουρκικά και βεβαίως στο ζήτημα των ενεργειακών
κοιτασμάτων.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το ισραηλινό φυσικό αέριο θα διοχετευθεί
στην Ευρώπη μέσω της διψασμένης για ενέργεια Τουρκίας με την κατασκευή
υποθαλάσσιου αγωγού. Η οδός αυτή είναι οικονομικά πιο συμφέρουσα, αλλά
μένει να αποδειχθεί εάν το Τελ Αβίβ θα βάλει όλα τα αυγά του στο
τουρκικό καλάθι μετά την κρίση που πέρασαν οι σχέσεις τους. Εάν επιλέξει
την τουρκική οδό το Ισραήλ και η Τουρκία θα αλληλεξαρτηθούν σε πολύ
μεγάλο βαθμό, γεγονός που αναπόφευκτα θα προσδώσει μία νέα ποιοτική
διάσταση και στη συνεργασία τους στο γεωπολιτικό επίπεδο.
Εάν οι εξελίξεις πάρουν αυτήν την τροπή, οι επιπτώσεις άμεσα για την
Κυπριακή Δημοκρατία και εμμέσως για την Ελλάδα θα είναι ακόμα πιο
δυσμενείς.
Η πρώτη επίπτωση είναι ότι το κόστος για την εξαγωγή του κυπριακού
φυσικού αερίου θα αυξηθεί, επειδή δεν θα υπάρχουν οικονομίες κλίμακας.
Το μειονέκτημα αυτό θα εξουδετερωθεί μόνο εάν ανακαλυφθούν νέα μεγάλα
κοιτάσματα στην κυπριακή ΑΟΖ. Μία δεύτερη επίπτωση είναι ότι θα
σταματήσει να υφίσταται η έμμεση ισραηλινή ομπρέλα προστασίας των
γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.
Το ενδεχόμενο, όμως, η Άγκυρα να σταματήσει με στρατιωτικά μέσα τις
γεωτρήσεις δεν είναι πολύ πιθανόν. Κι αυτό, επειδή απέναντί της δεν θα
έχει μόνο τους Ελληνοκύπριους, αλλά και τις μεγάλες πετρελαϊκές
εταιρείες που έχουν εξασφαλίσει τα δικαιώματα εκμετάλλευσης, τη γαλλική
Total, την ιταλική Eni, την κορεάτικη Kogas και όποιες στη συνέχεια
αποκτήσουν δικαιώματα στα υπόλοιπα κυπριακά θαλάσσια "οικόπεδα".
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θέλει οι
ενεργειακές πηγές στην κυπριακή ΑΟΖ να τεθούν υπό τον έλεγχο της ισχυρής
και απαιτητικής Άγκυρας, η οποία παίζει το δικό της αυτόνομο
γεωπολιτικό παιχνίδι. Με τη μετατροπή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε
αποικία χρέους, άλλωστε, τα κυπριακά κοιτάσματα θα υποθηκευθούν στους
δανειστές της Ευρωζώνης. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η Τρόικα να απαιτήσει
το κυπριακό φυσικό αέριο να διοχετευθεί στις ευρωπαϊκές αγορές μέσω
Τουρκίας, ειδικά εάν το Ισραήλ επιλέξει αυτή την οδό.
Οι ευρωπαϊκές βλέψεις, αλλά και η επαμφοτερίζουσα στάση της
Ουάσιγκτον ωθεί την κυβέρνηση Ερντογάν να επιλέγει όχι την άσκηση
στρατιωτικών πιέσεων, αλλά το όχημα της συνεκμετάλλευσης. Ας σημειωθεί
ότι η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να
εκμεταλλευθεί τους ενεργειακούς πόρους της. Πάντα, όμως, προσθέτει ότι
τα οφέλη πρέπει να είναι και για τις δύο κοινότητες στο πλαίσιο μίας
διζωνικής δικοινοτικής λύσης του Κυπριακού. Στην ίδια γραμμή κινήθηκε
και ο Νταβούτογλου. Συνέδεσε τη συνεκμετάλλευση με το κλείσιμο του
Κυπριακού στη βάση ενός σχεδίου τύπου Ανάν.
Το διεθνές κλίμα ευνοεί την Άγκυρα. Τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο
και οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις θεωρούν ότι η υπαγωγή της Κυπριακής
Δημοκρατίας στην Τρόικα, σε συνδυασμό με την παρουσία του Αναστασιάδη
στην προεδρία, συνιστούν μοναδική ευκαιρία για να κλείσουν το Κυπριακό.
Το γονάτισμα του κυπριακού τραπεζικού συστήματος, λοιπόν,
χρησιμοποιείται ως ευκαιρία για να εκκαθαρισθούν όχι μόνο οικονομικού,
αλλά και γεωπολιτικού χαρακτήρα λογαριασμοί.
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό "Επίκαιρα")