Στο Βερολίνο βρίσκεται ο Ρώσος πρώην δισεκατομμυριούχος και
επικριτής του Κρεμλίνου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, μετά την απονομή χάριτος από τον
πρόεδρο Πούτιν. Ο Χοντορκόφσκι, αποκάλυψε σήμερα, στην πρώτη του συνέντευξη
Τύπου στο Μουσείο του Τείχους του Βερολίνου, κοντά στο ιστορικό Τσέκποϊντ
Τσάρλι, ότι δεν του επετράπη να έχει «την
επιλογή» να παραμείνει στη Ρωσία μετά την απελευθέρωσή του.
Διαβεβαίωσε, μάλιστα, τους δημοσιογράφους πως «δεν πρέπει να με θεωρείτε σύμβολο του ότι
δεν υπάρχουν πια πολιτικοί κρατούμενοι στη Ρωσία», καθώς και ότι θα κάνει το
παν για να μην υπάρχουν πια. «Οι πολιτικοί αξιωματούχοι των δυτικών χωρών
πρέπει να θυμούνται, στις σχέσεις τους με τον πρόεδρο Πούτιν, ότι δεν είμαι ο
τελευταίος πολιτικός κρατούμενος στη Ρωσία», προσθέτοντας ότι η απελευθέρωσή
του από τον Πούτιν «δεν αποτελεί ένδειξη κάποιας θεμελιώδους αλλαγής» στη
Ρωσία.
Πάντως,
αποκάλυψε ότι δεν σκοπεύει να επιστρέψει στις επιχειρήσεις, επειδή θεωρεί ότι
«στη διάρκεια της επιχειρηματικής του καριέρας πέτυχε όλα, όσα ήθελε να
πετύχει», ενώ επανέλαβε ότι δεν πρόκειται να ασχοληθεί ούτε με την πολιτική. «Ο
αγώνας για την εξουσία δεν είναι για μένα», - δήλωσε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι
σχεδιάζει να ασχοληθεί με κοινωνικές δραστηριότητες.
«Δεν είχα επιλογή τη
στιγμή της απελευθέρωσής μου», δήλωσε. «Όταν με ξύπνησαν στις 2 το πρωί, μου
είπαν ότι πάω σπίτι», είπε μ' ένα ειρωνικό χαμόγελο και διευκρίνισε πως οι
σωφρονιστικοί υπάλληλοι τον συνόδευσαν «μέχρι να κλείσει η πόρτα του αεροπλάνου»
που τον μετέφερε στο Βερολίνο. Ο Χοντορκόφσκι ευχαρίστησε την καγκελάριο Άγκελα
Μέρκελ επειδή εργάσθηκε για την απελευθέρωσή του. Επίσης, ερωτηθείς για τον χρόνο παραμονής του
στο Βερολίνο, απάντησε: «Μου έδωσαν βίζα ενός έτους, συνεπώς έχω μπροστά μου
ένα χρόνο».
Ο 50 χρονος επιχειρηματίας συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2003,
με την κατηγορία της φοροδιαφυγής, ενώ λίγο πριν την σύλληψη του είχε
αποφασίσει να χρηματοδοτήσει τον αγώνα των κομμάτων της αντιπολίτευσης ενάντια στον
Πούτιν.
Γιος ενός κομμουνιστή εβραϊκής καταγωγής κατάφερε να γίνει
το 1995 έναντι 350 εκ δολαρίων, ιδιοκτήτης της Yukos, μιας από τις μεγαλύτερες
εταιρείες πετρελαιοειδών της μετασοβιετικής Ρωσίας,
Για πολλά χρόνια θεωρείτο από τους στενότερους συνεργάτες
του πρώην προέδρου της Ρωσίας Μπορίς Γέλτσιν, ενώ είχε διατελέσει και
αναπληρωτής υπουργός πετρελαίου επί προεδρίας του.
Οι δικαστικές περιπέτειες του Χοντοκόρφσκι ξεκίνησαν το
2005, οπότε και κρίθηκε ένοχος για έξι από τις επτά κατηγορίες που τον βάρυναν.
Ο σύμβουλος του ρώσου προέδρου πάντως, είχε δηλώσει ότι η
αθώωσή του, θα ήταν «δίκαιη» και «ρεαλιστική».
Η απόφαση θεωρήθηκε σκανδαλώδης κι ένας τρόπος
ολοκληρωτικής εξόντωσης ενός ολιγάρχη που ο Βλαντίμιρ Πούτιν θεωρούσε θανάσιμο
εχθρό του εξαιτίας της πολιτικής τους αντιπαράθεσης.
Ο Χοντοκόρφσκι πλήρωσε μεταξύ άλλων την απόκτηση της
δημοφιλούς εφημερίδας Μοσκοβίσκιε Νοβόσκι μέσω της οποίας ασκούσε αντιπολίτευση
στον Πούτιν, αλλά και την πρόσληψη ενός δημοσιογράφου – ερευνητή – πολέμιου του
ισχυρού προέδρου.
Το 2007 η Yukos κήρυξε πτώχευση και το 2009 ξεκίνησε η
δεύτερη δίκη του, στην οποία καταδικάστηκε για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, ο Χοντορκόφσκι δικάστηκε και
πάλι το 2011 για υπεξαίρεση 218 εκατ. τόνων πετρελαίου.
Η αιφνιδιαστική μεγαλοψυχία του Πούτιν στο άλλοτε θανάσιμο
εχθρό του πάντως, μεταφράζεται από διεθνείς αναλυτές και ως μια προσπάθεια να
ρίξει τους τόνους εν όψει των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Σότσι τον
Φεβρουάριο.