Ένα από τα σημαντικότερα διλήμματα που αντιμετωπίζουν οι πολιτικοί ηγέτες σε όλο τον κόσμο σήμερα είναι πώς θα συνδυάσουν την οικονομική ευημερία με μια τολμηρή δράση για το κλίμα.

Ένα από τα σημαντικότερα διλήμματα που αντιμετωπίζουν οι πολιτικοί ηγέτες σε όλο τον κόσμο σήμερα είναι πώς θα συνδυάσουν την οικονομική ευημερία με μια τολμηρή δράση για το κλίμα.

Είναι προφανές ότι οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής για το κλίμα πρέπει να συνυπολογίζουν τον οικονομικό αντίκτυπο των πολιτικών για το κλίμα. Θα ήταν ανευθυνότητα αν δεν το έκαναν. Όλοι συμφωνούν πάνω σε αυτό το βασικό σκεπτικό.Όμως, γιατί δεν είναι εξίσου βασικό για όλους τους υπευθύνους για τη χάραξη οικονομικής πολιτικής να πρέπει να συνυπολογίζουν τον αντίκτυπο των προτεινόμενων οικονομικών πολιτικών στο κλίμα;

Ωστόσο, όταν ο Πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, κ. Jim Yong Kim, αποκαλεί την αλλαγή του κλίματος μια βασική απειλή για την οικονομική ανάπτυξη, όταν η κ. Christine Lagarde, επικεφαλής του ΔΝΤ, δηλώνει ότι είναι, με μεγάλη διαφορά, η μεγαλύτερη οικονομική πρόκληση του αιώνα και όταν ο επικεφαλής του ΟΟΣΑ, κ. Angel Gurria, αναφέρει ότι πρέπει να επιλέξουμε «ανάμεσα σε μη αξιοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία και στον μη αξιοποιήσιμο πλανήτη», τότε γνωρίζετε ότι η αλλαγή του κλίματος γίνεται το κέντρο της συζήτησης όσον αφορά την οικονομική πολιτική.

Οι επικεφαλήςτης οικονομικής πολιτικής παγκοσμίως αρχίζουν τελικά να κατανοούν ότι, πέραν της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια κλιματική κρίση. Και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί η μία κρίση χωρίς να αντιμετωπιστεί και η άλλη.

Δεδομένου ότι η οικονομία της Ευρώπης αναπτύσσεται με βραδύτερους ρυθμούς από την οικονομία των κυριότερων ανταγωνιστών της, οι ηγέτες της πρέπει να ακολουθήσουν μια πιο μακρόπνοη προσέγγιση για την αποκατάσταση — και τη διατήρηση — του αναπτυξιακού της δυναμικού. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τον Ιανουάριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει νέο πλαίσιο για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030. Ασφαλώς, πρόκειται για ένα πλαίσιο που δεν αντιβαίνει στα οικονομικά συμφέροντα της Ευρώπης.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τον ενεργειακό λογαριασμό. Εδώ και χρόνια οι εισαγωγές ορυκτών καυσίμων επιβάρυναν το ευρωπαϊκό εμπορικό ισοζύγιο. Μόνο το 2012, οι ευρωπαϊκές εισαγωγές πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου ανήλθαν σε 545,9 δισ. ευρώ, ποσό που είναι ισοδύναμο με το συνολικό ΑΕΠ της Φινλανδίας, της Ουγγαρίας, της Πορτογαλίας και της Σλοβακίας, ή που υπερβαίνει πέντε φορές το συνολικό εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ το ίδιο έτος. Μήπως θα ήταν συνετό — και από οικονομικής άποψης— να μειωθούν αυτού του είδους οι λογαριασμοί μέσω της εξοικονόμησης και της παραγωγής ενέργειας εδώ στην Ευρώπη;


<< Η Ευρώπη δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα του κλίματος μόνη της >>


Επιπλέον, με τα ποσοστά ανεργίας σε επίπεδα ρεκόρ, η Ευρώπη χρειάζεται θέσεις εργασίας σε δυναμικούς και ανταγωνιστικούς κλάδους που δεν μπορούν εύκολα να ανατεθούν σε εξωτερικό φορέα. Επί του παρόντος πάνω από 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι εργάζονται στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος στην Ευρώπη. Μεταξύ του 1999 και του 2008, δημιουργούνταν 180.000 θέσεις εργασίας ετησίως στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος στην Ευρώπη. Οι περισσότερες δε από αυτές τις θέσεις εργασίας διατηρήθηκαν — και πολύ περισσότερες δημιουργήθηκαν — τα πιο δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης.

Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Ευρώπης έγκειται στην καινοτομία, την τεχνολογία και την αυξημένη ενεργειακή αποδοτικότητα και αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων. Επίσης η δράση για το κλίμα απέδωσε τα περισσότερα από αυτά τα σημαντικά οικονομικά οφέλη. Ωστόσο, ορισμένες επιχειρήσεις και πολιτικοί ανησυχούν για τον κίνδυνο που ενέχουν οι πολιτικές για το κλίμα να τρέψουν σε φυγή τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις.

Σημαντικός κίνδυνος είναι η «διαρροή άνθρακα», αλλά δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Κατά τον σχεδιασμό των πολιτικών για το κλίμα, έχουμε εντοπίσει τους βασικούς τομείς που αντιμετωπίζουν πραγματικά τον κίνδυνο «διαρροής άνθρακα» και στη συνέχεια, αναπτύξαμε στοχευμένες διορθωτικές πολιτικές. Φυσικά, αυτό είναι και το συνετό να πράξουμε.

Με τις τρέχουσες εγγυήσεις που υπάρχουν, οι πρόσφατες ανεξάρτητες μελέτες δείχνουν ότι η Ευρώπη προφυλάσσει πράγματι τις βιομηχανίες της από τη «διαρροή άνθρακα».

Συνεπώς θα πρέπει να ανησυχούμε λίγο περισσότερο για τον κίνδυνο «διαρροής άνθρακα στον τομέα των χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα». Χωρίς φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα, η Ευρώπη δεν θα καταφέρει να προσελκύσει επενδύσεις σε ταχέως καινοτομικούς οικονομικούς τομείς ούτε τις θέσεις απασχόλησης υψηλής ποιότητας που τόσο χρειαζόμαστε. Η Ευρώπη είναι πρωτοπόρος στις τεχνολογίες με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αλλά άλλοι διεθνείς φορείς κερδίζουν γρήγορα έδαφος.Για να διατηρηθεί το πλεονέκτημα της Ευρώπης στις ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές χαμηλών εκπομπών άνθρακα, είναι αναγκαίο υπάρξουν νέες φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα.

Η Ευρώπη είναι, με διαφορά, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ορυκτών καυσίμων στον κόσμο. Επίσης, δεδομένου ότι η αύξηση της παραγωγής πετρελαίου επιβραδύνεται ενώ η παγκόσμια ζήτηση εξακολουθεί να αυξάνεται, η διατήρηση των τιμών του πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα και η εκτίναξη των τιμών θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή οικονομία.


<< Η Ευρώπη είναι, με διαφορά, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ορυκτών καυσίμων στον κόσμο >>


Όμως, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η Ευρώπη έχει επιλογές: μπορούμε να δημιουργήσουμε μια οικονομία που να εξαρτάται λιγότερο από τις εισαγωγές ενέργειας μέσω της αύξησης της αποτελεσματικότητας και της αυξημένης εξάρτησης από την εγχωρίως παραγόμενη καθαρή ενέργεια.

Φυσικά, η Ευρώπη δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα του κλίματος μόνη της. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να απαιτούμε από τις άλλες μεγάλες οικονομίες να αναλάβουν δράση. Τον περασμένο μήνα η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα που έγινε στη Βαρσοβία συμφώνησε ότι όλες οι χώρες, οι αναπτυσσόμενες και οι αναπτυγμένες, πρέπει να συμβάλουν στη νέα συμφωνία για το κλίμα, που θα συναφθεί στο Παρίσι το 2015, και ότι οι εκπρόσωποι όλων των χωρών θα πρέπει τώρα να επιστρέψουν στις χώρες τους και να κάνουν αυτό που πρέπει, δηλαδή, να καταρτίσουν τα σχέδια για τη μείωση των εκπομπών, πολύ πριν από το Παρίσι.

Αυτό ακριβώς κάνειη Ευρώπη σήμερα. Η φιλοδοξία της Ευρώπης θα θεωρηθεί από πολλές χώρες ως σημείο αναφοράς, τόσο από πλευράς χρονικής στιγμής και όσο και από πλευράς βούλησης, καθώς και ως μια σημαντική κινητήρια δύναμη για να διασφαλιστεί ότι οι εσωτερικές προετοιμασίες άλλων χωρών και, κατά συνέπεια, η συμφωνία του 2015 θέτουν φιλόδοξους στόχους.

Και ενώ η πολιτική σημειώνει πρόοδο, η σύνοδος κορυφής των ηγετών σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά την κλιματική αλλαγή, την οποία θα φιλοξενήσει ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Ban Ki-moon, τον Σεπτέμβριο του 2014, θα αποτελέσει σημαντικό ορόσημο στην πορεία προς το Παρίσι.

Η πεπατημένη δεν αποτελεί πλέον επιλογή αν θέλουμε να συνεχιστεί η οικονομική ανάκαμψη. Πολλοί οικονομικοί ιθύνοντες το έχουν ήδη καταλάβει. Κατανοούν ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα επιλογής μεταξύ της καλής οικονομικής πολιτικής και της προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά ότι η δράση για το κλίμα είναι πράγματι η καλή οικονομική πολιτική. Οι ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να αναλάβουν μια τολμηρή δράση για το κλίμα, προκειμένου οι οικονομίες τους να έχουν την προοπτική μιας βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης.

* Η Connie Hedegaard είναι αρμόδια επίτροπος σε θέματα δράσης για το κλίμα