του Αθαν.Χ.Παπανδρόπουλου
ΜΕΤΑ την αποτυχία δύο μεγάλων κινεζικών εταιρειών να εξαγοράσουν αντίστοιχες αμερικανικές εταιρείες και τις οργίλες αντιδράσεις του αμερικανικού Κογκρέσου να μην πραγματοποιηθούν οι εξαγορές αυτές, η Κίνα αποφάσισε να ανατιμήσει του γιουάν έναντι του δολαρίου, με το οποίο ήταν συνδεδεμένο δέκα χρόνια. Υπενθυμίζουμε ότι από το 1996 το γιουάν ήταν συνδεδεμένο με το δολάριο στην ισοτιμία των 8,28 ανά δολάριο, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στη Δύση. Έτσι, η κίνηση του Πεκίνου βρήκε απροετοίμαστες τις αγορές και προκάλεσε αρκετή αναταραχή, κυρίως στα ασιατικά νομίσματα, με το ιαπωνικό γιεν [JPY=X] να εκτινάσσεται στα ύψη. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ήταν αυτές που πίεζαν την Κίνα να ανατιμήσει το νόμισμά της. Προσφάτως, ακόμα, ο πρόεδρος της Φέντεραλ Ριζέρβ, Άλαν Γκρίνσπαν, προειδοποιούσε την Κίνα για τους σημαντικούς κινδύνους που κρύβει για την οικονομία της η άρνηση της κυβέρνησης να επιτρέψει την ανατίμηση του νομίσματος. Η νέα, κατά 2,1% ανατιμημένη ισοτιμία -έναντι 10% που είχαν ζητήσει επανειλημμένα οι ΗΠΑ- ορίσθηκε στα 8,11 γιουάν ανά δολάριο, ενώ συνδέει το γιουάν με ένα καλάθι νομισμάτων των κυριότερων εμπορικών εταίρων της Κίνας. Για την ώρα, όμως, οι Κινέζοι δεν αποκαλύπτουν ποια νομίσματα θα συμμετέχουν στο καλάθι και με ποια ποσοστά συμμετοχής. Με τις ΗΠΑ να είναι ο πρώτος πελάτης και ο τέταρτος προμηθευτής της Κίνας, το δολάριο θα έπρεπε θεωρητικά να είναι το πρώτο νόμισμα αναφοράς στο καλάθι των νομισμάτων. Πλην όμως, οι Κινέζοι δεν αποκαλύπτουν την σύνθεση του καλαθιού -κάτι που ίσως δεν θα κάνουν ποτέ. Στην περίπτωση αυτή, θα γίνουμε μάρτυρες ενός «μπρα-ντε-φερ» ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ, το οποίο πιθανότατα θα επηρεάσει και την παγκόσμια οικονομία. Ως γνωστόν, το Πεκίνο, για να προστατεύσει τη συναλλαγματική ισοτιμία και να εμποδίσει το γιουάν να ανατιμηθεί, έγινε μέσα σε λίγα χρόνια ισχυρός αγοραστής αμερικανικών κρατικών ομολόγων και, με τον τρόπο αυτόν, ήταν ο δεύτερος πιστωτής των ΗΠΑ μετά την Ιαπωνία. Σε αντιστάθμισμα, η Αμερική άνοιξε την τεράστια καταναλωτική της αγορά στα κινεζικά προϊόντα, με αποτέλεσμα μέσα σε δύο χρόνια το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα να περάσει από τα 30 δισεκ. δολάρια στα 160 δισεκ. δολάρια. Έτσι, πιέζοντας την Κίνα να ανατιμήσει το γιουάν, οι Αμερικανοί βιομήχανοι πέτυχαν, ίσως, μία πρώτη νίκη. Η Αμερική, όμως, η οποία σήμερα χρηματοδοτείται πολύ φθηνά, θα πρέπει να προετοιμάζεται σε αλλαγή της κινεζικής συμπεριφοράς έναντι του χρέους της. Ένα γεγονός που ήδη προδιαγράφεται στον ορίζονται είναι ότι τα μακροπρόθεσμα επιτόκια μάλλον θα ανέβουν. Ωστόσο, οι θέσεις και απόψεις διΐστανται. Ο αναλυτής της S.G.Cowen, Μάϊκλ Μαλόουν, θεωρεί πως η ανατίμηση του γιουάν ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων, ενώ, αντίθετα, ο οικονομολόγος Ντρου Ματούς, της Lehman Brothers πιστεύει πως η κίνηση αυτή δεν θα έχει επίπτωση στην αμερικανική οικονομία και πως η κατά 2% ανατίμηση ήταν χαμηλότερη από την αναμενόμενη γι αυτήν την περίοδο. Κινέζοι οικονομολόγοι, από την πλευρά τους, όπως ο Λι Γιανγκ, της Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών, θεωρούν πως το σημαντικότερο είναι η αλλαγή και πως η Κεντρική Τράπεζα εγκατέλειψε την παθητική της στάση για να αναλάβει στάση πιο δραστήρια ως προς την πολιτική του συναλλάγματος. Τι επίδραση, όμως, θα έχει αυτή η κίνηση στις αγορές; Ο Μπράϊν Γκάρβεϊ, της State Street, πιστεύει πως έγινε το πρώτο βήμα και ότι αρχικά θα οδηγήσει σε αστάθεια και κερδοσκοπία. Τις ίδιες εκτιμήσεις κάνουν και κορυφαίοι Αμερικανοί παράγοντες, οι οποίοι τονίζουν ότι οι κερδοσκόποι θα δημιουργήσουν στην Κίνα πρόσθετες «φούσκες». Επισημαίνουν, επίσης, ότι, αργά ή γρήγορα, το δολάριο θα μπορούσε να δεχθεί πιέσεις εις βάρος του, με αφορμή μία αναδιάρθρωση των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων. Κάτι τέτοιο απεφεύχθη με τη γέννηση του ευρώ, γιατί η Κίνα ανέβασε τα συναλλαγματικά της αποθέματα, κυρίως σε δολάρια, από 200 δισεκ. σε 700 δισεκ. δολάρια. Το ίδιο έκανε και η Ιαπωνία, για να προστατεύσει την ανταγωνιστικότητα του νομίσματός της σε σχέση με το ζεύγος γιουάν-δολάριο. Σήμερα, η Τράπεζα της Ιαπωνίας έχει συσσωρευμένα 950 εκατ. δολάρια και, όπως καταλαβαίνουν οι ειδικοί, τα συναλλαγματικά αποθέματα που υπάρχουν στην Ασία είναι δύο φορές μεγαλύτερα από τα αναγκαία. Όλα αυτά δημιουργούν κατάσταση αβεβαιότητας, την οποίαν ενισχύουν και οι δομές της κινεζικής οικονομίας, οι οποίες παρουσιάζουν σημαντικές στρεβλώσεις και άρα αδυναμίες. Η Ναυτεμπορική 29/07/2005