Του Κ. Ν. Σταμπολή
Εδώ και δύο μήνες περίπου οι διεθνείς τιμές πετρελαίου ακολουθούν μία νέα δυναμική πορεία έχοντας διαδοχικά σπάσει το φράγμα των 50 και 60 δολ. το βαρέλι και με την προοπτική των 80 δολ. ή και των 90 δολ. το βαρέλι να εμφανίζεται τώρα περισσότερο από ποτέ πιθανή. Την περασμένη Δευτέρα η τιμή της ποικιλίας WTI στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων της Ν. Υόρκης (στο NYMEX) έφθασε προς στιγμή τα 65 δολ. το βαρέλι. Το αργό πετρέλαιο έχει ανατιμηθεί στις διεθνείς αγορές κατά 150% τους τελευταίους 24 μήνες. Οι λόγοι για την ξέφρενη αυτή πορεία είναι πολλοί και διάφοροι μεταξύ τους και έχουν αναλυθεί επαρκώς σε προηγούμενη αρθρογραφία μας (π.χ. βλέπε «Κ» 28/07/04 και 11/05/04) καθώς και από διεθνή έγκυρα έντυπα (Βλέπε αφιέρωμα του Economist της 30/04/05). Παρουσιάζονται δε συνοπτικά παραπλεύρως. Οι Λόγοι που οδηγούν τις Τιμές προς τα Άνω Οι τιμές του πετρελαίου κινήθηκαν υψηλότερα τα τελευταία χρόνια λόγω: 1. Της ισχυρής αύξησης της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου, που είναι απόρροια της εμφάνισης νέων καταναλωτών, όπως της Κίνας και της Ινδίας (αλλά και της ανάπτυξης στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία). 2. Της αποδυνάμωσης του δολαρίου και του αντίκτυπού της στην τιμολογιακή πολιτική και στη στρατηγική του ΟΠΕΚ. 3. Του αυξανόμενου γεωπολιτικού κινδύνου και της επίδρασής του στην προσφορά με τη μορφή προβλημάτων ή φόβων στην ροή και μεταφορά (π.χ. αύξηση ασφαλίστρων) του «μαύρου χρυσού». 4. Την αδυναμία των χωρών του ΟΠΕΚ για σημαντική αύξηση της παραγωγής τους και της διαμορφούμενης αρνητικής ψυχολογίας στις αγορές (σε συνδυασμό με την αύξηση των στρατηγικών αποθεμάτων σε ορισμένες χώρες). 5. Της ολοένα αυξανόμενης συχνότητας ακραίων καιρικών φαινομένων, τα οποία οδηγούν σε αύξηση της ζήτησης. 6. Της αυξημένης διαθεσιμότητας νέων κεφαλαίων στις προθεσμιακές αγορές πετρελαίου. 7. Της ανάγκης συνεχών επενδύσεων από τις μεγάλες διεθνείς εταιρείες σε έρευνα και ανάπτυξη νέων, αλλά και δύσκολων, κοιτασμάτων σε δύσβατες περιοχές του πλανήτη. Διεθνείς αναλυτές συμφωνούν ότι κοινός παρανομαστής του τρέχοντος ράλι είναι η αβεβαιότητα που έχει δημιουργηθεί στις διεθνείς αγορές συνέπεια των τελευταίων τρομοκρατικών επιθέσεων στο Λονδίνο, στην Αίγυπτο, στην Τουρκία αλλά και μέσα στο Ιράκ όπου οι εκατόμβες συνεχίζονται σχεδόν σε καθημερινή βάση. Επιπλέον εκφράζονται φόβοι για νέα τρομοκρατικά κτυπήματα στην ίδια την Σαουδική Αραβία, η οποία με παραγωγή που αγγίζει τα 11.0 εκ. βαρέλια την ημέρα καλύπτει το 13% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου και παίζει ηγετικό ρόλο στον Οργανισμό Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ), το διεθνές καρτέλ το οποίο ελέγχει το 35% της παγκόσμιας παραγωγής και έχει τον ρόλο ρυθμιστού της διεθνούς αγοράς πετρελαίου. Τα βιντεοσκοπημένα μηνύματα της Αλ Κάιντα λαμβάνονται πλέον σοβαρά υπ’ όψιν αφού στην ουσία προεξοφλούν νέους κύκλους βίας, άγνωστο που και πότε, γεγονός που εντείνει το κλίμα αβεβαιότητας και δρα αρνητικά στην ψυχολογική κατάσταση των παικτών της αγοράς (market players). Οι εξελίξεις των τελευταίων δύο εβδομάδων στην Σαουδική Αραβία έχουν και αυτές την δική τους σημειολογική έννοια αφού δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο εάν ο νέος επίσημος ηγέτης (διότι ανεπίσημος υπήρξε εδώ και μία δεκαετία περίπου) βασιλεύς Αμπντάλα με το πρόσχημα της επίσημης ανάληψης του θρόνου θα επιχειρήσει να διαφοροποιήσει την στάση της Σ. Αραβίας έναντι των ΗΠΑ και εάν θα παίξει ένα πιο ουσιαστικό ρόλο στην μάχη κατά της τρομοκρατίας. Άλ Κάιντα και Σαουδική Αραβία Διπλωματικοί αναλυτές παρατηρούν ότι πέρα από τις επίσημες κυβερνητικές ανακοινώσεις των ΗΠΑ και της Σ. Αραβίας οι οποίες μετά την 11/9/2001 εκφράζουν μίαν έντονη αντιπαλότητα, φαίνεται να υπάρχει μία αόρατη αλλά πανίσχυρη συμμαχία βασισμένη στην προάσπιση ουσιωδών εμπορικών και στρατηγικών συμφερόντων που έχουν εδραιωθεί εδώ και 60 χρόνια. Εικάζεται ότι μία παρόμοια κρυφή συμμαχία έχει δημιουργηθεί πρόσφατα μεταξύ του βασιλικού οίκου των Σαούδ και του Οσάμα μπιν Λάντεν αφού εδώ και ένα χρόνιο έχουν να σημειωθούν σοβαρές τρομοκρατικές ενέργειες επί εδάφους Σαουδικής Αραβίας. Παράλληλα η κυβέρνηση του βασιλείου, μέσω της συμμετοχής της στον ΟΠΕΚ, επιδιώκει πλέον την συνεχή αύξηση των διεθνών τιμών κάτι που δεν είναι δύσκολο να επιτευχθεί αυτήν την εποχή δεδομένης της σταθερής αύξησης της παγκόσμιας ζήτησης και των τεχνικών προβλημάτων που παρουσιάζονται περιοδικά πότε στις διάσπαρτες ανά τον κόσμο εγκαταστάσεις παραγωγής και πότε στις μονάδες διύλισης. Η νέα πολιτική του ΟΠΕΚ για μία σταδιακή αλλά αλματώδη αύξηση των τιμών του πετρελαίου δεν είναι άσχετη από τους βασικούς στόχους της Αλ Κάιντα, αφού είναι γνωστές οι απόψεις της ηγεσίας της όπως εκφράστηκαν τελευταία στο μήνυμα του υπαρχηγού της Αλ Κάιντα, Αϊμάν αλ Ζαουάχρι όπου μεταξύ άλλων λέει «Δεν θα είστε ασφαλείς (απευθυνόμενος σε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία) μέχρι να αποσυρθείτε από τη γη μας, να σταματήσετε να κλέβετε το πετρέλαιο και τον πλούτο μας και να σταματήσετε να υποστηρίζετε διεφθαρμένους ηγέτες». Σύμφωνα με γνωστή πραγματεία του ιδίου του Οσάμα μπιν Λάντεν περί πετρελαίου και πλούτου (1998) ουδεμία τιμή μικρότερη των 140 δολ./βαρέλι μπορεί να θεωρηθεί ως δίκαιη για τον Αραβικό κόσμο. Το εάν θα φθάσει η και θα ξεπεράσει σύντομα η τιμή του πετρελαίου τα 100 δολ. το βαρέλι είναι κάτι που πολύ δύσκολα μπορεί να προβλεφθεί από οιονδήποτε. Όμως αυτό που μάλλον σίγουρα μπορεί να υπολογισθεί είναι οι σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις που θα υπάρξουν στην οικονομία εάν οι τιμές διατηρηθούν στα σημερινά τους υψηλά επίπεδα για διάστημα μερικών έστω μηνών. Επιδράσεις στην Ανάπτυξη και τον Πληθωρισμό Σε διεθνές επίπεδο είναι γνωστές οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και του ΟΟΣΑ αναφορικά με την επίδραση στην ανάπτυξη των τριών μεγαλύτερων οικονομιών (ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Ιαπωνία) από την αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου. Σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτές η άνοδος της τιμής του πετρελαίου κατά 10 δολ./βαρέλι επηρεάζει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 0.5% το οποίο σημαίνει ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα κινηθεί φέτος στο επίπεδο του 3.8-3.9% αντί για το 4.5% που είχε υπολογισθεί με την μέση τιμή του βαρελιού στα 35 δολ./βαρέλι. (Για το 2005 η μέση τιμή εκτιμάται ότι θα κινηθεί στα 49 δολ./βαρέλι). Πως εξηγείται όμως το φαινόμενο οι τιμές του πετρελαίου να έχουν υπερδιπλασιασθεί τα τελευταία δύο χρόνια χωρίς σημαντικούς κλυδωνισμούς στην παγκόσμιο οικονομία όπως συνέβη πριν από 30 περίπου χρόνια όταν σημειώθηκε η πρώτη πετρελαϊκή κρίση; Το ίδιο διάστημα δηλ. 2003-2004, η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύχθηκε κατά 2%, των ΗΠΑ 4.4% και της Κίνας 10%. Η απάντηση είναι αρκετά σύνθετη και έχει να κάνει κυρίως με τις διαφορετικές συνθήκες που επικρατούσαν το 1973-75 όταν η οικονομία εδοκιμάζετο ήδη από υψηλό πληθωρισμό, χαμηλή ανάπτυξη και συνεχείς τιμολογιακές αναπροσαρμογές. Επιπλέον ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας εξαρτάτο από το πετρέλαιο, ιδίως η βιομηχανία. Σήμερα η όλη κατάσταση είναι τελείως διαφορετική αφού διεθνώς υπάρχει πολύ μικρός πληθωρισμός και δυνατή ανάπτυξη ενώ οι αυξήσεις των τιμών πετρελαίου είναι σταδιακές, έτσι που μπορούν ν’ απορροφώνται σχετικά ανώδυνα. Βέβαια το φαινόμενο δεν έχει εξηγηθεί πλήρως αφού ευρισκόμεθα στο μέσο της διαδρομής και δεν γνωρίζουμε ακριβώς πως θα συμπεριφερθεί η οικονομία εάν οι τιμές φθάσουν και σταθεροποιηθούν σ’ ένα πολύ υψηλότερο επίπεδο (π.χ. 90-100 δολ./βαρέλι). Επίσης δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι σε πραγματικούς όρους, οι τιμές παραμένουν σχεδόν κατά 35% χαμηλότερες αυτών που είχαν καταγραφεί κατά τη διάρκεια του δευτέρου πετρελαϊκού σοκ, μετά την ιρανική επανάσταση του 1979. Έκτοτε και για τρεις δεκαετίες υπήρξε σχετική ηρεμία στις τιμές του πετρελαίου. Τα ορόσημα στην ιστορία της αγοράς πετρελαίου Έτος Τιμή εποχής (δολ./βαρέλι) Σημερινή τιμή** Σε αποπληθωρισμένη βάση 1864 Πετρελαϊκό «μπούμ» στη Πενσιλβάνια 8.06 97,79 1876 Έναρξη εξαγωγών πετρελαίου από Ρωσία 2,56 45,58 1948 Ανοικοδόμηση μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο 1,99 15,69 1974 Αραβικό πετρελαϊκό εμπάργκο 11,58 44,55 1979 Ιρανική επανάσταση 30,03 78,46 1980 Πόλεμος Ιράν-Ιράκ 35,69 82,15 1990 Εισβολή Ιράκ στο Κουβέιτ 23,73 34,44 1998 Οικονομική κρίση στην Ασία 12,72 15,20 Εξάρτηση από το Πετρέλαιο Το πετρέλαιο πρόκειται να παραμείνει για αρκετό καιρό ακόμη το καύσιμο με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο διεθνές ενεργειακό ισοζύγιο (36% το 2002 με προοπτική για 35% το 2030) με την ζήτηση για πετρέλαιο δηλ. ν’ αυξάνεται κατά 1.6% τον χρόνο, δηλ. από 77 εκ. βαρ./ημέρα το 2002 στα 90 εκ. βαρ./ημέρα το 2010 και 121 εκ. βαρ./ημέρα το 2030. Όμως εάν συνεχιστούν οι σημερινοί ρυθμοί παγκόσμιας ζήτησης είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα νούμερα αυτά θα ξεπεραστούν πολύ γρηγορότερα. Ήδη η παγκόσμιος παραγωγή σήμερα έχει υπερβεί το 84.0 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Η χρήση του πετρελαίου ως καυσίμου πρόκειται να επικεντρωθεί στις μεταφορές όπου και θα υπάρξει δυσκολία αντικατάστασής του με άλλα εξίσου οικονομικά καύσιμα κατά μέσα στα επόμενα 20-25 χρόνια. Υπολογίζεται ότι ο τομέας των μεταφορών θα χρησιμοποιεί το 54% της πετρελαϊκής παραγωγής το έτος 2030 σε σύγκριση με το 47% το 2002 και 33% το 1971. Επίσης εκτιμάται ότι στις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες το πετρέλαιο και τα προϊόντα του θα εξακολουθήσουν ν’ αποτελούν το κύριο καύσιμο για θέρμανση και μαγείρεμα, ειδικά στις αγροτικές περιοχές. Οι Ανησυχίες των Πολυεθνικών Το τελευταίο διάστημα ο διεθνής Τύπος έχει κατακλυσθεί από διαφημίσεις διεθνών (βλέπε πολυεθνικών) εταιρειών πετρελαίου μέσω των οποίων προειδοποιούν ότι η εποχή του φθηνού πετρελαίου έχει οριστικά παρέλθει, ότι τα αποθέματα είναι περιορισμένα και γενικά εκφράζουν την έκδηλη πλέον ανησυχία τους για την εξεύρεση νέων κοιτασμάτων. Χαρακτηριστικά η Exxon Mobil, η μεγαλύτερη εταιρεία πετρελαίων του κόσμου, δηλώνει «Ο κόσμος αντιμετωπίζει τεράστιες ενεργειακές προκλήσεις. Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις». Η άλλη εταιρεία κυρίαρχος του χώρου της ενέργειας, η Chevron, υποστηρίζει «Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Η εποχή του εύκολου πετρελαίου έχει τελειώσει. Καλούμε όλους τους επιστήμονες, τους εκπαιδευτικούς, περιβαντολλόγους, τους υπεύθυνους για την χάραξη πολιτικής και τους ηγέτες της βιομηχανίας να συμμετάσχουν στην αναμόρφωση της επόμενης ενεργειακής εποχής. Η έλλειψη δράσης δεν αποτελεί επιλογή.» Μάλιστα η συγκεκριμένη εταιρεία έχει εγκαινιάσει και ένα διαδικτυακό χώρο (www.willyoujoinus.com) όπου εκθέτει τις απόψεις της με ιδιαίτερη αναφορά στην αυξανόμενη παγκόσμια ενεργειακή ζήτηση και τα περιορισμένα αποθέματα υδρογονανθράκων. Μέσω μιάς εκτεταμένης διαφημιστικής καμπάνιας και η BP προειδοποιεί για τα περιορισμένα διεθνή αποθέματα, την ανάγκη συνεχούς έρευνας με παράλληλες προσπάθειες για την προστασία του περιβάλλοντος και μείωσης και αποθήκευσης του CO2. Από την άλλη πλευρά, η Total δίδει έμφαση στις διαφημίσεις της στην ανάγκη ανάπτυξης νέων προηγμένων τεχνικών εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου και την εξεύρεση νέων περιοχών. Είναι προφανές ότι οι μεγάλες πολυεθνικές χρησιμοποιούν των διεθνή Τύπο για να προειδοποιήσουν ή και να δικαιολογήσουν για την στάση τους στην επερχόμενη περίοδο ακριβών ενεργειακών τιμών. Χωρίς μεγάλες αναπροσαρμογές στις τιμές του αργού και του φυσικού αερίου θα είναι αδύνατον για αυτές να καλύψουν το υψηλό κόστος έρευνας, εξόρυξης και παραγωγής που καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν αφού οι γεωγραφικές περιοχές που κινούνται, (εκτός της εύκολης από πλευράς έρευνας και παραγωγής Αραβικής χερσονήσου, η οποία όμως παραμένει κλειστή για τις ξένες εταιρείες) χαρακτηρίζονται από βαθιά και γεωλογικά δύσκολα κοιτάσματα. Είναι επίσης προφανές ότι οι υψηλές τιμές πετρελαίου εξυπηρετούν την δεδομένη χρονική περίοδο τα συμφέροντα των μεγάλων διεθνών εταιρειών στην προσπάθειά τους για αύξηση της παραγωγής τους, και αυτός είναι ένας από τους πλέον σημαντικούς λόγους, ίσως ο σοβαρότερος, γιατί οι διεθνείς τιμές κινούνται ανοδικά. Είναι κοινή η επιθυμία των εταιρειών και των περισσοτέρων κυβερνήσεων να απεμπλακεί η παγκόσμια παραγωγή από την ομηρία του ΟΠΕΚ, οι χώρες-μέλη του οποίου όμως καλούνται να συνεισφέρουν τα επιπλέον 20 εκ. βαρέλια την ημέρα που θα χρειασθούν μέσα στα επόμενα 15 χρόνια αυξάνοντας την συνολική παραγωγή τους στα 50 εκ. βαρέλια (ο ΟΠΕΚ παράγει σήμερα 29.3 εκ. βαρέλια, με μια παγκόσμια παραγωγή που φθάνει τα 84.6 εκ. βαρέλια ανά ημέρα). Όμως ο ΟΠΕΚ, πρωτοστατούντος της Σ. Αραβίας, δηλώνει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να αυξήσει την παραγωγή τους σε αυτά τα επίπεδα. Εξ’ ου και η αναμενόμενη κρίση και η τωρινή κατακόρυφη αύξηση των τιμών. Πλήγμα για την Ελληνική Οικονομία το Ακριβό Πετρέλαιο Η Ελλάδα σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, ευρίσκεται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση, η οποία και θα χειροτερέψει, καθώς θ’ αυξάνονται οι τιμές του πετρελαίου τους επόμενους μήνες. Τους τελευταίους 24 μήνες η τιμή της αμόλυβδης έχει αυξηθεί κατά 43% αφού πωλείται πλέον στο 1 ευρώ το λίτρο στα περισσότερα σημεία της χώρας. Οι τιμές λιανικής στην εγχώρια αγορά θα είχαν αυξηθεί κατά πολύ περισσότερο εάν δεν υπήρχε σε λειτουργία το σύστημα εποπτείας και ελέγχου του Υπουργείου Ανάπτυξης. Το 2004, η χώρα μας ξόδεψε περισσότερο από 6 δις. ευρώ για την εισαγωγή αργού και προϊόντων, το οποίο αντιστοιχεί στο 3,9% του ΑΕΠ και σχεδόν στο 20% του έτσι και αλλιώς ελλειμματικού μας εμπορικού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών. Το ποσό αυτό θα ήτο σημαντικά υψηλότερο εάν η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου δεν είχε λειτουργήσει όλο το 2004 και στις αρχές του 2005 υπέρ του ευρώ. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα πραγματικού ΑΕΠ δεν μεταβλήθηκε στην Ελλάδα μεταξύ του 1991 και του 2002, ενώ στην Ε.Ε. των «15» στο ίδιο διάστημα μειώθηκε κατά 15% και στην Ευρωζώνη κατά 9%. Επιπλέον, η κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα ΑΕΠ το 2002 ήταν κατά 35% υψηλότερη στην Ελλάδα απ’ ότι κατά μέσον όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξ άλλου, στοιχεία της κοινοτικής στατιστικής υπηρεσίας δείχνουν ότι οι καθαρές εισαγωγές πετρελαίου αποτελούν στη χώρα μας το 65,2% της ακαθάριστης κατανάλωσης ενέργειας, έναντι 44% στη Ζώνη του Ευρώ και μόλις 32,9% στην Ε.Ε. των «15» (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, που είναι πετρελαιοπαραγωγός χώρα). Όπως και στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες το μεγαλύτερο ποσοστό της κατανάλωσης πετρελαίου στην Ελλάδα οφείλεται στον τομέα των μεταφορών (ο οποίος αντιστοιχεί στο 40% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης) και ειδικά των αυτοκινήτων, ο οποίος συνεχίζει να επεκτείνεται αφού βελτιώνεται το επίπεδο διαβίωσης. Σε κάθε περίπτωση η αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου και η αδυναμία της κυβέρνησης να επεξεργασθεί, πολλώ μάλλον να εφαρμόσει, ένα σύγχρονο σχέδιο ορθολογικής χρήσης ενέργειας σε εθνική βάση, είναι ξεκάθαρο ότι θα δημιουργήσουν σοβαρό πρόβλημα στην οικονομία, την ανάπτυξη της οποίας έχουν ήδη αρχίσει να επηρεάζουν αρνητικά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του ενεργειακού τομέα το κόστος για εισαγωγή καυσίμων το 2005 θα είναι αυξημένο κατά 40% σε σύγκριση με πέρυσι το οποίο σημαίνει ότι τα διυλιστήρια και οι άλλοι εισαγωγείς θα καταβάλλουν συνολικά γύρω στα 8.5 δις. ευρώ (δηλ. 5% του ΑΕΠ), ενώ αφαιρούμενων των εξαγωγών πετρελαιοειδών το κόστος για καθαρές εισαγωγές καυσίμων θα διαμορφωθεί μεταξύ 6.0 και 6.3 δις. ευρώ. (δηλ. 3.5-3.6% του ΑΕΠ). Αν και το ενεργειακό πρόβλημα της χώρας είναι γενικότερο και ξεφεύγει από το βασικό καύσιμο που είναι το πετρέλαιο, η έλλειψη μιας συγκροτημένης και μακροχρόνιας ενεργειακής πολιτικής θα γίνεται ολοένα και πιο εμφανής καθώς θ’ αυξάνονται οι τιμές του πετρελαίου. Η ανάγκη για την μελέτη και εισαγωγή ενός εθνικού προγράμματος εξοικονόμησης ενέργειας μαζί με την πραγματική απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικού και φυσικού αερίου και την παράλληλη εισαγωγή κινήτρων για την μαζική εφαρμογή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας είναι επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε. Mέτρα Εξοικονόμησης Πετρελαίου Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) έχοντας προβλέψει την περαιτέρω άνοδο των τιμών πετρελαίου αλλά και την πιθανότητα αστάθειας, από πλευράς τροφοδοσίας, στην διεθνή αγορά μελέτησε επεσταμένως τα μέτρα που θα μπορούσαν να λάβουν οι διάφορες πετρελαιοεισαγωγικές χώρες με στόχο την άμεση μείωση της κατανάλωσης καυσίμων και ως εκ τούτου την εξοικονόμηση ποσοτήτων πετρελαίου. Τα μέτρα αυτά αφορούν κυρίως στην χρήση πετρελαίου για μεταφορές και περιλαμβάνουν την μείωση του ορίου ταχύτητας σε όλους τους δρόμους και εθνικές οδούς, την υποχρεωτική κυκλοφορία μονών-ζυγών σε εθνική βάση, την εισαγωγή κινήτρων για μεγαλύτερη χρήση μέσων μαζικής κυκλοφορίας κλπ. Η έκθεση του ΙΕΑ με χαρακτηριστικό τίτλο «Εξοικονομήστε Πετρέλαιο στα Γρήγορα» (Saving Oil in a Hurry, IEA, Paris, 2005) θα φανεί εξαιρετικά χρήσιμη στις χώρες μέλη μεταξύ των οποίων και η χώρα μας. Το Μυστικό Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης της Ελλάδος Σύμφωνα με την ανωτέρω έκδοση του ΙΕΑ (σελ. 41) η χώρα μας φαίνεται ότι έχει επεξεργασμένο ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης το οποίο βασίζεται σε τρία κλιμακωτά στάδια ενεργοποίησης ανάλογα με την σοβαρότητα της κατάστασης. Το συγκεκριμένο Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης εκπονήθηκε την Άνοιξη του 2003 από την Ελληνική κυβέρνηση σε συνάρτηση με την ψήφιση του Ν. 3054/2002 περί αγοράς πετρελαιοειδών και με την τεχνική υποστήριξη εξειδικευμένης εταιρείας συμβούλων του εξωτερικού. Την ύπαρξη του Σχεδίου αυτού δεν αρνείται η σημερινή κυβέρνηση. Σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Ανάπτυξης το Σχέδιο αυτό θα ενεργοποιηθεί μόνο σε περίπτωση που παρατηρηθούν σοβαρά προβλήματα ανεφοδιασμού της αγοράς ενώ σε καμία περίπτωση δεν προβλέπεται ενεργοποίηση του Σχεδίου λόγω απότομης αύξησης των διεθνών τιμών πετρελαίου. Οι βασικοί άξονες του Ελληνικού Σχεδίου Έκτακτης Ανάγκης, το οποίο θα εφαρμοσθεί σε περίπτωση που θα παρατηρηθούν δυσκολίες και διακοπές στον ομαλό εφοδιασμό της χώρας με πετρέλαιο έχουν ως εξής: Στάδιο Α. Εθελουσία Μείωση της Ζήτησης Η δράση αυτή θα ξεκινήσει με μία καμπάνια στα ΜΜΕ την οποία θα συντονίσει το Υπουργείο Ανάπτυξης και θα απευθύνει έκκληση στους πολίτες για μείωση των μετακινήσεων τους με Ι.Χ., και την μέγιστη δυνατή χρήση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς. Στάδιο Β. Υποχρεωτικός Περιορισμός της Ζήτησης Μείωση της χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτων μέσω ελεγχόμενου ανεφοδιασμού (π.χ με κουπόνια προμήθειας καυσίμων, περιορισμούς στην λειτουργία των πρατηρίων βενζίνης) και μείωσης του χρόνου λειτουργίας βιομηχανικών μονάδων που χρησιμοποιούν πετρέλαιο. Στάδιο Γ. Πρόσθετα Υποχρεωτικά Μέτρα για Μείωση της Ζήτησης Σε περίπτωση συνέχισης των προβλημάτων στον ανεφοδιασμό της χώρας η κυβέρνηση θα λάβει επιπλέον μέτρα περιορισμού της κατανάλωσης όπως: (α) Άμεση μείωση του ορίου ταχύτητας σε όλη την επικράτεια (β) Περαιτέρω περιορισμός στην χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτων (π.χ. υποχρεωτική χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτων σε ώρες αιχμής μόνο από ομάδες εργαζομένων για μετάβαση στους χώρους εργασίας, κυκλοφορία μονών-ζυγών σε όλη την επικράτεια, μείωση στην κατανάλωση πετρελαίου για παραγωγή ηλεκτρισμού κ.λπ). Που Θα Οδηγηθούν οι Τιμές; Μέχρι ποίο επίπεδο αναμένουμε ν’ αυξηθούν οι διεθνείς τιμές πετρελαίου; Οι προβλέψεις είναι πάντα επικίνδυνες. Υπάρχουν, ωστόσο, τρία συμπεράσματα που φαίνονται ρεαλιστικά: Πρώτον, η ζήτηση αναμένεται να εξακολουθήσει να δέχεται ισχυρές πιέσεις, ιδιαίτερα καθώς βελτιώνεται το βιοτικό επίπεδο στην Ασία. Δεύτερον, ο κόσμος θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από τον ΟΠΕΚ και δη από τους παραγωγούς του Περσικού Κόλπου, οι οποίοι «κάθονται» πάνω στο 62% των παγκόσμιων κοιτασμάτων πετρελαίου. Τρίτον, οι υψηλές τιμές του πετρελαίου πολύ πιθανόν να είναι χαρακτηριστικό των επόμενων δεκαετιών με την οικονομία να προσαρμόζεται σε αυτές, όπως και του τρόπου ζωής των περισσοτέρων καταναλωτών η οποία θα προσαρμοσθεί και αυτή σε άλλα πρότυπα λιγότερα ενεργοβόρα. Όμως η διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα θα πρέπει να ενθαρρύνει επενδύσεις στην καινοτομία και την στροφή σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Εδώ οι κυβερνήσεις αλλά και οι εταιρείες θα παίξουν καθοριστικό ρόλο και θα πρέπει ν’ αναλάβουν τολμηρές πρωτοβουλίες. Μπορούν, επίσης, να ευνοήσουν μία πιο υπεύθυνη χρήση αυτού του πολύτιμου φυσικού πόρου. Ιδιαίτερα οι ΗΠΑ οι οποίες ξοδεύουν ενέργεια αλόγιστα ενώ θα μπορούσαν να κάνουν πολλά περισσότερα για να ενθαρρύνουν τόσο την εξοικονόμηση ενέργειας όσο και τις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες. Καθημερινή 14/08/2005