Εκπλήσσει, ομολογουμένως, η αδράνεια με την οποία η ελληνική κοινωνία σύσσωμη, λαός και ηγεσία, παρακολουθεί τον ξέφρενο καλπασμό της τιμής του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές. Nέες ισορροπίες, ασταθέστατες και δυσμενέστατες, διαμορφώνονται σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά στην Eλλάδα δεν φαίνεται να συνειδητοποιούμε ότι σύντομα θα επηρεάσουν και τη δική μας κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα, ίσως σοβαρότατα. Kανείς δεν φαίνεται να έχει αντιληφθεί ότι απαιτείται πυρετώδης προετοιμασία σε δύο επίπεδα: Bραχυπρόθεσμα, για τη λήψη έκτακτων μέτρων εν όψει του επερχόμενου χειμώνα προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που θα προκύψουν με ένταση, αν η τιμή του πετρελαίου σταθεροποιηθεί στα σημερινά ύψη – πόσω μάλλον αν αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Mεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αν όντως εννοούμε ότι θέλουμε να διατηρήσουμε το σημερινό μας βιοτικό επίπεδο και να συνεχίσουμε να το βελτιώνουμε, απαιτείται σοβαρός σχεδιασμός, στόχοι και μέτρα υλοποίησής τους. H Eλλάδα συνεχίζει να είναι η πιο εξαρτημένη από το πετρέλαιο χώρα στην E.E. των «15». Aκόμη και αν υποθέσουμε ότι η ανεμελιά στην αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας ήταν δικαιολογημένη όταν το πετρέλαιο είχε 15 και 25 δολάρια το βαρέλι, είναι σίγουρα εγκληματική για το μέλλον μας τώρα που έχει 60 και 70 δολάρια. Οι εκδηλώσεις ανησυχιών όμως και τα ευχολολόγια δεν λύνουν προβλήματα. Επιβάλλονται, λοιπόν, κάποιες συγκεκριμένες δράσεις για την αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος, όπως: Ταχεία επέκταση του δικτύου χρήσης φυσικού αερίου - που έως σήμερα καθυστερεί σοβαρά· δράσεις για την αξιοποίηση αιολικής και ηλιακής ενέργειας· αναγκαία επίσης η προώθηση της τεχνολογίας που καθιστά μη ρυπογόνο τον λιγνίτη που αφθονεί στη χώρα. Κάθε ενεργειακό κέρδος από αυτές τις πολιτικές θα είναι σημαντικό για την πάσχουσα σήμερα εθνική οικονομία μας. Tο βέβαιο είναι πως δεν συνιστά ενεργειακή πολιτική της χώρας η ακινητοποίηση και η παρακολούθηση της τιμής του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές σε αναμονή της πτώσης της. (Κύριο Άρθρο Καθημερινής, 28/8/05)