Του Κ.Ν. Σταμπολή
Ευάλωτο το Διεθνές Σύστημα Εφοδιασμού Οι εκτεταμένες καταστροφές και η γενική αναστάτωση που δημιούργησε ο φονικός τυφώνας «Κατρίνα», κατέδειξαν για μία ακόμη φορά πόσο ευάλωτο είναι το διεθνές σύστημα παραγωγής, μεταφοράς και διύλισης πετρελαίου από την μήνη των φυσικών φαινομένων. Σεισμοί, καταιγίδες, τυφώνες, πυρκαγιές, και παλιρροϊκά κύματα απειλούν σε τακτά χρονικά διαστήματα πλέον την ασφαλή λειτουργία των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων ανά τον κόσμο. Εάν σε αυτά προσθέσουμε τις ανά πάσα στιγμή πιθανές να προκύψουν εργατικές διαφορές και απεργιακές κινητοποιήσεις ή τις επαπειλούμενες τρομοκρατικές ενέργειες από ένα ευρύ φάσμα ταραχοποιών στοιχείων (από την Αλ Κάϊντα μέχρι τα ουκ ολίγα αυτονομιστικά κινήματα) τότε μπορούμε να αντιληφθούμε το αβέβαιο περιβάλλον στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η πετρελαϊκή βιομηχανία και να παράγει προϊόντα σε συνεχή βάση τα οποία είναι απαραίτητα για την λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας. Η προσωρινή ή παρατεταμένη διακοπή στην λειτουργία πετρελαϊκών μονάδων, είτε αυτές είναι εξέδρες παραγωγής ή διυλιστήρια, εμφανίζεται αυτήν την περίοδο ως η πλέον σημαντική απειλή στην παγκόσμια ασφάλεια εφοδιασμού με καύσιμα, ασυγκρίτως πιο σοβαρή από το καθεστώς των υψηλών τιμών που τείνει πλέον να διαμορφωθεί . Αυτό αποδείχθηκε έμπρακτα την προπερασμένη εβδομάδα όταν η πανίσχυρη Αμερική εζήτησε επείγουσα βοήθεια από την «ενοχλητική» Ευρώπη, όταν μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), στον οποίο συμμετέχει η Ελλάδα, αποδεσμεύτηκαν αποθέματα έκτακτης ανάγκης των μελών της ύψους 2.1 εκ. βαρελιών ημερησίως για μία αρχική περίοδο 30 ημερών. Από αυτά 1.0 εκ. βαρέλια σε προϊόντα αποστέλλονται από Ευρώπη και Ιαπωνία προς την αγορά των ΗΠΑ όπου το 25% της παραγωγικής βάσης ετέθη αίφνης εκτός λειτουργίας, αποτέλεσμα των εκτεταμένων καταστροφών που προκάλεσε ο τυφώνας «Κατρίνα». Ενώ η κυβέρνηση των ΗΠΑ διατηρεί σημαντικά στρατηγικά αποθέματα σε αργό, δεν διαθέτει αντίστοιχα σε προϊόντα. Με αδυναμία στην διύλιση λόγω του ότι 13 διυλιστήρια στην περιοχή του Μισισιπή και της Νέας Ορλεάνης επλήγησαν, με 5 από αυτά να ευρίσκονται ακόμη εκτός λειτουργίας, προέκυψαν ανάγκες σε προϊόντα πετρελαίου, εξ’ ου και η έκτακτη βοήθεια του ΙΕΑ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στην όλη προσπάθεια εφοδιασμού των ΗΠΑ με την αποστολή 189.000 τόνων πετρελαϊκών προϊόντων. Σύμφωνα με αναλυτές η προσφυγή στα στρατηγικά αποθέματα του Οργανισμού σε τόσο εκτενή βάση είναι βέβαιο ότι από τον Οκτώβριο και μετά θα ωθήσουν πάλι τις διεθνείς τιμές προς τα άνω καθώς οι χώρες που αποδέσμευσαν τα πολύτιμα αποθέματά τους για να βοηθήσουν τις ΗΠΑ, αργά ή γρήγορα θα αρχίσουν να «στοκάρουν» εκ νέου για να αναπληρώσουν τα δικά τους αποθέματα. «Ο τυφώνας «Κατρίνα» δεν θα μπορούσε να συμβεί σε πιο άσχημη στιγμή για την πετρελαϊκή βιομηχανία» παρατηρεί υψηλόβαθμο στέλεχος διεθνούς πετρελαϊκής εταιρείας που βρέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα. «Και αυτό γιατί η διεθνής αγορά λειτουργεί στα όριά της τους τελευταίους 12 μήνες, με ένα ελάχιστο περιθώριο εφεδρείας, της τάξης του 1.0 εκ. βαρ./ημέρα όταν η συνολική παραγωγή δια της βίας ξεπερνά τα 84 εκ. βαρ./ημέρα. Με τις καταστροφές στην Ν. Ορλεάνη βγήκε αίφνης εκτός αγοράς 1.8 εκ. βαρ./ημέρα προϊόντων διυλιστηρίων (δηλ. το 12% περίπου της συνολικής παραγωγής της χώρας) ενώ σταμάτησε και η παραγωγή αργού σε δεκάδες πλατφόρμες που υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Γι’ αυτό και οι τιμές εκτινάχθηκαν στα 71 δολάρια το βαρέλι στα τέλη Αυγούστου. Η αποδέσμευση των στρατηγικών αποθεμάτων του ΙΕΑ ήτο η μόνη λογική λύση την δεδομένη στιγμή με στόχο να εξασφαλιστεί επάρκεια στην διεθνή αγορά και να ελεγχθούν κατά κάποιο τρόπο οι τιμές» συμπληρώνει το άνω στέλεχος. Βέβαια μία παρέμβαση τύπου ΙΕΑ δεν μπορεί να γίνεται συχνά αφού τα αποθέματα που κρατούν οι χώρες αντιστοιχούν συνήθως σε 90 ημέρες κατανάλωσης, και το μόνο που μπορούμε να ευχόμεθα είναι να μην συμβούν σχετικά σύντομα παρόμοια καιρικά φαινόμενα. «Δηλαδή», όπως παρατηρεί γνωστός αναλυτής «σχεδιάζουμε την τροφοδοσία της παγκόσμιας αγοράς με τον νόμο των πιθανοτήτων!» Σ’ ένα τόσο αβέβαιο περιβάλλον από πλευράς τιμών και παραγωγής είναι λογικό κάθε χώρα να προσπαθεί να εξασφαλίσει δικά της παραγωγικά κοιτάσματα αλλά και επαρκή αποθέματα προϊόντων. Το δεύτερο το έχει επιτύχει η χώρα μας χάρις στην συμμετοχή της εδώ και χρόνια στον μηχανισμό του ΙΕΑ αλλά και με τις ανάλογες σοβαρές επενδύσεις που έχουν πραγματοποιήσει τα διυλιστήρια (ΕΛΠΕ, Μοτορόιλ) αλλά και οι εταιρείες το οποίο και προϋποθέτει ένα υψηλό και διαρκές κόστος για την τήρησή τους. Κάτι ασφαλώς που δεν είναι ευρύτερα γνωστό και συμβάλλει στην γνωστή παραφιλολογία περί κερδοσκοπικών παιγνίων και αισχροκέρδειας από διυλιστήρια, εταιρείες και πρατηριούχους οι οποίοι όλοι μαζί και σε αγαστή συνεργασία συμπράττουν για την αύξηση των τιμών – παραβλέποντας τους βασικούς λόγους που δεν είναι άλλοι από την αύξηση των διεθνών τιμών, το υψηλό κόστος μεταφοράς, την υποχρεωτική τήρηση των αποθεμάτων και την υλοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων σε συνεχή βάση. Εγχώρια Κοιτάσματα και Ασφάλεια Εφοδιασμού Σε ότι αφορά το πρώτο, δηλαδή την εξασφάλιση των δικών της παραγωγικών κοιτασμάτων, η χώρα μας είναι τραγικά πίσω σε σύγκριση με όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ευρύτερα, και παρά το γεγονός ότι η οικονομία της εξαρτάται περισσότερο από κάθε άλλη χώρα στην Ευρώπη από το πετρέλαιο (στο 70% υπολογίζεται η εξάρτηση από το πετρέλαιο της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης της χώρας σε σύγκριση με ένα μέσο όρο 40% στην ΕΕ). Και ενώ η εξασφάλιση από την χώρα μας των δικών της κοιτασμάτων υδρογονανθράκων ίσως να φαντάζει όνειρο απατηλό για τον μέσο καταναλωτή, ο οποίος ενημερώνεται ελλιπώς και συνήθως παραπληροφορείται από τα ΜΜΕ για το όλο θέμα του πετρελαίου, δυστυχώς όμως το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για την πολιτική ηγεσία η οποία «πνιγμένη» με την διαχείριση της καθημερινότητας, υπό το βάρος μιας εκτεταμένης και αντιπαραγωγικής γραφειοκρατίας, αδυνατεί να πληροφορηθεί και να μελετήσει τις σημαντικές δυνατότητες που υπάρχουν. Το χειρότερο δε είναι ότι, με την δικαιολογία της μη επαρκούς ενημέρωσης, αποφεύγει να λάβει τις απαραίτητες πολιτικές αποφάσεις που θα επιτρέψουν την εξερεύνηση των εκτενών χερσαίων και υποθαλάσσιων περιοχών της χώρας για εντοπισμό κοιτασμάτων. Η αλήθεια είναι ότι τόσο την σημερινή κυβέρνηση , «των ρήξεων και μεταρρυθμίσεων» όσο και την προηγούμενη «εκσυγχρονιστική», δεν απασχόλησε διόλου η ενεργειακή επάρκεια της χώρας όπου το πετρέλαιο παίζει καθοριστικό ρόλο (όχι μόνο σε προϊόντα αλλά και σε αργό). Το πιο παράδοξο δε είναι ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων 10 ετών φαίνεται να στερούνται όχι μόνο μιας στοιχειώδους γεω-πολιτικής θεώρησης – όπου ο έλεγχος εγχώριων κοιτασμάτων έστω και περιορισμένων παίζει καθοριστικό ρόλο – αλλά και της απλής λογικής η οποία υπαγορεύει την διεύρυνση της ενεργειακής παραγωγικής βάσης. Σήμερα η Ελλάδα καταναλώνει περί τα 18 εκ. τόνους πετρελαίου τον χρόνο οι οποίοι ισοδυναμούν με 400.000 βαρέλια την ημέρα. Με εξαίρεση τα 2.000-2.500 βαρέλια που παράγουν τα κοιτάσματα του Πρίνου – είχε φθάσει να παράγει περί τα 30.000 βαρέλια μέσο όρο την περίοδο 1982-1990 και εκάλυπτε τότε το 15% των αναγκών σε πετρέλαιο– όλα τα άλλα εισάγονται. Δηλαδή η χώρα εξαρτάται σχεδόν ολοκληρωτικά από εισαγωγές αργού που προέρχονται κυρίως από την Ρωσία και τον Περσικό Κόλπο. Παρά το γεγονός ότι ζούμε σε μία πλήρως παγκοσμιοποιημένη και εμπορικά απελευθερωμένη αγορά, η οποία λειτουργεί χάρις στην ελεύθερη διακίνηση όλων των αγαθών, το πετρέλαιο παραμένει μία στρατηγικής φύσεως πρώτη ύλη, η εξασφάλιση της οποίας, προσδίδει κύρος, πλούτο και σχετική ανεξαρτησία κινήσεων στο κυρίαρχο κράτος. Αξιόλογα τα Ελληνικά Κοιτάσματα Υδρογονανθράκων Αν και πρόδηλα τα οφέλη που προκύπτουν από την ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών έκριναν σκόπιμο να σταματήσουν ή και να εμποδίσουν κάθε έρευνα στον ελληνικό χώρο με το ανεδαφικό επιχείρημα ότι η χώρα μας είναι πτωχή σε κοιτάσματα και δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθούμε με ατελέσφορες ερευνητικές δραστηριότητες. Μάλιστα το 1998 η κυβέρνηση Σημίτη προχώρησε στην επίσημη διάλυση της ΔΕΠ-ΕΚΥ, της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου που είχε την ευθύνη για τις έρευνες και την ανάπτυξη υδρογονανθράκων μεταφέροντας ένα μέρος του προσωπικού τους στα ΕΛΠΕ και υποβιβάζοντας τον όλο οργανισμό (συστάθηκε υπό Κων. Καραμανλή το 1974!) σε επίπεδο απλής Διεύθυνσης. Όμως για το πετρέλαιο, όπως και για τα περισσότερα μεταλλεύματα, ισχύει ο κανόνας της διαρκούς έρευνας, βάσει του οποίου μόνο εάν η προσπάθεια είναι συνεχής καλά οργανωμένη και χρηματοδοτούμενη μπορεί να αποδώσει, με την προϋπόθεση ότι τα βασικά γεωλογικά και γεωφυσικά στοιχεία είναι θετικά, κάτι που ισχύει χωρίς επιφυλάξεις για πολλές περιοχές της χώρας μας. Πέρα από το παραγωγικό κοίτασμα του Πρίνου, η χώρα μας διαθέτει βεβαιωμένα κοιτάσματα όπως αυτό του Δυτικού Κατακόλου και της Επανομής αλλά και αρκετές άλλες πετρελαιοπιθανές περιοχές σε διάφορες τοποθεσίες (π.χ Ιόνιο Πέλαγος, Ήπειρος, Θερμαϊκός Κόλπος και Θρακικό Πέλαγος κλπ) οι οποίες επειδή δεν έχουν ερευνηθεί σε μεγάλη έκταση ή βάθος δεν διαθέτουμε επαρκή στοιχεία για την αξιολόγησή τους. Γι’ αυτό και έχει διαμορφωθεί μια εσφαλμένη εικόνα βάσει της οποίας η Ελλάδα δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο πετρελαϊκό ενδιαφέρον. Και όμως υπάρχουν κοιτάσματα, τα οποία εάν αξιολογηθούν σωστά θα οδηγήσουν σε μία πλήρη ανατροπή της επικρατούσας άποψης, υποστηρίζουν Έλληνες και ξένοι γεωλόγοι πετρελαίου με άριστη γνώση των συνθηκών της Ελλάδας αλλά και του διεθνούς χώρου. Σε άρθρο μας στην «Κ» στις 22 Αυγούστου 2004 είχαμε δημοσιεύσει εκτενή στοιχεία για τα γνωστά κοιτάσματα του Ελληνικού χώρου. Για ενημέρωση των αναγνωστών σήμερα παρουσιάζονται συνοπτικά στοιχεία των διαφόρων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού στην Ελλάδα (βλέπε πίνακα). Όπως παρατηρεί η γεωλόγος και γενική γραμματεύς του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) με εκτενή εμπειρία στον χώρο της έρευνας κ. Τερέζα Φωκιανού, η θέση της Ελλάδας σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες όσον αφορά στις δυνατότητες έρευνας υδρογονανθράκων είναι αρκετά πλεονεκτική, και αυτό γιατί: (α) Η Ελλάδα παραμένει η πλέον ανεξερεύνητη περιοχή συγκρινόμενη όχι μόνο με τις χώρες της Μεσογείου, αλλά και με αυτές της Κεντρικής, Ανατολικής και Βορείου Ευρώπης. (β) Υπάρχουν ακόμη εκτεταμένες περιοχές στον ελλαδικό χώρο με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, οι οποίες παραμένουν ανεξερεύνητες, Οι έρευνες μέχρι σήμερα περιορίστηκαν σε ρηχούς στόχους στην ξηρά και σε αβαθή νερά στη θάλασσα. Η σημερινή εξέλιξη της τεχνολογίας επιτρέπει την εξερεύνηση και οικονομική εκμετάλλευση βαθύτερων στόχων που θεωρούνται υψηλής προτεραιότητας. (γ) Η Ελλάδα βρίσκεται στην περιοχή της Μεσογείου σε ένα σημαντικό στρατηγικό σημείο. Οποιαδήποτε ανακάλυψη ύστερα από ερευνητική δραστηριότητα είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ευρύτερη περιοχή. (δ) Το υπάρχον νομικό και φορολογικό πλαίσιο σχετικά με την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην χώρα μας, δηλ. ο Νόμος 2289/95, είναι από τα πλέον σύγχρονα που καθιστούν ιδιαιτέρως ανταγωνιστική την Ελλάδα, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Βάσει του ανωτέρου νόμου ξένες εταιρείες στο διάστημα 1997-2001 πραγματοποίησαν έρευνες σε χερσαίες περιοχές 10.000 τετρ. χλμ. συνολικά και έξι (6) ερευνητικές γεωτρήσεις επενδύοντας γύρω στα 60 εκατ. δολάρια. Σύμφωνα με γεωλόγους, γνώστες της ευρύτερης περιοχής στην Δυτική Ελλάδα, το θέμα γεωλογικών και γεωφυσικών ερευνών δεν έχει κλείσει, αφού η γεωλογική δομή της περιοχής είναι συνέχεια αυτής της Νοτίου Ιταλίας και της Αλβανίας, όπου έχουν ανακαλυφθεί σημαντικά πετρελαϊκά κοιτάσματα. Η Δυτική Ελλάδα κατέχει το 1/3 της περι-Αδριατικής λεκάνης, η οποία μέχρι σήμερα έχει αποδώσει 4 δις. βαρέλια πετρελαίου. Εάν η γένεση υδρογονανθράκων είναι η ίδια με την υπόλοιπη περιοχή, και έχει παρόμοιες παγίδες, τότε τουλάχιστον 2 δις. βαρέλια πετρελαίου θα μπορούσαν να είναι παγιδευμένα στη Δυτική Ελλάδα. Ενισχυτικό των πετρελαιοπαραγωγικών δυνατοτήτων της περιοχής, όπως έχει αποδειχθεί με γεωχημικές έρευνες, είναι η διαδικασία γένεσης μεγάλων ποσοτήτων υδρογονανθράκων. Μεγάλο μέρος αυτών των ποσοτήτων ευρίσκονται κάτω από τεκτονικά καλύμματα, κυρίως στη Δυτική Ελλάδα, στην οποία η διερεύνηση απαιτεί σύγχρονες μεθόδους. Πολυάριθμα κοιτάσματα πετρελαίου ευρίσκονται σε ανάλογες περιοχές σε όλες τις ζώνες επωθήσεων του κόσμου (π.χ Οροσειρά Ζάκρος στο Ιράν, στους πρόποδες των Ιμαλαΐων, στα Απέννινα, στα Βραχώδη Όρη, στο Ομάν κλπ). Αξίζει να σημειωθεί ότι εξακολουθεί να υπάρχει συνεχές και σοβαρό ενδιαφέρον από μεγάλες ξένες εταιρείες οι οποίες επιθυμούν να ερευνήσουν τον Ελληνικό χώρο. Μάλιστα, σύμφωνα με τελευταίες εκτιμήσεις τους βασισμένες στην ανάλυση υπαρχόντων γεωλογικών και γεωφυσικών στοιχείων η Ελλάδα διαθέτει τουλάχιστον δέκα κοιτάσματα, σε διάφορες τοποθεσίες, ισοδύναμου μεγέθους όπως αυτό του Πρίνου. Κρατική Αδιαφορία Δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι τα Ελληνικά κοιτάσματα είναι δύσκολα έως προβληματικά αφού μέχρι στιγμής δεν έχει ανακαλυφθεί κάποιο τεράστιο κοίτασμα ενώ απεναντίας υπάρχουν διεσπαρμένα αρκετά, μικρού σχετικά μεγέθους κοιτάσματα, σε μεγάλο βάθος και σε δύσκολους σχηματισμούς (με πτωχές υδραυλικές ιδιότητες). Όμως με το βαρέλι στα 65–70 δολάρια και με προοπτική για σημαντική μείωση των διεθνών τιμών μάλλον ισχνή για τα αμέσως επόμενα χρόνια, τα κοιτάσματα αυτά αποκτούν πλέον άμεσο οικονομικό ενδιαφέρον και η παραγωγή έστω μερικών χιλιάδων βαρελιών από κάθε κοίτασμα μπορεί ν’ αποφέρει κέρδη για τις εταιρείες και όχι ευκαταφρόνητα έσοδα για το κράτος. Δυστυχώς μέχρι σήμερα η αντιμετώπιση του τομέα έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων από την πολιτεία μόνο ως αποσπασματική μπορεί να χαρακτηρισθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ελάχιστες περιόδους όπου υπήρξε συνεχής και επαγγελματική αντιμετώπιση υπήρξαν επιτυχίες (π.χ. 1969-72 Πρίνο και Νότια Καβάλα, 1978-1982 Κατάκολο, 1994-95 Επανομή). Δυστυχώς οι περίοδοι που ακολούθησαν χαρακτηρίστηκαν από μεγάλα χρονικά διαστήματα πλήρους αδράνειας. «Άξιο αναφοράς της έλλειψης ενδιαφέροντος αλλά κυρίως της πλήρους άγνοιας του θέματος των υδρογονανθράκων από διαδοχικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι την μια στιγμή η χώρα εμφανίζεται να παράγει σοβαρές ποσότητες πετρελαίου (από τον Πρίνο) και την άλλη να μην παράγει τίποτε. Το ότι δεν παράγει σήμερα πετρέλαιο η φυσικό αέριο η Ελλάδα δεν οφείλεται στο γεγονός ότι στέρεψε ο Πρίνος – τουλάχιστον κάποια από τα κοιτάσματα του- αλλά στην πλήρη αδιαφορία από πλευράς κράτους. Εάν οι έρευνες είχαν συνεχισθεί (την δεκαετία του 80 και 90) πέριξ του Πρίνου αλλά και σε άλλες τοποθεσίες, στην Ελλάδα, η χώρα θα παρήγαγε σήμερα ικανές ποσότητες πετρελαίου» παρατηρεί ξένος γεωλόγος πετρελαίου με πολυετή εργασιακή εμπειρία στην χώρα μας. Επιπλέον, θα προσθέσουμε εμείς, οι επενδύσεις σε έρευνα υδρογονανθράκων είναι μια πολυδάπανη υπόθεση με σχετικά μεγάλο χρονικό ορίζοντα (lead time) για την ανακάλυψη κοιτασμάτων. Συνήθως απαιτούνται τρία έως έξι χρόνια, ανάλογα με την τοποθεσία, από τότε που θα ανακαλυφθεί το κοίτασμα μέχρις ότου να ξεκινήσει η εμπορική εκμετάλλευση του. Όμως για να προχωρήσει η έρευνα και ανάπτυξη πετρελαίου στην Ελλάδα απαιτείται μια σειρά άμεσων ενεργειών από πλευράς πολιτείας ώστε να δημιουργηθεί ξανά ο κατάλληλος εποπτικός και διοικητικός μηχανισμός που θα έχει την ευθύνη και συντονισμό των ερευνών. Αυτές συνήθως πραγματοποιούνται από διεθνείς εξειδικευμένες εταιρείες οι οποίες αναλαμβάνουν πλήρως το σχετικό ρίσκο καλύπτοντας εξ ολοκλήρου το κόστος των ερευνών το οποίο κυμαίνεται συνήθως από 1-3 εκ δολ. για γεωτρήσεις μικρού βάθους και μπορεί να φθάσει τα 12-30 εκ. δολ. ανά γεώτρηση για έρευνες σε βαθιά νερά ή σε βαθείς στόχους. Απαιτείται η Ίδρυση Νέου Φορέα Όπως παρατηρεί γνωστό στέλεχος του πετρελαϊκού τομέα στην Ελλάδα, με μεγάλη εμπειρία στα θέματα έρευνας, αυτό που χρειάζεται κατ’ αρχάς είναι η έκφραση ξεκάθαρης πολιτικής βούλησης υπέρ των ερευνών ώστε να δοθεί το κατάλληλο στίγμα στον διεθνή χώρο. Ακολούθως θα πρέπει να γίνουν παράλληλα μια σειρά ενεργειών όπως : (α) Ίδρυση κρατικού φορέα αρμοδίου για την διαχείριση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης υδρογονανθράκων. (β) Διαχωρισμός της διαχείρισης των κρατικών δικαιωμάτων από τα ΕΛΠΕ. (γ) Βελτίωση του νομικού πλαισίου για την προσέλκυση επενδύσεων. Αυτό που επείγει πρωτίστως είναι η ίδρυση του κρατικού φορέα (π.χ. νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου) που θα υπάγεται στο ΥΠΑΝ ο οποίος θα έχει την απαιτούμενη χρηματοδότηση και ευελιξία κινήσεων και ως εκ τούτου θα μπορεί ν’ αναλάβει την διαχείριση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στον τομέα Έρευνας και Παραγωγής Υδρογονανθράκων. Μέχρι σήμερα τον ρόλο αυτό τον είχαν τα Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ) τα οποία όμως τώρα έχουν ιδιωτικοποιηθεί (64,5% του κεφαλαίου ελέγχονται από ιδιώτες). Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία (94/22/ΕΚ) θα πρέπει να διασφαλισθούν ο ανταγωνισμός, η διαφάνεια, η αποφυγή διακρίσεων και η εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης. Σύμφωνα με ειδικούς του χώρου της έρευνας πετρελαίων και με εκτενή γνώση και εμπειρία της διεθνούς σκηνής, οι αρμοδιότητες του νέου ενιαίου φορέα ο οποίος και θα είναι ο Σύμβουλος του Δημοσίου πάνω σε θέματα Έρευνας και Ανάπτυξης Υ/Α πρέπει να περιλαμβάνουν: i. Την συνεχή αποτίμηση του πετρελαιοδυναμικού της χώρας. ii. Την προετοιμασία διαγωνισμών για παραχωρήσεις. iii. Την διεξαγωγή διαγωνισμών και την υπογραφή συμβάσεων. iv. Την εποπτεία και έλεγχο των παραχωρησιούχων. v. Την διαχείριση δικαιωμάτων του Δημοσίου. vi. Την έκδοση κανονισμών κλπ. vii. Την διατήρηση και διαρκή αξιολόγηση των «πανάκριβων» δεδομένων. viii. Την συμμετοχή σε νέες αναζητήσεις με εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών. ix. Την προστασία του περιβάλλοντος είτε από δραστηριότητες εξόρυξης υδρογονανθράκων, είτε με αποθήκευση του Διοξειδίου του Άνθρακα σε υπεδαφικούς ταμιευτήρες. Οι προτάσεις που ανακοινώθηκαν πρόσφατα από το ΥΠΑΝ περί δημιουργίας «Ινστιτούτου Πετρελαίου» μέσα από υπηρεσίες που ουδέποτε ασχολήθηκαν ή άκουσαν για το αντικείμενο, εκτός από το βόλεμα λίγων καθηγητών θεωρητικής έρευνας θα περιπλέξει τα πράγματα και θα οδηγήσει σε απογοητευτικά αποτελέσματα συνεισφέροντας στις μακροχρόνιες καθυστερήσεις. Οι επενδυτές και οι εξειδικευμένες εταιρείες πετρελαίου ζητούν να έχουν απέναντί τους σοβαρούς διαπραγματευτές και γνώστες του θέματος. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την ίδρυση ενός ανεξάρτητου φορέα. Αυτό εξάλλου ήτο και το συμπέρασμα ειδικής ημερίδας που οργανώθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην Αθήνα από το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ), με τη συμμετοχή και υποστήριξη τόσο του ΥΠΑΝ όσο και των ΕΛΠΕ. Το Νέο Ελντοράντο Μπορεί η Ελλάδα να μην γίνει ποτέ το νέο πετρελαϊκό Ελντοράντο της Μεσογείου (εξ’ άλλου αυτό δεν είναι το ζητούμενο), όμως έχει την δυνατότητα να παράγει αξιόλογες ποσότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα της εξασφαλίσουν έναν ικανοποιητικό βαθμό ενεργειακής ασφάλειας ο οποίος παντελώς απουσιάζει σήμερα. Εάν και μέχρι πρότινος η ενεργειακή ασφάλεια, υπό την στενή έννοια του ελέγχου μιας εγχώριας παραγωγικής βάσης, εθεωρείτο λίγο ξεπερασμένη ως πολιτική (κυρίως λόγω της παγκοσμιοποίησης), τα γεγονότα (φυσικές καταστροφές, τρομοκρατικά κτυπήματα) και η εμπειρία των τελευταίων 12 μηνών όπου έχει κηρυχθεί πλέον ανοικτός πόλεμος μεταξύ εταιρειών, που δραστηριοποιούνται εκτός ΟΠΕΚ, για την εξασφάλιση νέων κοιτασμάτων δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Είναι πλέον ξεκάθαρο και στον πιο φανατικό οπαδό της παγκοσμιοποίησης ότι ο έλεγχος κοιτασμάτων υδρογονανθράκων θα αποτελέσει για το εκάστοτε κυρίαρχο κράτος βασική συνιστώσα και δείκτη της οικονομικής ανάπτυξης και ευρωστίας του. Ως εκ τούτου, ένα βασικό ερώτημα που τίθεται σήμερα προς την κυβέρνηση είναι εάν έχει αξιολογήσει επαρκώς τον ρόλο των υδρογονανθράκων στην γεωπολιτική θέση της χώρας και εάν επιθυμεί την ενδυνάμωση της ενεργειακής της ασφάλειας. Βεβαιωμένα Κοιτάσματα και Επιφανειακές Ενδείξεις Κοιτασμάτων Υδρογονανθράκων στον Ελληνικό Χώρο Δυτική Ελλάδα · Ζάκυνθος, Μητρικά Πετρώματα Ανωτ. Μειοκαίνου Πηγή «Ηροδότου» (η πρώτη αναφορά στον κόσμο για πετρέλαιο πριν από 2.500 χρόνια) (Β) · Ήπειρος – Πετούσι, Μητρικά Πετρώματα Μέσου Ιουρασικού και Ενδείξεις Ασφάλτου (Ε) · Ήπειρος, Δραγοψά, Ασφαλτούχοι Ψαμμίτες (Β) · Μπαούσιοι Ηπείρου, Πετρελαιοφόροι Ασβεστόλιθοι εμποτισμένοι με πετρέλαιο (Β) · «Ηφαίστειο» Κατακόλου, Ένδειξη Φυσικού Αερίου (Ε) · Πετρελαϊκά Κοιτάσματα Δυτικού Κατακόλου (Κυλλήνη, Τριφός) (Β) · Παξοί, Μητρικά Πετρώματα Ιουρασικού – Τριαδικού (Β) · Μποτσάρα Ηπείρου, Μέσο Ιουρασικό (Ε) · Δελβινάκι Ηπείρου, Τριαδικό (Ε) · Φιλιατρά, Μέσο Ιουρασικό (Ε) Παρατηρούνται σε συνολικά 200 τοποθεσίες εμφανίσεις πετρελαίου (oil seeps, source rocks, reservoirs) Ανατολική Ελλάδα · Θερμαϊκός Κόλπος, Ολιγόκαινο – Μειόκαινο (Β) · Κοιτάσματα Φυσικού Αερίου και Συμπυκνωμάτων στην Επανομή (Β) · Κοιτάσματα Πρίνου – Νότιας Καβάλας (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) (Β) (Π) · Ενδείξεις υδρογονανθράκων στην περιοχή του Έβρου (Ε) · Θρακικό Πέλαγος, Μειόκαινο (Β) · Λεκάνη Γρεβενών, Ολιγόκαινο – Μειόκαινο (Ε) Αιγαίο Αναλύσεις Γεωλογικών Στοιχείων επικεντρώνουν το ενδιαφέρον για την πιθανή ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις εξής περιοχές: · Πέριξ της Νήσου Κρήτης (Ε) · Ευρύτερη περιοχή Ρόδου (Ε) Επεξηγήσεις: Π – Παραγωγικά Κοιτάσματα Β – Βεβαιωμένα Κοιτάσματα Ε – Ενδείξεις Πηγή: Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης