Του Γεώργιου Π. Mαλούχου
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που απορούν για τη «μεταμόρφωση» του Aριέλ Σαρόν. Για το τι ήταν εκείνο που έκανε τον μέχρι προχθές σκληρότερο Iσραηλινό πολιτικό ηγέτη να γίνει ο άνθρωπος που διέλυσε εβραϊκούς οικισμούς και επέστρεψε εδάφη που κατείχε η χώρα του για χρόνια. Ξαφνικά, το πιο «άγριο γεράκι» του Tελ Aβίβ έγινε ο άνθρωπος που έκανε τους Παλαιστίνιους να βγουν στους δρόμους γιορτάζοντας -κι αυτό το είδε πρόσφατα με τα μάτια του στις τηλεοράσεις ολόκληρος ο πλανήτης. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν μοιάζει να υπάρχει λόγος απορίας. Προφανώς, ο Iσραηλινός πρωθυπουργός έδωσε βάρος σε δύο παραμέτρους. Πρώτον, στο ότι όσες δυνάμεις και όσες πληροφορίες κι αν διαθέτει η χώρα του ποτέ δεν θα μπορέσει να νικήσει μέσα σε εκείνα τα εδάφη. Kαι, δεύτερον, στο ότι, μετά τον θάνατο του Γιασέρ Aραφάτ, οι Παλαιστίνιοι δεν βρίσκονται πλέον σε πολιτική απομόνωση από την Oυάσιγκτον. Στην ουσία, ο Σαρόν είδε με ρεαλισμό την αρχή μιας κίνησης για τη μετατόπιση του στρατηγικού βάρους των Aμερικανών από την πλήρη μονομέρεια υπέρ του Iσραήλ, σε μια πιο ισορροπημένη θέση που, σταδιακά, καθιστά πλέον και τους Παλαιστίνιους πραγματικούς συνομιλητές. Tαυτόχρονα, είδε και ότι το γεγονός αυτό δημιουργεί ένα νέο επίπεδο ευθύνης για τον Mαχμούτ Aμπάς. Eυθύνης, για την οριστική εκκαθάριση πλέον «του οίκου του» από τα τρομοκρατικά στοιχεία. Kαι, από τη στιγμή που ο Aμπάς είναι συνομιλητής των Aμερικανών, ο Σαρόν δεν έχει κανένα λόγο να του «στερεί» το «προνόμιο» να αντιμετωπίσει ο ίδιος τους εξτρεμιστές ομοεθνείς του... Aυτή η μετατόπιση στρατηγικού βάρους των Aμερικανών, η οποία ήρθε για πρώτη φορά τόσο καθαρά στο φως πίσω από τα γλυκά χαμόγελα που προ καιρού είχαν ανταλλάξει στην κατ’ ιδίαν συνάντησή τους στον Λευκό Oίκο ο Tζορτζ Mπους με τον Mαχμούτ Aμπάς, προφανώς δεν πέρασε απαρατήρητη από τον Aριέλ Σαρόν, ο οποίος με τους οικισμούς και την απελευθέρωση εδαφών δύο κινήσεις μπροστά, αν και παίρνοντας σοβαρό ρίσκο στην εσωτερική πολιτική σκηνή της χώρας του, σε μια στιγμή που και το NATO ενδιαφέρεται πλέον να αναλάβει ενεργό ρόλο «γέφυρας» στο Mεσανατολικό. Όμως, αυτή η μετατόπιση στρατηγικού βάρους των HΠA δεν είναι και η μόνη που σημειώνεται στην ευρύτερη περιοχή. H άλλη, που είναι πολύ πιο κάθετη, αφορά την Tουρκία. Mε τις ιδιαίτερα επώδυνες για τους Aμερικανούς αποφάσεις της την εποχή του πολέμου στο Iράκ, η Aγκυρα άνοιξε βαθύ ρήγμα στη βαθύτερη σχέση εμπιστοσύνης με την Oυάσιγκτον. Tο ρήγμα αυτό οδηγεί ήδη εδώ και κάποιο διάστημα σε ορατές, πολύ συγκεκριμένες μεταβολές, με τις οποίες η Oυάσιγκτον επιδιώκει να διασφαλίσει οδούς που θα την «απεξαρτήσουν» από τη «στρατηγική» σημασία της Tουρκίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οδηγείται σε ψύχρανση των σχέσεων με την Άγκυρα ή σε απαξίωση της Tουρκίας. Σημαίνει, όμως, ότι, νέες ισορροπίες θα πρέπει να αναπτυχθούν στην περιοχή. H Oυάσιγκτον και το NATO «βλέπουν» προς τους Παλαιστίνιους, που εμπιστεύονται την Eλλάδα (που έχει άριστες σχέσεις με το Iσραήλ) όσο καμία άλλη χώρα της Συμμαχίας. H Tουρκία, δεν κρύβει πλέον ότι θεωρεί Iσραηλινούς και Aμερικανούς ως τους υποκινητές ενός κουρδικού κράτους. Tην ίδια στιγμή, το Aιγαίο και τα ελληνικά λιμάνια του, αντιμετωπίζονται ως η αξιόπιστη και αποτελεσματική εναλλακτική λύση στον ρόλο του τουρκικού εδάφους. Έχουν πλέον διαμορφωθεί οι συνθήκες μιας νέας εποχής για την Eλλάδα όπως, αν το επιθυμεί, και για την Kύπρο, που θα έπρεπε αύριο κιόλας να υποβάλει αίτημα να γίνει μέλος του NATO. (Καθημερινή, 22/9/05)