Σύμφωνα με κάποιες φήμες, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ένα σχέδιο για την εποχή που η δεύτερη –και βάσει του Συντάγματος, τελευταία– θητεία του ως προέδρου της Ρωσίας εκπνεύσει, το 2008. Αντί να αλλάξει τους συνταγματικούς κανόνες ή να γίνει πρωθυπουργός, μπορεί να γίνει επικεφαλής του ελεγχόμενου από το κράτος μονοπωλίου φυσικού αερίου Gazprom. Οι φήμες αυτές είναι τόσο διαδεδομένες που μπορεί να αποδειχθούν ευφάνταστες. Η Gazprom είναι ένας κολοσσός. Πρόσφατα, συμφώνησε στην απόκτηση του μεγαλύτερου μέρους της υπ’ αριθμόν 5 πετρελαϊκής της χώρας, Sibneft, στο πλαίσιο της μεγαλύτερης εξαγοράς στα ρωσικά χρονικά. Όμως, τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της είναι ήδη τόσο μεγάλα που η νέα θυγατρική ελάχιστα μεταβάλλει την εικόνα της. Το φυσικό αέριο θα εξακολουθήσει να ευθύνεται για το 90% της παραγωγής της, το ερχόμενο έτος. Επενδυτική τράπεζα της Μόσχας υπολογίζει ότι, προκειμένου η πετρελαϊκή παραγωγή να φθάσει το ήμισυ της συνολικής της, η Gazprom θα πρέπει να εξαγοράσει ολόκληρη τη ρωσική πετρελαιοβιομηχανία. Πέρυσι, η εταιρεία παρήγαγε το 20% του παγκόσμιου φυσικού αερίου. Διαθέτει το 60% των ρωσικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου και το 16% των παγκόσμιων. Αν ήταν χώρα, από κοινού τα κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου της θα την καθιστούσαν τρίτη μεγαλύτερη παραγωγό του κόσμου, μετά τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Πολύτιμη εταιρεία Το τεράστιο μερίδιο της Ρωσίας στο παγκόσμιο φυσικό αέριο καθιστά το αγαθό αυτό σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο της και την Gazprom πολυτιμότερη εταιρεία της. Όμως, πολλοί αναρωτιούνται αν η Gazprom, που ανέκυψε από το παλαιό σοβιετικό υπουργείο Φυσικού Αερίου, είναι πράγματι εταιρεία. Συχνά μοιάζει με παρακλάδι του κράτους. Τα 13 δισ. δολάρια της συμφωνίας με τη Sibneft ανέδειξαν τη Gazprom στα πρωτοσέλιδα πολλών δυτικών εφημερίδων. Στο εσωτερικό της χώρας, ωστόσο, μια άλλη ιστορία της ίδιας εταιρείας προσελκύει το ενδιαφέρον των επενδυτών. Αφορά την υποτιθέμενη άμεση άρση των περιορισμών στην κατοχή μετοχών της Gazprom από ξένους. Η διαδικασία αυτή, που τόσο χρονοτριβεί, μοιάζει να δρομολογείται για την αντιστάθμιση των ζημιών που προκάλεσε η πολιτικά υποκινούμενη καταστροφή της YUKOS. Όμως, η προϋπόθεση που είχε θέσει το Κρεμλίνο –η αύξηση του κρατικού μεριδίου στη Gazprom πάνω από το 50%– εκπληρώθηκε. Και η τιμή μετοχής της Gazprom έχει σχεδόν διπλασιασθεί. Aναδυόμενη ευκαιρία Η προοπτική είναι δελεαστική για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι τεχνικός. Όταν αρθούν οι περιορισμοί, το βάρος της Gazprom στους δείκτες αναδυόμενων αγορών που χρησιμοποιούν οι διαχειριστές χρήματος θα πραγματοποιήσει δραστικό άλμα, συμπαρασύροντας ολόκληρη τη ρωσική χρηματιστηριακή αγορά. Η Gazprom θα μπορούσε να γίνει η μεγαλύτερη μετοχή αναδυόμενης αγοράς. Ο δεύτερος λόγος είναι οι αστρονομικές ενεργειακές τιμές. Η Ρωσία διαθέτει πολύ πετρέλαιο και φυσικό αέριο και οι φιλικά προσκείμενες προς το Κρεμλίνο εταιρείες είναι οι ασφαλέστερες για τους επενδυτές. Εξαιρουμένου του κρατικού μεριδίου 51%, η εταιρεία είναι εξαιρετικά φθηνή. Με βάση το μέτρο της σύγκρισης της κεφαλαιοποίησης μεγάλων ενεργειακών εταιρειών με τα αποδεδειγμένα αποθέματά τους, η Gazprom μπορεί να πωληθεί «για μια μπουκιά ψωμί». Σύμφωνα με διαχειριστές χρήματος της Μόσχας, αυτό είναι αδικαιολόγητο και δεν μπορεί να διαρκέσει. Όμως, αν το πρώτο είναι αληθές, το δεύτερο παραμένει συζητήσιμο. Κάποιοι απαισιόδοξοι θεωρούν πως η Gazprom πάσχει από δυσλειτουργικό γιγαντισμό, σε αντίθεση με μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες υψηλής κεφαλαιοποίησης. Γι’ αυτό ευθύνονται δύο πλευρές: η διοίκησή της και η κυβέρνηση. Το 2001, ο κ. Πούτιν διόρισε τον έως τότε άγνωστο Αλεξέι Μίλερ στη θέση του επικεφαλής, με εντολή να πατάξει τη μυθική διαφθορά που έπληττε την εταιρεία. Ο κ. Μίλερ ανέκτησε κάποια πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία που είχαν «χαθεί». Η εταιρική διακυβέρνηση ίσως συνεχίσει, δε, να βελτιώνεται. Προς το παρόν, όμως, η Gazprom παραμένει μια «σκοτεινή» αυτοκρατορία. Και ίσως ο σημαντικότερος λόγος για τη χαμηλή τιμή της μετοχής της να είναι ότι βρίσκεται υποχρεωμένη να διαθέτει τον κύριο όγκο του φυσικού αερίου της εντός των ρωσικών συνόρων, σε καθορισμένες τιμές. Παρότι οι τελευταίες έχουν αυξηθεί σχετικώς κατακόρυφα από το 2000 και εικάζεται πως θα αυξηθούν περαιτέρω στο πλαίσιο των φιλοδοξιών της Ρωσίας να ενταχθεί στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, διατηρούνται χαμηλές. Αυτό είναι αρνητικό για την Gazprom, θετικό όμως για τη Ρωσία, μια χώρα τεράστια, κρύα και φτωχή. Ως αντάλλαγμα, πάντως, η εταιρεία απολαμβάνει δύο χρήσιμα προνόμια. Το πρώτο είναι ο έλεγχος του μεγαλύτερου δικτύου αγωγών του κόσμου (η ιδέα να διαχωρισθεί η μεταφορά από την παραγωγή της Gazprom, την οποία προωθούσαν οι μεταρρυθμιστές, μάλλον έχει ατονήσει). Η Gazprom διατείνεται ότι δεν έχει κίνητρο να εκτοπίσει τους ανεξάρτητους παραγωγούς, εφόσον όσο περισσότερο φυσικό αέριο πωλείται στη Ρωσία, τόσο περισσότερο δικό της μπορεί να εξαγάγει σε υψηλότερες τιμές. Όμως, ο έλεγχος που διατηρεί στις εξόδους του φυσικού αερίου προς την αγορά της επιτρέπει να επιβάλλει την άποψή της στα σχέδια άλλων εταιρειών. Mονοπώλιο στις εξαγωγές Το δεύτερο προνόμιο της Gazprom είναι το μονοπώλιό της στις εξαγωγές φυσικού αερίου προς χώρες εκτός της πρώην ΕΣΣΔ. Το δικαιολογεί στη βάση ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ ρωσικών προμηθευτών θα ωθούσε πτωτικά τις τιμές και συνεπώς τα έσοδα του κράτους, υπονομεύοντας τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Από οικονομική άποψη αυτό είναι σωστό, καθώς η Gazprom μάλλον ορίζει παρά αποδέχεται τις τιμές στην αγορά φυσικού αερίου, κάτι που δεν ισχύει στο πετρέλαιο. Όμως, το μονοπώλιο στις εξαγωγές αποθαρρύνει τις επενδύσεις άλλων παραγωγών, τους οποίους χρειάζεται κατεπειγόντως η Ρωσία. Παρ’ όλα αυτά, το ίδιο μονοπώλιο παρέχει ένα διαφορετικό όφελος: εγγυάται τον έλεγχο του Κρεμλίνου επί του ισχυρότερου, πλέον –εξαιρουμένων ίσως των πυρηνικών όπλων– εργαλείου εξωτερικής πολιτικής, μέσω του οποίου ελπίζει να ανακτήσει το χαμένο του κύρος. Τον περασμένο μήνα, ο κ. Πούτιν και ο καγκελάριος της Γερμανίας, Γκέρχαρντ Σρέντερ, παρέστησαν στα εγκαίνια του πιο πρόσφατου μεγάλου προγράμματος της Gazprom: ενός αγωγού 4 δισ. ευρώ που θα διέρχεται υπογείως τη Βαλτική και θα φθάνει στη Γερμανία, υπ’ αριθμόν 1 πελάτιδα της Gazprom, και από εκεί στη Βρετανία. Σχεδόν το ήμισυ των εισαγωγών φυσικού αερίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προέρχονται από τη Ρωσία και η ευρωπαϊκή ζήτηση αναμένεται να διπλασιαστεί από το 2000 ώς το 2030. Η Gazprom και η ρωσική κυβέρνηση θεωρούν τον αγωγό της Βαλτικής χρήσιμο για την αύξηση των δρομολογίων του φυσικού αερίου προς μια αναπτυσσόμενη αγορά. Όμως, η Ευρώπη είναι μόνο η αρχή. Ενδεικτικά, η Gazprom συμμετέχει στο μείζονος σημασίας πρόγραμμα της νήσου Σαχαλίν στη ρωσική Άπω Ανατολή, με επικεφαλής τη Shell, απ’ όπου θα σταλεί το πρώτο υγροποιημένο φυσικό αέριο στις ΗΠΑ, μέσω Μεξικού. Η εταιρεία φιλοδοξεί να συμμετάσχει στη διάθεση των προϊόντων της στη Δύση. Και η μελλοντική δράση της θα δείξει κατά πόσο ισχύει η επιθυμία και η ικανότητα της Ρωσίας να μετατραπεί σε κάτι που θα θυμίζει μια «φυσιολογική» χώρα. (The Economist – Καθημερινή, 15/10/05)