Του Κ. Ν. Σταμπολή
Η κατάθεση στη Βουλή πριν από μερικές ημέρες του νομοσχεδίου για την ηλεκτροπαραγωγή, μαζί με αυτήν του αδελφού νομοσχεδίου του για το φυσικό αέριο, σηματοδοτούν την έναρξη της πορείας για τον μετασχηματισμό του νομικού πλαισίου που διέπει την παραγωγή και εμπορία ενός μεγάλου τμήματος της καταναλισκόμενης ενέργειας. Το υπόλοιπο τμήμα, δηλαδή η αγορά πετρελαιοειδών, έχει απελευθερωθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της εδώ και χρόνια, ενώ και εδώ η κυβέρνηση με το πρόσφατα πάλι κατατεθέν νομοσχέδιο περί βιοκαυσίμων, αποβλέπει στην πλήρη απελευθέρωση με τη δυνατότητα επιτόπιας παραγωγής, εισαγωγής και εμπορίας μιας ευρείας γκάμας «πράσινων» καυσίμων όπως η βιοαιθανόλη, το βιοντίζελ, βιοαέριο, Βιο-ΕΤΒΕ, κλπ. Όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά ο Υφυπουργός Ανάπτυξης κ. Γιώργος Σαλαγκούδης, στον χαιρετισμό του, κατά την έναρξη της Ημερίδας για την Ηλεκτροπαραγωγή από Ανεξάρτητους Παραγωγούς που οργάνωσε το Ινστιτούτο Ενέργειας Ν.Α Ευρώπης (ΙΕΝΕ) στις 10 Νοεμβρίου στην Εθνική Τράπεζα, «τα νομοσχέδια για τον Ηλεκτρισμό, το Φ. Αέριο, τις ΑΠΕ και το Εθνικό Συμβούλιο για την Ενεργειακή Στρατηγική ολοκληρώνουν το πρώτο στάδιο της μεταρρυθμιστικής μας παρέμβασης στον τομέα της ενέργειας». Στην ίδια Ημερίδα παρουσιάστηκαν οι βασικοί στόχοι και παράμετροι της επιχειρούμενης για τρίτη φορά – είχαν προηγηθεί οι δια νομοθετημάτων προσπάθειες του 1999 και 2003 (βλέπε Ν/2773/99 και Ν/3175/2003) – απελευθέρωσης της ηλεκτρικής αγοράς, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η είσοδος ανεξάρτητων παραγωγών και προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας στο σύστημα παραγωγής και εμπορίας ώστε να ξεκινήσει κάποτε, έστω και στοιχειωδώς, η προσφορά ανταγωνιστικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές. Η μετάβαση σε ένα καθεστώς ανταγωνισμού στον τομέα του ηλεκτρισμού δεν κρίνεται απαραίτητη μόνο λόγω της ανάγκης προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας προς τις Κοινοτικές Οδηγίες ( ενσωμάτωση της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ), η οποία έτσι και αλλιώς έχει καθυστερήσει τραγικά με αποτέλεσμα τον διασυρμό της χώρας μας στα Ευρωπαϊκά όργανα, αλλά επειδή αποτελεί πλέον μία οικονομική και κοινωνική αναγκαιότητα. Η δυνατότητα επιλογής από πλευράς καταναλωτού, (είτε αυτός είναι μία μεγάλη ή μικρή επιχείρηση ή ένα νοικοκυριό), του προμηθευτή του αποτελεί σήμερα μία πραγματικότητα σε πολλές χώρες στην Ε. Ένωση. Στην Ελλάδα ήδη από τον Ιούλιο του 2004 οι επιλέγοντες πελάτες, δηλαδή οι καταναλωτές που έχουν δικαίωμα επιλογής προμηθευτού, ξεπερνούν – θεωρητικά - τα 1,4 εκατομμύρια, ενώ από 1/7/2007 οι επιλέγοντες πελάτες θα είναι όλοι οι χρήστες, και οι οικιακοί δηλ. συνολικά 6.8 εκ. πελάτες. Όπως δηλώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΔΕΣΜΗΕ, δηλαδή του Ανεξάρτητου Διαχειριστή του Συστήματος Ηλεκτρισμού, Δρ. Ευάγγελος Λεκατσάς, «η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού είναι κυρίως υπόθεση των καταναλωτών οι οποίοι και πρέπει να εξοικειωθούν με το νέο περιβάλλον και να αναζητήσουν τους προμηθευτές τους». Βέβαια στην πράξη αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο, για την συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών, αφού είναι ελάχιστες οι επιχειρήσεις που θα θελήσουν να εγκαταλείψουν την ασφάλεια της ΔΕΗ αλλά και τα προσφερόμενα – ακόμη – χαμηλά τιμολόγια. Προς το παρόν και για τα επόμενα δύο με τρία χρόνια τη δυνατότητα επιλογής προμηθευτού θα έχουν μόνο μερικές εκατοντάδες επιχειρήσεων που παρουσιάζουν σχετικά μεγάλες καταναλώσεις. Προμηθευτές τους θα είναι οι δύο πρώτες ελληνικές εταιρείες που παράγουν ήδη ηλεκτρισμό σε δικές τους μονάδες (δηλ η «ΗΡΩΝ» στη Θήβα, της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής και η «Θερμοηλεκτρική Θεσσαλονίκης» των ΕΛΠΕ στην Θεσσαλονίκη) και μερικές δεκάδες επιχειρήσεων που εισάγουν ηλεκτρισμό από άλλες χώρες μέσω των βορείων διασυνδέσεων. Και εδώ όμως οι δυνατότητες είναι εξαιρετικά περιορισμένες αφού επί υπάρχουσας μεταφορικής ικανότητας φορτίων 4.000 MW μόνο 1.100 MW χρησιμοποιούνται σήμερα (500 MW μέσω Ιταλίας και 600 MW μέσω Βουλγαρίας) και από αυτά το μεγαλύτερο τμήμα είναι δεσμευμένο από τη ΔΕΗ. Με την παρούσα νομοθετική ρύθμιση για την απελευθέρωση ηλεκτρικής ενέργειας η κυβέρνηση στοχεύει περίπου στα εξής: (α) Κατασκευή και λειτουργία νέων θερμικών μονάδων αποκλειστικά από ανεξάρτητους παραγωγούς στα επόμενα τέσσερα χρόνια συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 900 – 1.300 MW. (β) Αποκλεισμός της ΔΕΗ μέχρι το 2010 από το διαγωνισμό του ΔΕΣΜΗΕ για την διάθεση πιστοποιητικών ισχύος, ώστε να μπορέσουν να δραστηριοποιηθούν οι ιδιώτες παραγωγοί και ως εκ τούτου να απολέσει η ΔΕΗ την απόλυτα δεσπόζουσα θέση της στην αγορά. (γ) Την πλήρη ανεξαρτοποίηση του Διαχειριστή Συστήματος (μεταφορά & διανομή) έτσι ώστε η διαχείριση και συντήρηση του Συστήματος να αποτελέσει ξεχωριστή δραστηριότητα, εκτός ΔΕΗ. (δ) Πλήρης απελευθέρωση των εισαγωγών και εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας, πράγμα που θα απαιτήσει την αναβάθμιση των βορείων διασυνδέσεων και αποδέσμευση δυναμικότητας από της ΔΕΗ. (ε) Εκσυγχρονισμός από την ΔΕΗ ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων της, σε πρώτη φάση συνολικής ισχύος 1.600 MW. Η είσοδος των ανεξάρτητων παραγωγών βάσει του νέου υπό ψήφιση νομοσχεδίου αλλά και των όσων προβλέπονται από τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας θα ξεκινήσει μέσω διαγωνισμού του ΔΕΣΜΗΕ για την έκδοση πιστοποιητικών ισχύος. Ο προβλεπόμενος μηχανισμός προαγοράς ισχύος είναι προσωρινός και έχει στόχο να λειτουργήσει ως εναρκτήριο λάκτισμα για την αγορά. Σε άλλες χώρες, π.χ. στην Μ. Βρετανία, για να εξασφαλιστεί η είσοδος ανεξάρτητων παραγωγών είχαν προσφερθεί απείρως πιο γενναιόδωροι όροι (λ.χ. 15ετείς συμφωνίες προαγοράς ηλεκτρικού ρεύματος). Όμως η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην χώρα μας δεν επιχειρείται απλώς επειδή πρέπει κάποτε να εισαχθεί ανταγωνισμός ή να δραστηριοποιηθούν και άλλες εταιρείες πέραν της ΔΕΗ, αλλά διότι υπάρχουν σοβαρές ανάγκες στην λειτουργία και ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητος και ιδιαίτερα της βιομηχανίας μας η οποία δοκιμάζεται από οξύ διεθνή ανταγωνισμό, επακόλουθο μιας διαρκώς εξαπλούμενης παγκοσμιοποίησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Όμιλος Μυτιληναίου, ο οποίος ήδη δραστηριοποιείται στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής με την δημιουργία ενός νέου μεγάλου ενεργειακού κέντρου στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας, το οποίο όταν ολοκληρωθεί το καλοκαίρι του 2008 θα περιέχει δύο μεγάλους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Για τον Όμιλο Μυτιληναίου η δημιουργία του ανωτέρω κέντρου το οποίο θα περιέχει κατ’ αρχάς μία μονάδα συμπαραγωγής 320 MW (παραγωγή ηλεκτρισμού και ατμού) και σε δεύτερη φάση μία ανεξάρτητη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής 422 MW, αποτελεί αναγκαιότητα καθ’ ότι πρέπει με κάθε τρόπο να εξασφαλίσει ανταγωνιστικές τιμές ηλεκτρισμού και ατμού για την συνέχιση λειτουργίας του εργοστασίου της «Αλουμίνιο της Ελλάδος», το οποίο και εξαγόρασε πέρυσι από την ALCAN. Η γνωστή προνομιακή σύμβαση της «ΠΕΣΙΝΕ», με την ΔΕΗ λήγει τον Μάρτιο του 2006 και ήδη ο Όμιλος έχει προκηρύξει διεθνή διαγωνισμό για προμήθεια ηλεκτρισμού από τον Απρίλιο 2005 μέχρι τις αρχές 2006 οπότε και αναμένεται ότι θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία η μονάδα συμπαραγωγής. Όπως τόνισε ο πρόεδρος του Ομίλου Μυτιληναίος, κος Ευάγγελος Μυτιληναίος μιλώντας στα πλαίσια της Ημερίδας του ΙΕΝΕ «για εμάς το θέμα της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού δεν αποτελεί ακόμα μία επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά προϋπόθεση για την συνέχιση της βιομηχανικής δραστηριότητας του Ομίλου. Γι’ αυτό και έχουμε αποφασίσει σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, οι οποίες όμως για να πραγματοποιηθούν και ν’ αποδώσουν προϋποθέτουν την ύπαρξη ενός ξεκάθαρου και σταθερού νομοθετικού πλαισίου. Εάν το πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς εγγυάται την αποδοτικότητα των μονάδων, τότε αυτές θα γίνουν. Διαφορετικά το τραπεζικό σύστημα, το οποίο παίζει πρωτεύοντα ρόλο στην όλη διαδικασία, δεν θα στηρίξει τέτοιου είδους επενδύσεις». Είναι κοινή η διαπίστωση ότι παρά την θεωρητική απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού από το 2001, αυτή δεν λειτουργεί σήμερα με αποτέλεσμα να παρατηρούνται σοβαρές δυσλειτουργίες και αβεβαιότητα, ιδιαίτερα όταν απαιτείται η προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος εκτός ΔΕΗ. Κοινή είναι επίσης η εκτίμηση παραγόντων της αγοράς ότι χωρίς την σύμπραξη της ΔΕΗ, η οποία αποτελεί την βάση για την λειτουργία της αγοράς, δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική απελευθέρωση. Σύμφωνα με τους ανώτερω παράγοντες πολλά θα εξαρτηθούν για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από την επιτυχία η μη του σχεδιαζόμενου διαγωνισμού του ΔΕΣΜΗΕ ο οποίος πρόκειται να προκηρυχθεί μετά τα Χριστούγεννα και με τις προβλεπόμενες διαδικασίες να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του 2006. Πάντως είναι διάχυτη η αβεβαιότητα μεταξύ των υποψηφίων επενδυτών εάν και κατά πόσο ο αναμενόμενος διαγωνισμός θα προσελκύσει σοβαρό ενδιαφέρον. Μεγάλοι βιομήχανοι και εμπορικοί όμιλοι όπως οι εταιρείες Χαλυβουργική, Motoroil, ΤΕΡΝΑ, Προμηθέας Gas (Όμιλος Κοπελούζου), Βιοχάλκο που έχουν αδειοδοτηθεί για μονάδες ηλεκτροπαραγωγής φαίνεται να έχουν ξεπεράσει το αρχικό τους ενθουσιασμό για την είσοδο τους σε μια νέα δραστηριότητα και τους απασχολεί πλέον σοβαρά η βιωσιμότητα και η κερδοφορία μιας ενδεχόμενης επένδυσης στον πολλά υποσχόμενο τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Πέρα από τα προφανή οφέλη της δημιουργίας μια νέας βιομηχανικής δραστηριότητας που θα φέρει η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αλλά και την μεταφορά τεχνογνωσίας στη χώρα μας, θα υπάρξουν πολλά παράλληλα οφέλη στην οικονομία από επενδύσεις της τάξεως των 2-3 δισεκ. Ευρώ μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Μέσα σε αυτή την περίοδο οι ανεξάρτητοι παραγωγοί αναμένεται να καταλάβουν ένα 12-15% της σημερινής εγκατεστημένης ισχύος μειώνοντας την απόλυτη κυριαρχία της ΔΕΗ η οποία εάν κινηθεί σωστά θ’αναπληρώσει την μείωση της ισχύος της και θα αυξήσει τον κύκλο των εργασιών με επέκταση της εκτός Ελλάδας αλλά και με την πώληση εμπορικών και τεχνικών υπηρεσιών προς τους ανεξάρτητους παραγωγούς. Για τον οικιακό και εμπορικό καταναλωτή όμως η απελευθέρωση δεν θα φέρει απαραιτήτως πιο φθηνές τιμές. Απεναντίας οι τιμές πώλησης του ηλεκτρικού ρεύματος αναμένεται ότι θα αυξηθούν σημαντικά(ίσως ξεπεράσουν το 25% τα επόμενα 5 χρόνια) για τρεις βασικούς λόγους: (i) Οι επενδύσεις που θα χρειασθούν να γίνουν τόσο από την ΔΕΗ (βλέπε μετατροπή ρυπογόνων λιγνιτικών και πετρελαϊκών μονάδων σε φυσικό αέριο) όσο και από τους ιδιώτες παραγωγούς δεν μπορούν να λειτουργήσουν και αποσβεσθούν με τις σημερινές τιμές ηλεκτρικούς ρεύματος που είναι οι χαμηλότερες στην Ευρώπη. (ii) Το Φυσικό Αέριο, το οποίο θεωρείται καθαρό καύσιμο, και το οποίο θα χρησιμοποιούν οι νέες μονάδες είναι σημαντικά πιο ακριβό από τον εγχώριο λιγνίτη, το κόστος κτήσης το οποίου είναι σχεδόν μηδαμινό για την ΔΕΗ. Όμως επειδή είναι άκρως ρυπογόνα η καύση του η ΔΕΗ από φέτος έχει αρχίσει να χρεώνεται με μετρήσιμα ποσά για την αγορά δικαιωμάτων ρύπων. Άρα η μείωση χρήσης του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο της ΔΕΗ αποτελεί πλέον μονόδρομο. (iii) Αργά η γρήγορα, και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από το 2007 η ΔΕΗ, ως ιδιωτική επιχείρηση πλέον, θα πρέπει να έχει αποδεσμεφθεί από τον σφικτό εναγκαλισμό του κράτους όσον αφορά την διαμόρφωση των τιμολογίων της και αυτό αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε αυξήσεις, πράγμα απαραίτητο για την στήριξη της λειτουργία της και την εξασφάλιση της κερδοφορίας της. Σε κάθε περίπτωση τα σημερινά τιμολόγια της ΔΕΗ δεν ανταποκρίνονται στο πραγματικό κόστος λειτουργίας της Επιχείρησης. Πιο ακριβείς τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, σε κάθε περίπτωση υψηλότερες από της σημερινές, είναι θεμιτές και για έναν ακόμη θεμελιώδη λόγο και αυτός δεν είναι άλλος από την ανάγκη εξοικονόμησης και ορθολογικής χρήσης ενέργειας. Η πολιτική χαμηλών τιμών ηλεκτρικού ρεύματος την τελευταία 20ετία έχει οδηγήσει σε σπάταλη χρήση και υπερκατανάλωση με αποτέλεσμα την ετήσια αύξηση κατανάλωσης σε ποσοστό 4.0-4.5%, το οποίο μεταφράζεται στην ανάγκη ένταξης μια νέας μονάδος στο σύστημα ισχύος 300MW κάθε έτος. Τέλος, η συστηματική υποεκτίμηση ενός βασικού αγαθού όπως η ηλεκτρική ενέργεια συμβάλλει στην διατήρηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, του εξωφρενικού δημοσίου χρέους και στην ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων.