Tης Όλγας Σέλλα
Aμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία συγχωρεμένη! Είμαι επιρρεπής στον καταναλωτισμό. Δεν μπορώ να προσπεράσω βιτρίνες χωρίς να σταθώ, δεν μπορώ να μην αγοράσω έστω και σαχλαμαρίτσες, αν δεν μου φτάνουν τα οικονομικά μου για μεγαλύτερες σπατάλες. Γνωρίζω πολύ καλά πώς γητεύουν οι φανταχτερές βιτρίνες, αλλά εγώ υποκύπτω - συνήθως. Σας διαβεβαιώ δεν ξεμυαλίστηκα τώρα με την «εισβολή» των μεγάλων εμπορικών κέντρων, τύπου Mall ή Attica. Και πριν υπάρξουν αυτά, μπορούσα να περάσω πολλές ώρες σε βιτρίνες, σε εμπορικούς δρόμους, αλλά το ίδιο μπορούσα να ξεμυαλιστώ και από έναν πλανόδιο πωλητή. Έχω την εντύπωση ότι ξαφνικά αισθανθήκαμε να «απειλούμαστε» από τον κίνδυνο του καταναλωτισμού. «Στην Ερμού μπορείς να ζήσεις και αδέκαρος, στο Mall δεν υπάρχουν παγκάκια ή χώροι να ξαποστάσεις χωρίς να πληρώσεις», έγραφε το περασμένο Σάββατο στα «Νέα» ο Τάκης Καμπύλης, προσεγγίζοντας το φαινόμενο Mall, με τον εξαιρετικά επιτυχημένο τίτλο «Ο θρίαμβος του “μεσαίου” χώρου». Πράγματι, την ημέρα που επισκέφτηκα το Mall είδα ανθρώπους της μεσαίας τάξης να κινούνται στο χώρο. Μεσήλικοι, της τρίτης ηλικίας που έκαναν όμως τη βόλτα τους για να δουν το «νέο φρούτο», οικογένειες με τα παιδιά τους, φίλοι, φιλενάδες. Τα καταστήματα πράγματι ήταν προσιτά και αναγνωρίσιμα ως φίρμες, από αυτόν τον «μεσαίο» χώρο. Αλλά κάπως έτσι δεν ήταν το περίφημο «Μινιόν» ή ο «Λαμπρόπουλος» πριν απλώς αλλάξει συσκευασία και ονομασία; Δεν ήταν μέσα στις απαραίτητες βόλτες των γιορτών το να δούμε τις βιτρίνες αυτών των δύο πρώτων πολυκαταστημάτων της Αθήνας από τη δεκαετία του ’60 ακόμα; Δεν ήταν απαραίτητο γιορτινό παιδικό «αίτημα» η επίσκεψη στη φάτνη της πλατείας Συντάγματος ή η φωτογραφία με τον Άγιο Βασίλη στο Ζάππειο; Δεν υπήρχαν και τότε οι αντίστοιχοι κράχτες καταναλωτισμού; Έπρεπε να έρθει το Mall για να επισημάνουμε τις όλο και διογκούμενες κοινωνικές ανισότητες; Στην Ερμού, όπου είναι ελεύθερη η πρόσβαση, δεν έχουν αυξηθεί οι άνθρωποι που κοιμούνται στις απάγκιες γωνιές των πολυτελών βιτρινών; Γράφει ο ιστορικός Αλέξις ντε Τοκβίλ: «Με το πέρασμα του χρόνου, ο πληθυσμός που καλλιεργεί τη γη αποκτά νέα γούστα. Η ικανοποίηση των πιο πρωτόγονων αναγκών δεν του αρκεί πια. Ο γεωργός, χωρίς να εγκαταλείπει τα χωράφια του, θέλει να ζει εκεί σε καλύτερο σπίτι, να ντύνεται καλύτερα· έχει υποψιαστεί τη γλύκα των ανέσεων και επιθυμεί να τις αποκτήσει. Από την άλλη πλευρά, η τάξη που ζει από τη γη χωρίς να την καλλιεργεί διευρύνει τον κύκλο των απολαύσεών της. Οι ηδονές της είναι λιγότερο κραυγαλέες, αλλά πιο σύνθετες, πιο ποικίλες. Χίλιες δυο ανάγκες, που ήταν άγνωστες στους ευγενείς του Μεσαίωνα, έρχονται να κεντρίσουν τους απογόνους τους. Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που ζούσαν στη γη και από τη γη εγκαταλείπουν τους αγρούς και βρίσκουν τα μέσα για να ζήσουν εργαζόμενοι για την ικανοποίηση των νέων αναγκών που εκδηλώνονται». Αναγνωρίζουμε μια περιγραφή της σημερινής κοινωνίας; Μόνο που οι φράσεις αυτές γράφτηκαν τον 19ο αιώνα. Πάνε πολλά χρόνια που χάθηκε η μάχη ενάντια στα πλανέματα του καταναλωτισμού. Τα Mall είναι απλώς η φυσική συνέχεια μιας ιστορίας που ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν... (Καθημερινή, 17/12/05)