του Α. Φώσκολου
Αναφορικά με το άρθρο «Στρατηγικής σημασίας ο λιγνίτης και καύσιμο του μέλλοντος» που δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» την Τρίτη 6η Δεκεμβρίου 2005, θα ήθελα να προσθέσω τα εξής: Τα εκμεταλλεύσιμα αποθέματα λιγνίτη στην Ελλάδα υπολογίστηκαν το 1995 με τιμές αργού πετρελαίου, στα 25 δολ./βαρέλι. Σήμερα, που η τιμή του υπερβαίνει τα 55 δολ./βαρέλι, επιβάλλεται η επανεκτίμηση των εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων τόσο από το ΙΓΜΕ όσο και από τη ΔΕΗ. Πιστεύω ότι από τα εναπομείναντα γεωλογικά αποθέματα των 3,4 δισεκατομμυρίων τόνων λιγνίτη, τουλάχιστον 500 εκατομμύρια τόνοι μπορούν να μεταπέσουν στην κατηγορία των εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων, αναβιβάζοντας το σύνολο των εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων στα 3,8 δισ. τόνους, γεγονός που ανεβάζει ταυτόχρονα και τη διάρκεια ζωής των. Με τις νέες τεχνολογίες καύσης του λιγνίτη που ήδη εφαρμόζονται σε εγκατεστημένους ΑΗΣ, συνολικής ισχύος 3.900 MW, στο Niederaussem της Γερμανίας, η ενεργειακή απόδοση έχει φθάσει το 42,8% έναντι του 33% που έχουμε στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε 30% λιγότερη ποσότητα λιγνίτη και να ελαττώνονται επίσης οι εκπομπές του CO2 κατά 30%. Έτσι αν η ΔΕΗ εφαρμόσει τις νέες τεχνολογίες καύσης, αυξάνεται η διάρκεια ζωής των κοιτασμάτων του λιγνίτη. Επίσης στο ΕΜΠ γίνεται μια προσπάθεια από τον αναπληρωτή καθηγητή Ε. Κακαρά για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μίγματα βιομάζας και λιγνίτη. Ως βιομάζα μπορούν να χρησιμοποιηθούν υπολείμματα καλλιεργειών, π.χ στελέχη βάμβακος, που κάθε χρόνο παράγουν 18 εκ. τόνους βιομάζας, η οποία παραχώνεται στο έδαφος. Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος θα οδηγήσει όχι μόνο στη δραστική μείωση των εκπομπών CO2, αλλά και στην περαιτέρω αύξηση της διάρκειας ζωής των αποθεμάτων του λιγνίτη στην Ελλάδα. Πέραν των προαναφερθέντων, αυτή τη στιγμή εγκαταθίστανται στο Schwarze – Pumbe της Γερμανίας ένας πιλοτικός σταθμός 30 MW για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με τροφοδοσία λιγνίτη και μηδενικές εκπομπές CO2. Η τεχνογνωσία είναι της σουηδικής εταιρείας Vattenfall Oxyfuel. Έρευνα προς την ίδια κατεύθυνση κάνουν και οι Ισπανοί. Επιπροσθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί με 30 εκατομμύρια ευρώ την έρευνα για την καθήλωση του CO2 που εκπέμπεται από τους ΑΗΣ σε βαθιά γεωλογικά στρώματα (European network for Research in Geo – Energy. CO2 capture and geological storage). Τέλος, η γερμανική εταιρεία Rhinebraun έχει προωθήσει τη χρήση ενεργοποιημένου λιγνίτη στα φίλτρα των ΑΗΣ για την κατακράτηση των τοξικών αερίων. Χρήση αυτής της νέας τεχνολογίας γίνεται εκτός από τη Γερμανία και στις ΗΠΑ, Κίνα και Κορέα, ενώ η Γαλλία χρησιμοποιεί τον ενεργό λιγνίτη στις καμινάδες των σταθμών αποτέφρωσης απορριμμάτων του Παρισιού για τη συγκράτηση των τοξικών αερίων. Παρατηρούμε, τελευταίως, μία στροφή των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα στερεά καύσιμα για να αποφευχθεί η ενεργειακή της εξάρτηση όχι μόνο από τις χώρες της Μέσης Ανατολής, αλλά και της Ρωσίας. (από επιστολή του καθηγητή Α. Φώσκολου στην Καθημερινή 16/12/2005)