Του Νίκου Νικολάου
Aν μελετήσουμε προσεκτικά τις δημοσκοπήσεις και ειδικά αυτές που αναφέρονται στις εκτιμήσεις των νοικοκυριών για τα προβλήματα της οικονομίας και για τους δικούς τους φόβους και ανησυχίες, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχει μια εκπληκτική αναντιστοιχία μεταξύ της πραγματικότητος και του τρόπου με την οποία την ερμηνεύουν ή τη συνειδητοποιούν οι πολίτες. Για παράδειγμα το πρώτο που φοβούνται οι πολίτες για το μέλλον είναι η ανεργία. Kαι δικαίως φυσικά, αφού έχουμε ήδη μια ανεργία υψηλή (10,4% για εφέτος έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου 8%) και οι πιέσεις, που δέχεται η οικονομία λόγω χαμηλής ανταγωνιστικότητος από τις φθηνές εισαγωγές, προοιωνίζονται αβέβαιο μέλλον για πολλές επιχειρήσεις. Aπό την άλλη πλευρά, όμως, οι εξορκίζοντες την ανεργία δεν θέλουν ούτε κουβέντα να ακούσουν για τις προτάσεις του προέδρου του ΣEB, που ίσως μπορούν να διευκολύνουν την απορρόφηση κάποιων ανέργων. Δεύτερη απειλή για τα νοικοκυριά στις δημοσκοπήσεις είναι η ακρίβεια. Πώς καταπολεμείται όμως η ακρίβεια; Προφανώς μόνο με τον ανταγωνισμό, άλλη μέθοδος δεν έχει εφευρεθεί τουλάχιστον τα 10.000 τελευταία χρόνια. Όταν όμως η κυβέρνηση απελευθερώνει το ωράριο ή ζητεί να μείνουν ανοικτά τα μαγαζιά ορισμένες Kυριακές τον χρόνο, μεγάλο μέρος των πολιτών διαμαρτύρεται, ενώ ένα άλλο μέρος μιλάει για τους μικρομεσαίους που θα τους κλείσουν οι αλυσίδες των μεγάλων. Kαι μια παρατήρηση ακόμη. Σε καμιά δημοσκόπηση δεν θα δείτε αναφορά στο δημόσιο χρέος ή στα ελλείμματα του Δημοσίου σαν μείζονα απειλή για τα νοικοκυριά. Kαι όμως αν σήμερα 1 εκατομμύριο συνταξιούχοι παίρνουν συντάξεις μέχρι 400 ευρώ τον μήνα, αν σήμερα δεν υπάρχουν επαρκή νοσοκομεία για να καλύψουν τις ανάγκες περίθαλψης των πολιτών, αν το κράτος δεν μπορεί να πληρώσει ικανοποιητικούς μισθούς στους υπαλλήλους του, που εξαιτίας πενίας έχουν θεσπίσει το γρηγορόσημο, αυτά και πολλά άλλα δεινά, οφείλονται αποκλειστικά στα τεράστια χρέη που έχει φορτωθεί η οικονομία από ανεύθυνες κυβερνήσεις και τα οποία πληρώνουμε σήμερα. Kι όμως όλοι όσοι διαμαρτύρονται για την ανυπαρξία κονωνικής πολιτικής, ούτε καν μνημονεύουν το δημόσιο χρέος ως υπεύθυνο. Aντίθετα, όταν το κράτος δανείζεται τους φαίνεται σαν μια υπόθεση, που δεν τους αφορά γι’ αυτό και δεν την καταγγέλλουν στις δημοσκοπήσεις. Nα γιατί λέω ότι υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ των ευρημάτων των δημοσκοπήσεων και της πραγματικότητος. Tο δημόσιο χρέος είναι η πιο μεγάλη πληγή της οικονομίας. Στη συζήτηση του προϋπολογισμού ο υφυπουργός κ. Πέτρος Δούκας περιέγραψε με μελανά χρώματα τις βαριές συνέπειες του μεγάλου χρέους όπως είπε: «Χρωστάμε πάνω από 210 δισ. ευρώ. Και έχουμε ως κράτος εγγυηθεί δάνεια που υπερβαίνουν τα 15 δισ. ευρώ! Τι σημαίνει αυτό; - Οτι κάθε τετραμελής ελληνική οικογένεια είναι χρεωμένη και καλείται να εξυπηρετήσει με τους φόρους της χρέος ύψους 78 χιλιάδες ευρώ περίπου. - Οτι περίπου από τα 41 δισ. ευρώ που εισπράττει το κράτος από φόρους, περίπου τα 30 πάνε για τόκους και χρεωλύσια! Τα 11 δισ. «υπόλοιπο» φτάνουν για τα 2/3 των μισθών που πληρώνει ο δημόσιος τομέας! Για όλες τις άλλες πληρωμές πρέπει να δανειστούμε: - Για να πληρώσουμε τις συντάξεις. - Για επιχορηγήσεις των ασφαλιστικών ταμείων. - Για όλα τα νέα προγράμματα. - Για τις επιχορηγήσεις στους συγκοινωνιακούς φορείς. - Για το «εθνικό» σκέλος του ΠΔΕ. - Για να αγοράσουμε και ένα φωτοτυπικό μηχάνημα. - Για τα έξοδα μετακίνησης ενός δημόσιου υπάλληλου. - Για όλα αυτά πρέπει να δανειστούμε! Όλα αυτά πληρώνονται με δανεικά! Τόσα χρόνια στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ και πληρώνουμε για τόκους περισσότερα απ’ ό,τι για όλο το ΠΔΕ. Και περισσότερα απ’ ό,τι για τα υπουργεία Άμυνας, Ανάπτυξης, Δημόσιας Τάξης, Γεωργίας, Δικαιοσύνης, Μεταφορών, Τουρισμού, Μακεδονίας, Θράκης και Αιγαίου μαζί! Από 1994 μέχρι και το 2005 έχουμε πληρώσει για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους ξέρετε πόσα ευρώ; 280 δισεκατομμύρια ευρώ περίπου. Είναι τόσο μεγάλα τα ποσά που χάνεις την αίσθηση του τι μπορεί να σημαίνουν! Ε, κάτι δεν πρέπει να αλλάξει;» (Καθημερινή, 22/12/05)