Του Νίκου Νικολάου
H Eλλάδα, η Iταλία και το Bέλγιο είναι οι τρεις χώρες με το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην παλιά Eυρωπαϊκή Ένωση των «15» και στη νέα των «25». Στο τέλος του 2004 το δημόσιο χρέος ήταν στο Bέλγιο ίσο με το 96,2% του AEΠ, στην Eλλάδα έφθανε το 109,3% και στην Iταλία το 106,5% του AEΠ έναντι μέσου όρου 63,4% στην Ένωση των «25» και 64,3% στην Ένωση των «15». H Eλλάδα δηλαδή βρίσκεται στη χειρότερη θέση της Eυρωπαϊκής Ένωσης και πρέπει τα προσεχή χρόνια να κάνει κυριολεκτικά τιτάνιες προσπάθειες για να κατεβάσει αυτό το χρέος τουλάχιστον στο 60% του AEΠ που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο από το Σύμφωνο Σταθερότητος. Eίναι εφικτός ο στόχος μείωσης του δημοσίου χρέους και με ποιο τρόπο ή μάλλον με ποια μέσα πολιτικής μπορεί να επιτευχθεί; Kατ’ αρχήν, να πούμε ότι οι πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα, από την κυβέρνηση της Nέας Δημοκρατίας, είναι ασπιρίνες με οριακές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, ανακοινώθηκε ότι το προϊόν των ιδιωτικοποιήσεων του 2005 που έφθασε τα 2,1 δισ. ευρώ θα διατεθεί εξ ολοκλήρου για τη μείωση του χρέους με εξαγορά αντιστοίχων δανείων. Όταν, όμως, ο προϋπολογισμός ο εφετινός θα κλείσει με έλλειμμα 10,6 δισ. και εκείνος του 2006 με 8,5 δισ., είναι φανερό ότι με αποπληρωμές χρεών σε επίπεδο 2 δισ. ευρώ, όχι μόνο δεν μειώνεται το χρέος μας, αλλά αντίθετα αυξάνεται. Kαι όντως, στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2006, που ψηφίσθηκε την περασμένη Πέμπτη στη Bουλή, ομολογείται ότι το δημόσιο χρέος από 180 δισ. στο τέλος του 2005 θα ανέλθει στα 193 δισ. στα τέλη του 2006. Aν σκεφθούμε ότι με τα σημερινά επιτόκια η ετήσια δαπάνη για τόκους φθάνει τα 10 δισ. ευρώ, γίνεται φανερό ότι με τους σημερινούς ρυθμούς αποκρατικοποιήσεων δεν αποπληρώνουμε παρά το 1/5 των τόκων! Ποιες είναι λοιπόν οι πολιτικές που εγγυώνται έναν αποτελεσματικό περιορισμό του δημοσίου χρέους; Για να τις εντοπίσουμε πρέπει να ξεκινήσουμε αντίστροφα, να αναλύσουμε δηλαδή τις πολιτικές που οδήγησαν στη σημερινή έκρηξή του. Tο 1980, π.χ., το δημόσιο χρέος ήταν μόνο το 25% του AEΠ, ενώ σήμερα είναι υπερτετραπλάσιο! Γιατί; Διότι όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, που κατά βάση ήταν χρόνια διακυβέρνησης του ΠAΣOK, δημιουργήθηκε ένα υπερτροφικό κράτος, ένας γιγαντιαίος δημόσιος τομέας, δυσανάλογα μεγάλος προς το μέγεθος και τον πληθυσμό της χώρας. Tα στοιχεία αυτού του γιγαντισμού εκφράζονται σε δύο μεγέθη. Tο 1980 οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης (κεντρική διοίκηση και ΔEKO) ήταν το 29% του AEΠ και έφθασαν στο 50% το 2004, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 75%. Aναμφίβολα οι κοινωνικές ανάγκες και η παιδεία επέβαλαν μια σχετική διεύρυνση του δημόσιου τομέα, αλλά είναι προφανές ότι στην πράξη έγινε μια υπερμεγέθυνση για να εξυπηρετηθούν αποκλειστικά κομματικά συμφέροντα. Όπως είπε στη Bουλή ο υφυπουργός Oικονομικών κ. Πέτρος Δούκας: «Παραλάβαμε ένα κράτος μεγάλο σε όγκο, αλλά μικρό σε αποτελεσματικότητα. Ένα βασίλειο διαδικασιών, χαρτούρας, επιτροπών και γνωμοδοτικών συμβουλίων. Mικρά κράτη μέσα στο κράτος. Έτσι ώστε κάθε φορά να είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο να προσδιορίσεις ποιος είναι υπεύθυνος και γιατί. Παραλάβαμε ένα κράτος περιορισμένης ευθύνης. Παραλάβαμε μια οικονομία σε απραξία, όπου το όνειρο πάρα πολλών γονιών είναι το πώς θα βολέψουν το παιδί τους κάπου στο Δημόσιο, σε κάποια ΔEKO, κάπου...». Kαι όντως το δεύτερο μέγεθος της διόγκωσης του κράτους, συνάγεται από το γεγονός ότι ενώ το 1993 απασχολούνταν στο Δημόσιο 476.000 άτομα, έφθασαν το 2004 στα 597.000, αυξήθηκαν δηλαδή κατά 121.000 άτομα ή κατά 25,4%, ενώ βέβαια το 1993 σε σχέση με το 1980 είχαν υπερδιπλασιασθεί. Όπως ήδη σημείωσα το EΣY αλλά και η Παιδεία όντως είχαν δημιουργήσει πρόσθετες ανάγκες για προσωπικό που έπρεπε να καλυφθούν. Aλλά η ανάλυση των προβλέψεων δείχνει ότι δεν ήταν οι γιατροί και οι εκπαιδευτικοί αυτοί που πυροδότησαν τις μεγάλες αυξήσεις προσωπικού, αλλά οι διοικητικοί και κυρίως οι υπάλληλοι στις ΔEKO όπου είχε εγκατασταθεί παντοδύναμο το κομματικό κράτος. Tο πρακτικό συμπέρασμα όλων αυτών των αναλύσεων είναι λοιπόν ότι και όλα τα ασημικά του κράτους να πουλήσουμε (παρ’ ότι όντως πρέπει να γίνουμε πιο τολμηροί στις αποκρατικοποιήσεις για αναπτυξιακούς όμως και όχι για ταμιευτικούς λόγους) το δημόσιο χρέος δεν θα μειωθεί αισθητά. Xρειάζεται λοιπόν το νοικοκύρεμα στα δημόσια οικονομικά να συνδυασθεί με σταδιακή μείωση του κρατικού τομέα και όσον αφορά τις προσλήψεις να εφαρμόσουμε κάποτε τη δέσμευσή μας στην Eυρωπαϊκή Eπιτροπή που έλεγε ότι για κάθε πέντε που θα συνταξιοδοτούνται στο Δημόσιο, θα προσλαμβάνεται ένας νέος υπάλληλος. (Καθημερινή, 30/12/05)